Ιστορίες για Όσκαρ
Ιστορίες για Όσκαρ
Το ύψος του δεν ξεπερνά τα 35 εκατοστά, αλλά θεωρείται ένα από τα πιο διάσημα βραβεία του κόσμου. Η πασίγνωστη φιγούρα του σταυροφόρου με το μεγάλο σπαθί που στέκεται πάνω σε μια μπομπίνα φιλμ, θεωρείται το πολυτιμότερο απόκτημα για τον κόσμο του κινηματογράφου. Κι ας είναι η αξία του μόλις 150 δολάρια (χάρη στην επίστρωση χρυσού 24 καρατίων). Οι βραβευμένοι, μάλιστα, δεσμεύονται εγγράφως να μην πουλήσουν το αγαλματάκι τους παρά μόνο στην Ακαδημία που τους το απένειμε, λαμβάνοντας ως πενιχρό αντίτιμο 10 δολάρια. Υπάρχει, πάντως, και μια πιο… φτηνιάρικη κατασκευή: το τιμητικό όσκαρ που έλαβε το 1938 ο εγγαστρίμυθος Εντγκαρ Μπέργκεν, παρέα με τη διάσημη κούκλα του «Τσάρλι Μακ Κάρθι», ήταν φτιαγμένο από ξύλο και… ανοιγόκλεινε το στόμα του όπως το νευρόσπαστο! Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ, πάλι, έλαβε ένα τιμητικό όσκαρ εις 8πλούν! Συνέβη το 1939, για την ταινία κινουμένων σχεδίων «Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι», όταν τιμήθηκε με ένα κανονικό όσκαρ και επτά μινιατούρες του βραβείου –όσοι και οι νάνοι!
Σε κάθε περίπτωση, το όσκαρ αποτελεί «θαυματουργό» απόκτημα, ικανό να απογειώσει την καριέρα του βραβευμένου και να φέρει τεράστια κέρδη στις ταινίες που διακρίνονται. Κι όμως! Στις 85 (με τη φετινή) απονομές των βραβείων υπήρξαν νικητές που αδιαφόρησαν, ή και αρνήθηκαν να παραλάβουν το βραβείο. Την… κακή αρχή έκανε, ήδη από την πρώτη διοργάνωση, το 1929, ο Γερμανός ηθοποιός Εμιλ Γιάνινγκς. Υποψήφιος τη χρονιά εκείνη για το βραβείο Α΄ ανδρικού ρόλου, δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός και αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του την ημέρα των απονομών. Τον πρόλαβαν λίγο πριν επιβιβαστεί στο υπερωκεάνιο και τον γύρισαν άρον-άρον στο ξενοδοχείο Ρούζβελτ του Χόλυγουντ, όπου φιλοξενήθηκε η πρώτη εκείνη εκδήλωση. Το αστείο, μάλιστα, είναι ότι το βραβείο του αρχικά προοριζόταν για ένα… τετράποδο συμπατριώτη του: το γερμανικό λυκόσκυλο Ριν-Τιν-Τιν, που «πρωταγωνιστούσε» σε περιπετειώδη κινηματογραφικά σίριαλ της εποχής εκείνης! Την τελευταία στιγμή, όμως, τα μέλη της Ακαδημίας άλλαξαν την απόφαση, φοβούμενοι ότι ο θεσμός θα έχανε –εξαρχής- το κύρος που επιδίωκαν να του δώσουν. Ο πρώτος ηθοποιός που αρνήθηκε να παραλάβει το όσκαρ, αμφισβητώντας την πολιτική που περιέβαλε το θεσμό, ήταν ο Τζορτζ Σ. Σκοτ, για την ερμηνεία του στο «Πάττον, ο θρύλος της Νορμανδίας» (1970). Τον ακολούθησε ο Μάρλον Μπράντο, που αρνήθηκε το δικό του όσκαρ για την πρώτη ταινία της τριλογίας του «Νονού» (1973), καταγγέλλοντας «την άσχημη μεταχείριση των Ινδιάνων από τη βιομηχανία του κινηματογράφου».
Από την εκκίνηση των απονομών, μέχρι τη φετινή τελετή, έχουν δοθεί συνολικά 2.766 όσκαρ. Για κάποιους ήταν «οικογενειακή υπόθεση». Οπως τα αδέλφια Ντάγκλας και Νόρμαν Σίρερ, που την ίδια χρονιά (1930), εκείνος βραβεύθηκε στον τομέα της ηχοληψίας για την ταινία «Στα κάτεργα», και εκείνη πήρε το βραβείο Α΄ γυναικείου ρόλου για την ταινία «Μετά το Διαζύγιο». Τους ακολούθησαν οι Γουόλτερ (πατέρας) και Τζον (γιος) Χιούστον, που κατέκτησαν, αντίστοιχα, το βραβείο Β’ ανδρικού ρόλου και σκηνοθεσίας για το «Θησαυρό της Σιέρα Μάντρε» (1947), όμοια με τους Καρμίνε (πατέρας, καλύτερη πρωτότυπη μουσική) και Φράνσις Φορντ (γιος, σκηνοθεσία) Κόπολα για το «Νονός, μέρος 2ο» (1974). Στη φετινή τελετή διαγωνίζονται δύο εκ διαμέτρου αντίθετες ηλικίες. Η 85χρονη Εμανουέλ Ριβά, υποψήφια για το όσκαρ Α΄γυναικείου ρόλου («Αγάπη») και η 9χρονη Κιουβενζανέ Γουάλις για τα «Μυθικά πλάσματα του Νότου». Και οι δύο, ωστόσο, δεν κατέρριψαν τα ηλικιακά ρεκόρ στις απονομές. Η γηραιότερη ηθοποιός που κατέκτησε όσκαρ ήταν η 87χρονη Γκλόρια Στιούαρτ στον «Τιτανικό» (1997). Οσο για το νεαρότερο βραβευμένο ηθοποιό, αυτός ήταν ο 8χρονος Τζάστιν Χένρι στο «Κράμερ εναντίον Κράμερ» (1979).
Πρωταθλητής (στις υποψηφιότητες, τουλάχιστον) είναι ο συνθέτης Τζον Γουίλιαμς («Ο Βιολιστής στη Στέγη», «Τα Σαγόνια του Καρχαρία», «Ο Πόλεμος των Αστρων» κ.ά.) που εφέτος διεκδικεί το βραβείο πρωτότυπης μουσικής στο «Λίνκολν». Εχει τις περισσότερες υποψηφιότητες από κάθε άλλο -εν ζωή- άτομο: συνολικά 48 φορές, που του απέφεραν 5 όσκαρ. Τον ξεπερνά μόνο ο μακαρίτης Γουόλτ Ντίσνεϊ με 64 υποψηφιότητες (και 26 βραβεύσεις). Στον αντίποδα, μεγάλος χαμένος μπορεί να θεωρηθεί ο Αμερικανός Κέβιν Ο’ Κόνελ με 20 υποψηφιότητες (και κανένα βραβείο) για την μίξη ήχου. Αντίστοιχη γκαντεμιά συνοδεύει τις ταινίες «Η Κρίσιμη Καμπή» (1977) και «Το Πορφυρό Χρώμα» (1985), με 11 υποψηφιότητες η κάθε μία και μηδέν βραβεία. Ο Αντονι Κουίν, τέλος, είναι ο πιο… λουφαδόρος νικητής: το 1956 κέρδισε το όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου χάρη στη μόλις 8λεπτη εμφάνισή του, ως Πολ Γκογκέν, στο «Η Ζωή ενός Ανθρώπου (Βαν Γκογκ)». Οσο για τον μοναδικό… Οσκαρ που κέρδισε το βραβείο, αυτός ήταν ο στιχουργός Οσκαρ Χάμερστιν ΙΙ που κέρδισε δύο φορές (1941, 1945) το όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News