535
|

Η βοή του noir

Αρης Μαλανδράκης Αρης Μαλανδράκης 4 Ιουνίου 2012, 08:19

Η βοή του noir

Αρης Μαλανδράκης Αρης Μαλανδράκης 4 Ιουνίου 2012, 08:19

«Στη βοή της καταιγίδας» («Key Largo», 1948)

Εν αρχή ην ο Τζον Χιούστον. Ο εμβληματικός σκηνοθέτης του Χόλιγουντ που σηματοδότησε με δύο ταινίες του την αρχή και το τέλος ενός κινηματογραφικού είδους, γνωστού με τη –γαλλική- ονομασία film noir: το «Γεράκι της Μάλτας» (1941) και τη «Ζούγκλα της Ασφάλτου» (1950). Το 1948, ο Χιούστον γύρισε ένα ακόμα noir που ξαναπροβάλλεται αυτές τις μέρες στους κινηματογράφους, σε μια νέα «απαστράπτουσα» κόπια. Πρωταγωνιστεί ένας επίσης εμβληματικός ηθοποιός του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, έχοντας στο πλευρό του την αγαπημένη του Λορίν Μπακόλ στο τέταρτο –και τελευταίο- σμίξιμό τους επί οθόνης (ο «Μπόγκι» πέθανε λίγα χρόνια αργότερα από καρκίνο του οισοφάγου). Συμπρωταγωνιστεί ο Εντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον, ερμηνεύοντας εντυπωσιακά το ρόλο ενός αρχιγκάγκστερ, του Τζόνι Ρόκο. Η ταινία, που έχει προβληθεί παλαιότερα από την τηλεόραση και κυκλοφορεί σε DVD, προσφέρει την ευκαιρία να την απολαύσουμε στο φυσικό εμβαδόν της –την ευρύχωρη οθόνη του σινεμά. Προσφέρει επίσης την ευκαιρία να θυμηθούμε, ή να ανακαλύψουμε, τα υλικά της συνταγής ενός γνήσιου noir: τη «σκοτεινή» ατμόσφαιρα, που αποδίδει εξαιρετικά η ασπρόμαυρη φωτογραφία και οι υποβλητικοί φωτισμοί του σπεσιαλίστα διευθυντή φωτογραφίας Καρλ Φρόιντ («Δράκουλας»), καθώς και η μουσική του εξαίρετου Μαξ Στάινερ («Καζαμπλάνκα»).

Το στόρι της ταινίας μιλά για έναν απόστρατο ταγματάρχη, τον Φρανκ Μακ Λάουντ (Χ. Μπόγκαρτ), που φθάνει σε ένα νησάκι της Φλόριδας, το Κι Λάργκο, για να συναντήσει τον πατέρα (Λάιονελ Μπάριμορ) και τη χήρα (Λ. Μπακόλ) ενός συμπολεμιστή του που πέθανε στο πεδίο της μάχης. Το ξενοδοχείο, όμως, που ανήκει στην οικογένεια του νεκρού, έχει καταληφθεί από μια συμμορία κακοποιών αρχηγός της οποίας είναι ο διαβόητος γκάγκστερ Τζόνι Ρόκο. Η σύγκρουση του Μακ Λάουντ με τον αρχηγό και τα μέλη της συμμορίας είναι αναπόφευκτη, καθώς η δράση οδηγείται στη δραματική της κορύφωση. Βασισμένη σε ένα θεατρικό έργο του Μάξγουελ Αντερσον, η ταινία του Χιούστον  τονίζει τη μεταστροφή του ιδεαλισμού που επικρατούσε στα πρώτα χρόνια της προεδρίας του Φραγκλίνου Ρούσβελτ, δείχνοντας πώς τα ιδεώδη της εποχής εκείνης άρχισαν να διαβρώνονται όταν το οργανωμένο έγκλημα εξαπλώθηκε μεταπολεμικά στις ΗΠΑ. Οσο για τον πρωταγωνιστή, συνοψίζει τα αρχετυπικά στοιχεία του αμερικανού ήρωα στον κινηματογράφο: ο αμφίθυμος Φρανκ Μακ Λάουντ θυμίζει τον Ρικ στην «Καζαμπλάνκα». Σύνθημά του είναι το «δεν χώνω τη μύτη μου πουθενά και για κανένα», μέχρι να αποφασίσει τελικά να αναλάβει δράση.

Η κλασική συνταγή του film noir δέχεται εδώ κάποιες βασικές ανατροπές που ξαφνιάζουν. Οι κακοποιοί δεν δρουν σε μια σκοτεινή μεγαλούπολη, όπως συνήθως συμβαίνει στις ταινίες του είδους, αλλά σε ένα απομονωμένο ξενοδοχείο μιας κοραλλιογενούς νησίδας. Το ασυνήθιστα εξωτικό σκηνικό συμπληρώνει μια τροπική καταιγίδα (εξ ου και ο ελληνικός τίτλος της ταινίας) που εγκλωβίζει τους κακοποιούς στο ξενοδοχείο, επιτείνοντας την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα της ταινίας. Το ζεύγος Μπόγκαρτ – Μπακόλ δημιουργεί, για μια ακόμα φορά, μοναδική χημεία, ενώ ο Εντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας στο ρόλο του σαδιστή, μισογύνη γκάγκστερ. Η βίαιη συμπεριφορά του απέναντι στην αλκοολική φιλενάδα του (Κλερ Τρέβορ, όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου) χαράσσεται για πάντα στη μνήμη των θεατών.  Ο χαρακτήρας του Τζόνι Ρόκο, άλλωστε, πλάστηκε στα πρότυπα του Αλ Καπόνε που είχε αποσυρθεί στη Φλόριδα και πέθανε εκεί εξαιτίας των επιπλοκών υγείας, μόλις δύο χρόνια πριν γυρισθεί η ταινία. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

*Η ταινία προβάλλεται σε επανέκδοση στους θερινούς κινηματογράφους «Αθηναία» και «Ριβιέρα». 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News