812
|

Αντιναζιστικές ραφές

Αντιναζιστικές ραφές

Όταν πηγαίνεις σε πρεμιέρα παράστασης που ’χει δεκάδες διεθνή βραβεία ραμμένα πάνω στη μαρκίζα της, κι η οποία παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, όπως το «Ραφτάδικο» του Ζαν-Κλωντ Γκραμπέρ που ανεβαίνει από το ΚΘΒΕ στη Μονή Λαζαριστών, η ανυπομονησία που νιώθεις είναι εξίσου μεγάλη με τις προσδοκίες που δημιουργούνται άθελά σου. Το έργο που, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, Γιάννη Ιορδανίδη, πρόκειται για μια πολυπρόσωπη κι απαιτητική παραγωγή που δε θα μπορούσε εύκολα να «σηκώσει» θίασος ελεύθερου θεάτρου, αποτελεί ένα από τα προσωπικά φετινά στοιχήματα του καινούργιου καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ, Γιάννη Βούρου. Πρώτον, διότι η συνεργασία με τον σκηνοθέτη είναι προϊόν δικής του προσπάθειας, και δεύτερον, γιατί η επιλογή της Μονής Λαζαριστών δείχνει ξεκάθαρα την πρόθεσή του να συγκροτήσει έναν ισχυρό θεατρικό πυρήνα στη δυτική πλευρά της Θεσσαλονίκης. Το αποδεικνύουν και τα λεωφορεία που έβαλε για τη δωρεάν μετακίνηση του κόσμου.

Το έργο μεταφέρει νοητά τους θεατές στο Παρίσι και συγκεκριμένα στα χρόνια που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η γαλλική κοινωνία, τραυματισμένη και αποδεκατισμένη, ψάχνει να βρει την ελπίδα και τα πατήματά της. Όλες οι οικογένειες μετρούν απώλειες, τις οποίες αγωνίζονται να ξεπεράσουν. Νομοτελειακά, ο δημόσιος διάλογος και οι κατ’ ιδίαν συζητήσεις μονοπωλούνται από τις πολεμικές αφηγήσεις, όλοι αισθάνονται την ανάγκη να λυτρώσουν την ψυχή τους από τον μαρτυρικό πόνο του θανάτου ή, ακόμη χειρότερα, από τις λίστες των αγνοούμενων. Ανάμεσά τους, υπάρχουν κι αρκετοί που καλούνται να ελέγξουν τον πόνο που προκαλεί η μνήμη. Η εμπειρία στο Άουσβιτς, ο ήχος από τα τρένα της ντροπής, ο αριθμός που καίει το χέρι, είναι εφιάλτες που καταδικάζουν την ανθρώπινη ψυχή σε αιώνια πάλη με το παρελθόν.

Σε ένα ραφτάδικο λοιπόν, μέσω σπονδυλωτών αφηγήσεων, εκτυλίσσονται μικρές ιστορίες που όλες μαζί συνθέτουν το κοινωνικό ψυχογράφημα εκείνη της εποχής. Πέραν από το προφανές, την εξιστόρηση δηλαδή της φρίκης του ναζισμού, ο θεατής έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή και με πολύ σημαντικά φιλοσοφικά και ιστορικά ζητήματα, όπως είναι για παράδειγμα η διαχείριση της ιστορίας από το κάθε κράτος χωριστά. Τα ψευδή στοιχεία που φαίνεται να έγραφαν τα γαλλικά δικαστήρια στα πιστοποιητικά θανάτου εκείνων που σκοτώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης -δεν ανέφεραν ούτε το μέρος ούτε την αιτία θανάτου- είναι ένα δείγμα του πόσο πολύ οι άνθρωποι ήθελαν να αφήσουν πίσω τους τον πόλεμο. Ναι, αλλά αν αποσιωπάς την ύπαρξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης, είναι σαν να αρνείσαι τα ναζιστικά εγκλήματα και να μην αναγνωρίζεις τα θύματα της χιτλερικής παράνοιας. Αυτός είναι και ο σκοπός του έργου. Να υψώσει με σθένος το ανάστημά του σε όσους τολμούν να διαγράψουν έστω κι ένα δευτερόλεπτο ιστορίας από το Ολοκαύτωμα.

Σε γενικές γραμμές, η παράσταση ήταν καλοκουρδισμένη, υπό την έννοια ότι πάνω στη σκηνή έβλεπες ένα αρμονικό σύνολο που υπηρετούσε επαρκώς τις δραματουργικές ανάγκες του έργου. Θα ήθελα να σταθώ στη συγκλονιστική ερμηνεία του Κώστα Σάντα, ο οποίος υποδυόταν τον Λεόν, τον ιδιοκτήτη του ραφτάδικου. Με τη χροιά της φωνής του, η οποία έκρυβε μέσα της μια συγκίνηση σαν κι αυτή που έχουν οι παππούδες όταν νανουρίζουν τα εγγόνια τους με παραμύθια, σε έκανε να ταξιδέψεις πραγματικά πίσω στον χρόνο. Στον μονόλογό του, τη στιγμή που αφηγούταν πως σαν Εβραίος κρύφτηκε για πολλούς μήνες μέσα σε μια παριζιάνικη σοφίτα λαχταρώντας να τελειώσει ο πόλεμος, νόμιζες ότι βρίσκεσαι μαζί του στο Παρίσι, σου μετέδιδε απευθείας, δίχως παρεμβολές κι υπερβολές, τον φόβο που πήγαζε από την εβραϊκή ταυτότητα.

Πάντως, παρά το γεγονός ότι είχα την τύχη να με καθηλώσει το ρεσιτάλ ηθοποιίας του Κώστα Σάντα, η παράσταση με προβλημάτισε. Αδιαμφισβήτητα, είναι σημαντικό που ανέβηκε το έργο για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Όμως, παρότι είναι αισιόδοξο και ξεχειλίζει από ελπιδοφόρα μηνύματα, το κοστούμι του είναι παλιό. Με άλλα λόγια, αν στην Ελλάδα δεν υπήρχε αυτός ο μαζικός παροξυσμός με τη Χρυσή Αυγή και το αναδυόμενο φασιστικό κίνημα, ίσως η παράσταση δεν ανέβαινε ποτέ. Νομίζω ότι είναι ανησυχητική η τάση των καλλιτεχνικών διευθυντών και των θεατρικών παραγωγών να προτιμούν την τελευταία διετία έργα με αντιφασιστικό περιεχόμενο- μέχρι και ο Καζάκος θα ανεβάσει στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» την «Ανάκριση» του Πέτερ Βάις. Το θέατρο, εκτός από κιβωτός των ανθρώπινων αξιών και θεματοφύλακας της Ιστορίας, οφείλει να δίνει και απαντήσεις σε σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα. Και οι αντιναζιστικές ραφές του Γκραμπέρ δε θα βρουν εύκολα χώρο στις ημιτελείς φορεσιές των νεανικών ανησυχιών που δε χρειάζονται μπάλωμα. Τουλάχιστον, αυτό μου έδειξε το μεσήλικο κοινό που είχε κατακλύσει την αίθουσα της Μονής Λαζαριστών.

Πληροφορίες: Τηλέφωνο κρατήσεων: 2315 200200

Μονή Λαζαριστών-Σκηνή Σωκράτης Καραντινός (Κολοκοτρώνη 25-27, Σταυρούπολη)

ΗΜΕΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ:
Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή
Τετάρτη και Κυριακή 19.00
Πέμπτη και Παρασκευή 21.00
Σάββατο 18.00 και 21.00

Τιμές Εισιτηρίων:
Κανονικό εισιτήριο (θέσεις πλατείας): 15 €
Κανονικό εισιτήριο (θέσεις εξώστη): 12 €
Εκπτωτικό εισιτήριο (Φοιτητές, Άτομα άνω των 65): 12 €
Λαϊκές παραστάσεις (Τετάρτη 7 μ.μ., Σάββατο 6 μ.μ.): Γενική είσοδος 12 €
Πέμπτη στο ΚΘΒΕ: Γενική είσοδος 10 €
Ειδική τιμή για ανέργους: Παρέχεται με την επίδειξη κάρτας ανεργίας και ισχύει για τις παραστάσεις της Τετάρτης (7 μ.μ.) και της Πέμπτης (9 μ.μ.): 5 €
Ομαδικές κρατήσεις: 8 €

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News