Το ρομάντζο των ευρωεκλογών ολοκληρώθηκε χθες. Όπως στα φθηνά αισθηματικά αναγνώσματα έτσι κι εδώ κυριάρχησε ο μανιχαϊσμός: κάθε κόμμα εκπροσωπούσε το απόλυτο καλό ή το κακό, ανάλογα με την ιδεοληψία του κάθε οπαδού. Στα τηλεπαράθυρα όλα προβάλονταν ως άσπρο ή μαύρο. Όσοι υποψήφιοι ευρωβουλευτές επιχείρησαν να προβάλλουν θέσεις που αφορούν το Ευρωκοινοβούλιο, διακόπτονταν πάραυτα από τους δημοσιογράφους ως «εκτός θέματος». Άλλωστε, με βάση τις επίσημες δηλώσεις κάποιων πολιτικών αρχηγών, το κύριο διακύβευμα των ευρωεκλογών σίγουρα δεν αφορούσε την Ευρωβουλή: για τον Σαμαρά ήταν η σταθερότητα της κυβέρνησης, για τον Τσίπρα η ανατροπή της, για τον Βενιζέλο η επίβιωσή του μέσω της συγκυβέρνησης.
Όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα της σταυροδοσίας, για την πλειονότητα του τηλεοπτικού κοινού η Ευρωβουλή και οι διαβουλεύσεις των επιτροπών της, ήταν εκτός θέματος. Λογικό επακόλουθο το γεγονός ότι από τους συνδυασμούς συμπολίτευσης κι αξιωματικής αντιπολίτευσης απέτυχαν να εκλεγούν υποψήφιοι με σοβαρή ικανότητα και γνώση των ευρωπαϊκών θεμάτων.
Προτιμήθηκαν υποψήφιοι «σύμβολα», που στην πλειονότητά τους δεν έχουν βέβαια σχέση με την πραγματικότητα της Ευρωβουλής, δεν έχουν προφανώς διαβάσει ποτέ ένα Green paper, δεν γνωρίζουν ξένες γλώσσες, πόσο μάλλον τις λεπτομέρειες της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις αμφισβητούν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ιδεώδες, αλλά θα καταδεχθούν τον μισθό του ευρωβουλευτή ώστε να την πολεμήσουν εκ των έσω.
Περιμέναμε κάτι διαφορετικό από μια κοινωνία σε πλήρη πολιτιστική παρακμή, μια χώρα όπου οι αξίες της κριτικής σκέψης αγνοούνται επιδεικτικά και ο λαϊκισμός έχει διαβρώσει εκ βαθέων τον πολιτικό λόγο; Περιμέναμε κάτι διαφορετικό από μια χώρα όπου, αντί ο πολιτικός πλουραλισμός να θεωρείται δημοκρατικό πλεονέκτημα όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αποτελεί πηγή καχυποψίας και θεωριών συνωμοσίας;
Ενισχύοντας ή καλλιεργώντας την αποδοκιμασία και τη φοβία για μικρότερα κόμματα, αφού σύμφωνα με τη νοοτροπία της πολιτικής κουλτούρας στη χώρα μας, πρέπει πάντα να υπάρχουν δύο ισχυροί αντίπαλοι, δύο πόλοι γύρω από τους οποίους συσπειρώνονται οι ψηφοφόροι, κάποια ΜΜΕ φρόντιζαν η σχετική συζήτηση να περιορίζεται σε κομματικά θέματα κι αντιδικίες εσωτερικής κατανάλωσης.
Η γλώσσα των πολιτικών συνθημάτων και κάποιες φορές των πολιτικών αναλύσεων θύμιζε περιγραφή ποδοσφαιρικού αγώνα. Ο στόχος ήταν η μετατροπή των ψηφοφόρων σε οπαδούς, σε μια προσπάθεια να παροπλιστεί η κοινή λογική και να επικρατήσει το συναίσθημα υπό τη μορφή του θυμού, του ενθουσιασμού, ή της συγκίνησης. Αυτό ακριβώς το συναίσθημα, ωμό κι αδούλευτο, πασπαλισμένο με εθνικιστικές κορώνες, όχι μόνο έφερε το νεοναζιστικό κόμμα στην τρίτη θέση, αλλά οδήγησε και στην επιλογή κάποιων ευρωβουλευτών που δεν διαθέτουν τις απαραίτητες ικανότητες ώστε να διαπραγματευτούν υπέρ της Ελλάδας και να σταθούν ισότιμα δίπλα στους βουλευτές και τους επιτρόπους άλλων κρατών.
Τα κόμματα που είναι υπέρ μιας ενωμένης και δίκαιης Ευρώπης, έχουν στη διάθεσή τους πέντε έτη για να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τη σημασία των ευρωεκλογών – προβάλλοντας επιχειρήματα και θέσεις, αντί για περαστικούς celebrities.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News