1683
|

Τα Αυγά, η Ομελέτα και η Ιστορία

Τα Αυγά, η Ομελέτα και η Ιστορία

Η φράση στο χθεσινό άρθρο του Αντώνη Σαμαρά, «ομελέτα δε γίνεται, χωρίς να σπάσεις αυγά,» είναι μια σαφής ηγετική πολιτική αφήγηση. Παρουσιάζει κάτι καινούργιο στην πολιτική μας ζωή: έναν ηγέτη που εισηγείται μεταρρυθμιστική πολιτική, έχοντας δώσει προηγουμένως σοβαρό δείγμα ότι την εννοεί. Γιατί η κοινότυπη φράση από μόνη της δε λέει απολύτως τίποτε. Θα μπορούσε να είναι μια συνηθισμένη, μεγαλόστομη αρλούμπα. Αποκτά όμως τεράστια σημασία, εν προκειμένω, γιατί στηρίζεται σε μια πράξη που έχει προηγηθεί, δίνοντας υλικό αντίκρυσμα στα λόγια: το κλείσιμο της εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσης ραδιοτηλεόρασής μας, ως απαραίτητο προοίμιο στη δημιουργία μιας καινούργιας, υγιούς. Το αν ήταν σωστό ή απαραίτητο να γίνει έτσι όπως έγινε, ή όχι, είναι άλλο θέμα.

Σχολιάζοντας εδώ την αφήγηση, μένω μόνο στο ότι έγινε. Γιατί η αφήγηση ενός ηγέτη δεν αρκεί να είναι ωραία ή έξυπνη ή χαριτωμένη ή ό,τι άλλο. Για να είναι έγκυρη είναι απαραίτητο ο ηγέτης να την εννοεί και να το δείχνει, οπότε, εν προκειμένω, μπορούμε να πιστέψουμε ότι ο Σαμαράς εννοεί τη φράση του γιατί ανέλαβε ήδη το κόστος της με μια πράξη υψηλού πολιτικού ρίσκου: έσπασε αυγά. Απομένει τώρα να δούμε και τη συνέχεια. Γιατί να σπάσεις τα αυγά είναι όντως απαραίτητο. Αλλά μετά πρέπει να φτιάξεις και την ομελέτα.

Μια ηγετική αφήγηση είναι μια πρόταση για το πώς πρέπει μια χώρα να προχωρήσει από το παρελθόν στο μέλλον. Η λέξη «αφήγηση» μπλέκει δικαιολογημένα κάποιους όταν χρησιμοποιείται στην πολιτική, καθώς ακούγοντάς τη σκέφτονται συνήθως μια ιστορία με πολλούς χαρακτήρες, σύνθετες καταστάσεις, αλλεπάλληλες δραματικές ανατροπές, κάτι σαν μυθιστόρημα ή σίριαλ, ας πούμε. Όμως τίποτε από αυτά δε χρειάζεται στην αφήγηση ενός ηγέτη, που λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο σα κλειδί που ανοίγει το μέλλον.

Οι μεγάλες ηγετικές αφηγήσεις εκφράζονται κατά κανόνα σε λίγες φράσεις. Ετσι, για παράδειγμα, συμπυκνωνόνταν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, στις ομιλίες του Τσόρτσιλ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πιο φημισμένη διατύπωση της ηγετικής του αφήγησης είχε τέσσερις μόνο λέξεις: «Δε θα παραδοθούμε ποτέ.» Αυτές όμως τα έλεγαν όλα, και τούτο γιατί εκφωνήθηκαν σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, από κάποιον που ήξερε ότι μιλάει σε ένα κοινό που καταλάβαινε ακριβώς τι εννοούσε. «Δε θα παραδοθούμε ποτέ,» έλεγε ο Τσόρτσιλ, κι οι Βρετανοί άκουγαν: «Εμείς, με την ένδοξη ιστορία, με τις μάχες μας για την ελευθερία και τη δημοκρατία, δε θα δεχτούμε την τυραννία του Χίτλερ, θα του αντισταθούμε, πολεμώντας τον μέχρι τέλους.» Η φράση έλεγε όσα ακριβώς χρειαζόταν για να τον καταλάβει το κοινό του. Επιπλέον, ο ηγέτης πίστευε στην αφήγησή του. Αυτό, το έδειχναν οι πράξεις του, καθώς την ίδια στιγμή που μιλούσε ετοίμαζε την άμυνα της Βρετανίας, εκείνη όπου «ποτέ ξανά τόσο πολλοί δεν όφειλαν τόσο πολλά σε τόσο λίγους», δηλαδή στους ανδρείους νεαρούς πιλότους της ΡΑΦ. Αν, αντίθετα, την ώρα που εκφωνούσε την ομιλία του, ο Τσόρτσιλ έκανε διαπραγματεύσεις με τον Χίτλερ, η ομιλία θα ήταν κούφια λόγια.

Η αποτελεσματική αφήγηση ενός ηγέτη αναφέρεται στο παρελθόν και οραματίζεται το μέλλον, όπου θέλει να οδηγήσει τη χώρα του. Αυτό που έχει περισσότερη σημασία όμως είναι το παρόν. Γιατί ο ηγέτης δεν είναι ούτε ιστορικός, ούτε μελλοντολόγος. Είναι άνθρωπος της δράσης, που εξελίσσεται πάντα στο τώρα. Βέβαια οι ηγέτες που δρουν μόνο στο παρόν, χωρίς να κατανοούν τι συνέβη πρωτύτερα και χωρίς να οραματίζονται πού θέλουν να πάνε, είναι απλοί καρεκλοκένταυροι της εξουσίας—είναι ηγέτες χωρίς αφήγηση. Άλλοι πάλι, που βάζουν το παρόν πάνω από όλα, και λειτουργούν με βάση την πρωινή δημοσκόπηση και τη νυκτερινή συνέντευξη, είναι απλοί καιροσκόποι—που αλλάζουν συνέχεια αφηγήσεις.

Οι μεγάλοι ηγέτες προτείνουν και υποστηρίζουν μια σταθερή αφήγηση. Αυτοί που μένουν, αυτοί που γράφουν Ιστορία, ένας Λίνκολν, ένας Τσόρτσιλ, ένας Ντε Γκολ, είναι αυτοί που είχαν αφηγήσεις που ερμήνευαν το χθες της χώρας τους, για να το μετασχηματίσουν στο αύριο μέσα από το όραμά τους, με τη θεληματική δράση. Η Ιστορία τους ονόμασε μεγάλους όχι επειδή είχαν αφηγήσεις, ούτε επειδή οι αφηγήσεις ήταν οραματικές, αλλά επειδή, επιπλέον, τις εφάρμοσαν. Και αναφέρω αυτούς τους τρεις, κι όχι έναν Ναπολέοντα, έναν Λένιν, ή έναν Χίτλερ, που επίσης είχαν ισχυρές αφηγήσεις που εφάρμοσαν, γιατί πιστεύω στη φιλελεύθερη δημοκρατία, και στους ηγέτες που επιβάλλονται μέσα από το λόγο και τις εκλογές, όχι με τη βία και το αίμα.

Για να ξεχωρίσει ένας ηγέτης, για το καλό, η αφήγησή του πρέπει να έχει τρία στοιχεία: Το πρώτο είναι να βοηθάει τον τόπο του να λύσει τα προβλήματα του και να πορευτεί σε ένα καλύτερο μέλλον—αν είναι αναποτελεσματική ή αδιάφορη θα περάσει απαρατήρητη, ή απλώς θα αποτύχει. Το δεύτερο είναι να είναι αντιληπτή από τον κόσμο, ώστε να πείσει τον κόσμο να δώσει στον ηγέτη την εξουσία να την κάνει πράξη—χωρίς εξουσία, ένας ηγέτης παραμένει απλός οραματιστής, ένας κομματάρχης με ωραίες ιδέες. Το τρίτο και σημαντικότερο είναι να θέλει ο ηγέτης να την εφαρμόσει στην πράξη, με επιμονή και συνέπεια. Χωρίς επιμονή, θα αποτύχει. Χωρίς συνέπεια, η αφήγηση θα χάσει τον ειρμό και το νόημα της, θα γίνει παρωδία του εαυτού της, μια τρύπα στο νερό.

Το τελευταίο στοιχείο, η συνέπεια, είναι τόσο σημαντικό σε μια ηγετική αφήγηση, όσο και σε μια μαθηματική θεωρία. Μια μαθηματική θεωρία με αντιφάσεις καταρρέει. Μια ηγετική αφήγηση που είναι ασυνεπής, ή εσωτερικά με τον εαυτό της, ή κυρίως με τις πράξεις του ηγέτη, αυτο-ακυρώνεται. Φυσικά, μπορεί κανείς να αντιτάξει ότι η ζωή περιέχει εγγενείς αντιφάσεις, όπως άλλωστε δείχνουν οι μεγάλες έντεχνες αφηγήσεις, μια αρχαία τραγωδία, ένα κλασικό μυθιστόρημα, μια σπουδαία ταινία. Αυτό είναι αλήθεια, και οι ηγέτες συχνά καλούνται να αντιμετωπίσουν απρόσμενες συνθήκες, βάσει των οποίων πρέπει να προσαρμόσουν τις αφηγήσεις τους. Οι μικροί ελιγμοί ή τακτικισμοί, είναι ενίοτε απαραίτητοι. Αλλά η εγκατάλειψη της κύριας αφήγησης έχει πάντα μοιραίες συνέπειες για τον ηγέτη. Γιατί ο μεγάλος ηγέτης δεν είναι μυθιστοριογράφος, ώστε να αποδίδει το πολυσύνθετο της πραγματικότητας, αλλά πλάστης του μέλλοντος. Δεν κινείται από τα γεγονότα αλλά τα κινεί—γι’ αυτό είναι ηγέτης και όχι οπαδός. Η ηγετική αφήγηση, πάλι όπως τα μαθηματικά, είναι το αξίωμα, η αταλάντευτη αρχή. Όποιες και να είναι οι αντιξοότητες της ζωής, μόνο ακολουθώντας την αφήγησή του με συνέπεια μπορεί ο ηγέτης να φτάσει στο αποτέλεσμα, να αποδείξει το σωστό, το δίκιο του. Το αν θα πετύχει τελικά δεν είναι βέβαια απόλυτα στα χέρια του, καθώς το απρόβλεπτο, το μοιραίο, το τυχαίο, ενυπάρχουν στα ανθρώπινα και ο ηγέτης δε μπορεί όλα να τα προβλέψει. Μπορεί όμως, και πρέπει, να κάνει πάντα ό,τι καλύτερο μπορεί. Αν είναι μαζί του κι οι θεοί—για να το πω ποιητικά—θα πετύχει. Αλλιώς τουλάχιστον θα πέσει σωστά, γενναία, σαν άξιος του οράματός του. Και θα αφήσει ένα μάθημα, ένα παράδειγμα.

Όλες αυτές οι σκέψεις, που με απασχολούν καθημερινά στη δουλειά μου, ως συγγραφέα, αλλά και ανθρώπου που σκέφτεται πολύ για τη δύναμη της αφήγησης ως εργαλείου ερμηνείας του κόσμου, μου τις ξανάφερε στο νου η πράξη του Αντώνη Σαμαρά να κλείσει την ΕΡΤ. Όταν την πρωτάκουσα δε την πίστεψα. «Δε γίνονται τέτοια στην Ελλάδα,» είπα, δηλαδή δεν υπάρχουν ηγέτες με τέτοια θεληματικότητα. Λίγες ώρες αργότερα, όταν είδα το περιβόητο «μαύρο» στο δέκτη, είπα «για να δούμε πόσο θα κρατήσει,» πάλι ασυνήθιστος σε ισχυρές και συνεπείς αφηγήσεις από τους πολιτικούς. Τις επόμενες μέρες, οι αμφιβολίες μου αυξήθηκαν, όταν είδα κάποιες αμφιταλαντεύσεις, καθώς και το ξαφνικό ξεθάρρεμα των χειρότερων στοιχείων των συγκυβερνώντων κομμάτων, που άρχισαν να κολακεύουν το παλιό τους κοινό, τις συντεχνίες, προτείνοντας ως «προοδευτικό» το να μην αλλάξει τίποτε! Βλέποντας όμως ότι ο Σαμαράς δεν υποχωρεί, και κυρίως διαβάζοντας το χθεσινό άρθρο του, όπου η αφήγηση που υλοποίησε η δράση του δηλώνεται ξεκάθαρα, άρχισα να πιστεύω ότι εννοεί αυτά που κάνει, και κάνει αυτό που εννοεί. Το αρχικό κόστος της πράξης το ανέλαβε. Αν ακολουθήσει την αφήγησή του με επιμονή και συνέπεια, θα θέσει σοβαρή υποψηφιότητα στην Ιστορία για σημαντικός ηγέτης.

Οσο για το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, για να προχωρήσουν σωστά πρέπει να καταλάβουν τη λογική των ηγετικών αφηγήσεων, και να πάψουν να αυτοσχεδιάζουν βάσει φθαρμένων προτύπων. Ούτε η νεκρανάσταση του συντεχνιασμού, ούτε οι ξεπερασμένες συνταγές θα τους σώσουν. Το να ζητάνε ουσιαστικά να γυρίσουν τα πράγματα στο παλιό κακό παρελθόν, τους ξαναγυρίζει κι αυτούς στο χειρότερο εαυτό τους, που θα έπρεπε να ξέρουν τι τους κόστισε. Άσε που σε αυτό το παιχνίδι είναι πλέον ικανότερος ο ΣΥΡΙΖΑ: οπισθοδρομεί πολύ πιο γρήγορα, πιο φωνακλάδικα, πιο λαϊκίστικα. Αν θέλουν οι δυο μικροί κυβερνητικοί εταίροι να κερδίσουν από τη νέα εξέλιξη, πρέπει να ορίσουν ταχύτατα μια νέα αφήγηση, ηγετών που τολμούν πραγματικά. Και πρώτα πρώτα να ενωθούν—ο χώρος της προόδου χωράει τώρα το πολύ δυο αλληλοσυμπληρούμενες αφηγήσεις, όχι τρεις. Ο Σαμαράς έσπασε τα αυγά—αυτή είναι η δική του αφήγηση, αποτελεσματική εφόσον δεν κάνει πίσω. ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, αντί να προσπαθούν να ξανακολλήσουν τα τσόφλια, και να λερώνονται άσκοπα, μπορούν να συμπληρώσουν την αφήγηση του Σαμαρά με τη δική τους. Αν θέλουν να είναι γνήσιοι, προοδευτικοί μεταρρυθμιστές, ας συμβάλλουν καθοριστικά ώστε να γίνει η καλύτερη δυνατή ομελέτα: ας πιέσουν να φτιαχτεί ένας κατά το δυνατόν καλύτερος καινούργιος δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας, ακομμάτιστος, ποιοτικός, νοικοκυρεμένος. Αντί να παραλληλίζουν, κάποιοι, βλακωδώς, το κλείσιμο της ΕΡΤ με το κλείσιμο του BBC, ας συμβάλλουν να φτιαχτεί ένας φορέας σαν το BBC. Αυτόν κανείς ποτέ δε θα τολμήσει να τον κλείσει.

Τα κόμματα των άκρων, που βρίσκονται στην αντιπολίτευση, προτείνουν στην κοινωνία αφηγήσεις μελοδραματικές, υστερικές, γεμάτες βουή και σαματά, αφηγήσεις ψεύτικες, σκέτες ουτοπίες, πασπαλισμένες ασυναρτησίες για να πείσουν τους αφελείς και τους απελπισμένους. Είναι αφηγήσεις που δεν υλοποιούνται, γιατί είναι εσωτερικά αντιφατικές, όπως ή άρνηση του δανεισμού με ταυτόχρονη αύξηση των κρατικών δαπανών, ή η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω του δυναμώματος των συντεχνιών—τρέχα γύρευε! Αν ποτέ, για κακή μας τύχη, βρεθούν στην εξουσία, απλούστατα θα τις πετάξουν στα σκουπίδια και θα ακολουθήσουν τις αφηγήσεις που πάντα εφάρμοσαν στην Ιστορία οι όμοιοί τους: τις αφηγήσεις της βίας και του αίματος.

Εναπόκειται στα κόμματα που πιστεύουν στη φιλελεύθερη δημοκρατία να προτείνουν και να στηρίξουν σωστές αφηγήσεις. Η Νέα Δημοκρατία είναι σε ένα δρόμο. Ας ακολουθήσουν ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, ως δημιουργικοί και συνεπείς αφηγητές, όχι πιθηκίζοντας τους παλιούς κακούς εαυτούς τους. Αν το κάνουν, συνεργαζόμενοι, θα είναι όλοι κερδισμένοι. Αν δεν κάνουν, και η Νέα Δημοκρατία επιμείνει στη μεταρρυθμιστική της αφήγηση, τα δυο μικρότερα κόμματα θα συνθλιβούν, κάνοντας όμως πολύ κακό και στον τόπο, που έχει μεγάλη ανάγκη μια ενωμένη, ισχυρή, κεντροαριστερή μεταρρυθμιστική παράταξη.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News