Μελαγχολία βαθειά και βαριά. Απ’ το Βοριά ως τον Νοτιά κι’ από τη Γή ως τη Σελήνη. Ο Κατσιφάρας πέθανε, η αγάπη όμως μένει. Ψηφία εδώ και εκεί, ότι απόμεινε από «καθεστώτα», «αυλές» και «ισχυρούς άνδρες» που κατάφεραν να παραλάβουν από την τρισκατάρατο Χούντα και τον κυρίως Εθνάρχη ( τον Κωνσταντίνο Καραμανλή) μια χώρα φτωχή, τίμια και τακτική, χωρίς χρέη και με καθαρό κούτελο – και να την κάνουνε χημικά νεόπλουτα σμπαράλια και απόβλητα, τόσο μολυσμένα και μολυσματικά που καμιά χωματερή να μην δέχεται πια να τα θάψει. Βλέπεις τα πρόσωπα τους στο μικρό αφιέρωμα για τον Κατσιφάρα, τον έναν μετά τον άλλον, τριαντάρηδες και σαραντάρηδες τότε, οι πιο πολλοί συγχωρεμένοι – σαν τον Κατσιφάρα – πιά. Τεράστια η αποτυχία τους. Φτιάξανε αυτό το κράτος με το πελατολόγιο τους να επανδρώνει τη ραχοκοκαλιά της Ελλάδας που σήμερα ψυχορραγεί. Ας πεθάνει. Κανείς δεν την θέλει σ’ αυτή την κατάσταση, τόσο εκτός μέτρου (και εκτός πάθους βέβαια προ πολλού). Ο Βύρων Πολύδωρας ανάμεσα σε δυο εκλογικές μάχες, πριν λίγες εβδομάδες, έγινε για μια μέρα Πρόεδρος της Βουλής – και εκείνη τη μέρα διόρισε την κόρη του, (τώρα μιλάμε, καλοκαίρι 2012), «γραμματέα» του Πρόεδρου στη Βουλή. Συγχρόνως ο Σαμαράς με τον Στουρνάρα προσπαθούν να βρούνε τρόπο να πούνε ευγενικά σε όλες αυτές τις κόρες και τους γιούς Πολύδωρα ότι είναι ανάγκη πάσα να μας ξεφορτώνονται –αλλά δεν είσαι καλά, ξεκουνάει τώρα η –κάθε – κόρη του –κάθε – Πολύδωρα από την –κάθε – Βουλή; Αφού –κάποια στιγμή μέσα στις 4 σχεδόν δεκαετίες – διορίστηκε. Τελείωσε. Διο-ρί-στη-κε.
Πήγανε να ξεκαρφωθούνε λίγο με το «μεταναστευτικό» και τις σκούπες αλλά δεν μασήσαμε – ουδείς μάσησε. Θελήσανε να μας ενώσουνε επιτέλους –εμείς εναντίον των «ξένων». Κατέβηκε το έργο βιαστικά. Ντροπή. Ύβρις. Τεράστια η αμηχανία τους γιατί πέφτουνε συνεχώς πάνω σ’ αυτά που οι ίδιοι (με τους κομματικούς μηχανισμούς τους) έχουν δημιουργήσει. «Μα – δεν είχαμε πει;». «Μα δεν πλήρωσα τόσα;». «Τι μου λες τώρα δεν ήξερες, τα άλλα μισά ποιος τα έπαιρνε;». Και τόσο πολύ κακό για το τίποτα. Τόση φαιά ουσία πως θα προστατεύσουμε τους δικούς μας με νόμους περί ευθυνών υπουργών και βουλευτικής ασυλίας ενώ τώρα αν σκάσει τίποτα δεν «σώνεται» – αφού, βεβαίως, στην ούγια γράφει καθαρά «ξέπλυμα». Δεν παραγράφονται αυτά, οπότε αν σε κρατάω στο χέρι «φίλτατε διατελέσαντα», έναν αριθμό λογαριασμού, τόσα λεφτά (θυμάσαι τι ωραία που περάσαμε, έχω και φωτογραφίες) τότε, στην τάδε offshore, ε, πάει, «Εθνική πολιτική» δεν γίνεται, γίνεται αυτή η τόσο μελαγχολική κωμικοτραγωδία που ζούμε καλοκαιριάτικα, να βρωμάει το πτώμα, τούμπανο νάχει γίνει και να μην αναλαμβάνει νεκροθάφτης – γιατί κανείς δεν θέλει την ευθύνη τέτοιου κήτους σε προχωρημένη αποσύνθεση.
«Στήνουμε θέατρα και τα χαλνούμε/ όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε /στήνουμε θέατρα και σκηνικά,/ όμως η μοίρα μας πάντα νικά/και τα σαρώνει και μας σαρώνει/ και τους θεατρίνους και το θεατρώνη», λέει ο Σεφέρης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News