Να πάτε κι εκεί
Να πάτε κι εκεί
Στον πεζόδρομο της Βαλαωρίτου – όπου ακόμη διατηρείται κάτι από την μνήμη των ημερών που το Press Room βρισκόταν παραδίπλα, χώρια που κάθε τόσο έχει επαναστατική γυμναστική στην παρακείμενη ΕΣΗΕΑ, οπότε ξεστρατίζει προς Βαλαωρίτου πικραμένος δημοσιογραφικός κόσμος – ακούσαμε την πιο ιοβόλο ατάκα για την προ ημερών προτροπή μας: «Να πάτε», δηλαδή να δείξει κανείς ενδιαφέρον για τις διεργασίες (επανα)συγκρότησης κάποιου πράγματος που να θυμίζει Κεντροαριστερά/Σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα του 2012.
«Να πάτε στο Γκάζι για να δείτε κλίμα μνημόσυνου, ώστε όταν πάτε στην Πανελλαδική του ΣΥΡΙΖΑ το 3ημερο, στο Ειρήνης και Φιλίας να έχετε μέτρο σύγκρισης!» Παραδίπλα ήταν κάποιοι ξένοι ανταποκριτές, οπότε τα επόμενα λίγα λεπτά δαπανήθηκαν σε εξηγήσεις του νέου πολιτικού χάρτη, του δημοσκοπικού τουλάχιστον – με το ΠΑΣΟΚ αισίως πέμπτο έως έβδομο κόμμα (έβδομο στην VPRC, κάτω από το ΚΚΕ κι από τους ΑνΕλληνες, κάτω κι από την ΔΗΜΑΡ : άθροισμα ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ κάτω από την ΧρυσΑυγή).
Η αναφορά στην συνάντηση των – κατά δήλωσίν τους, βέβαια – Κενροαριστερών στο Γκάζι ως μνημόσυνο είναι άδικη/υπερβολική, αφού ναι μεν οι εν πολλοίς 50άρηδες και βάλε είχαν αναφορά σε ένα παρελθόν, σε μια σειρά από εμπειρίες που έχουν κατά πολύ φύγει και χαθεί και μπει στο πολιτικό εικονοστάσι, όμως όλοι όσοι βρέθηκαν και ζυμώθηκαν (πόσο παράταιρα ηχεί η λέξη, πια!) εκεί είχαν ένα τουλάχιστον γνώρισμα – την μη-παραίτηση, την μη-αποστράτευση. Την κάποια αναζήτηση, πείτε το. Γι αυτό, άλλωστε, και μετρούσε κανείς και νεότερο κόσμο. Ακόμη περισσότερο: κόσμο που δεν έζησε την λογική του αρμέγματος της εξουσίας, της μετάφρασης της πολιτικής ένταξης σε προσωπικό όφελος – τέτοια πράγματα.
Πάντως, η αποστροφή του φίλου της οδού Βαλαωρίτου είχε και περιεχόμενο, ουσία: στην Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ στο ΣΕΦ – κανονικά είναι ανοιχτό μόνο στους κάπου 3500 αντιπροσώπους του Ενιαίου Κοινωνικού Μετώπου (όλο και πιο εμφατικά η δεύτερη αυτή πτυχή της ονομασίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ αλέθεται απ’ όσους την εκφράζουν δημόσια: έχει κι αυτό την σημασία του που θα την δούμε και στο Σχέδιο Διακήρυξης, δια χειρός/απαγγελίας Αριστείδη Μπαλτά), όμως ο ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει και κατ’ αυτό ΠΑΣΟΚ της ανόδου, στο ότι είναι προσβάσιμες οι διαδικασίες του και σε όσους έχουν/δείχνουν να έχουν ενδιαφέρον να παρακολουθήσουν. Όλο και κάποιος θα σε βάλει μέσα…
Δεν είναι λοιπόν, μόνον, το στατιστικό και εμπειρικό γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί σήμερα (το 5% που έγινε 16% και ύστερα 27%) ως δίχτυ υποδοχής των δυνάμεων εκείνων – δηλαδή των ανθρώπων, δηλαδή των προσδοκιών, δηλαδή του παράπονου και της ανάγκης έκφρασης και του άγχους ενός πολιτικού ανήκειν – που από επί δεκαετίες και δεκαετίες συναπάρτιζαν την πλειοψηφική στην Ελλάδα Κεντροαριστερά. Είναι και η αίσθηση του αναβρασμού, της effervescence που θαλεγαν και οι Γαλλοφερμένοι της πολιτικής ανάλυσης, που πάντα συνοδεύει στην Ελλάδα την πολιτική στράτευση, και πάνω στην οποία έχει οικοδομήσει – πόσο συνειδητά, πόσο όχι, ελάχιστα ενδιαφέρει – ο ΣΥΡΙΖΑ την άνοδό του.
Υπ’ αυτήν την έννοια, ενώ οι Συριζαίοι στο Ειρήνης και Φιλίας θα αναζητούν τις οργανωτικές τους ισορροπίες (με 75% των μελών της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής, που θα οδηγήσει στο Συνέδριο της άνοιξης, να εκλέγεται από την Συνδιάσκεψη, με το 25% να υποδεικνύεται/κοοπτάρεται από τις Συνιστώσες και άλλα παρόμοια), ενώ οι απέξω θα προσπαθούμε να καταλάβουνε αν το Αριστερό Ρεύμα θα εκτοπίσει ολότελα τους Πασοκοφερμένους, ή αν οι Προεδρικοί θα κάνουν την σύνθεση ώστε η όλη υπόθεση να μην καταλήξει ψευδοεπαναστατική μέθη (δανειζόμαστε την διατύπωση από τον Λευτέρη Κουσούλη) , ενώ οι καθ’ έξιν και κατ’ επάγγελμα επηρεαστές των media θα αναζητούν το πώς και κατά πόσον θα λειτουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως ενιαίο κόμμα, στο ΣΕΦ θα συντελεστεί κάτι πιο σημαντικό. Τι; Θα γίνει ένα ακόμη βήμα προς την συνάντηση του ΣΥΡΙΖΑ με την περίεργη εκείνη πολιτική έννοια που ονομάζεται «πραγματικότητα». Πέρα από τις κατασκευές και τα διανοητικά σχήματα, εκεί και μόνον εκεί βρίσκεται η πρόκληση για τον ΣΥΡΙΖΑ (όπως άλλωστε βρέθηκε και για το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ΄70). Η συνάντηση με την πραγματικότητα είναι εκείνο που προσγειώνει από τις υψηλές πτήσεις της ιδεολογίας, αν θέλετε της επαναστατικότητας, αν προτιμάτε της Ελληνικής ιδεολογικής ιδιοτυπίας (του πολιτικού χαβαλέ), αν το προτιμάτε αλλιώς του πολιτικού ρομαντισμού. Προσγειώνει σε κάτι που σε προετοιμάζει για την επόμενη συνάντηση, εκείνη με την εξουσία. (Μεσολαβούν κάλπες: ας μην λησμονείται κι αυτό, δεν αρκούν οι δημοσκοπήσεις ή οι μηντιακές εξάρσεις).
Και η επαφή με την εξουσία και αυτή συντελείται κάτω από την βία της πραγματικότητας. Και αυτή, η εξουσία δηλαδή, βγάζει μέσα από τους πολιτικούς σχηματισμούς (στην άνοδο και αργότερα στην πτώση) τον αληθινό τους εαυτό. Όμως αυτά, αργότερα.
Συμπέρασμα: να πάτε κι εκεί. Να επιχειρήσετε να μπείτε. Να δείτε, να ακούσετε, να κρίνετε, να τοποθετηθείτε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News