Εγώ, ο αφερέγγυος…
Εγώ, ο αφερέγγυος…
Και ξαφνικά, έχοντας καταθέσει όλα μας τα τυπικά προσόντα θεωρώντας πως αυτά είναι αρκετά, όταν μας είπαν «όχι, δεν είναι», κοιταχτήκαμε στον καθρέφτη και είδαμε – επιτέλους! – τον αναξιόπιστο εαυτό μας. Αυτόν που κρύβαμε, χρόνια και χρόνια καθώς, η αλήθεια να λέγεται, βλέπαμε, ξέραμε και πιστεύαμε πάντα ότι θα «τη βγάζαμε καθαρή». Φτάσαμε μάλιστα να υιοθετήσουμε την γελοιότητα, ότι χωρίς εμάς θα γκρεμιστούν όλοι οι άλλοι. Ότι δεν θα μπορέσουν πια να ζήσουν…
Είναι τόσο θλιβερό όμως, αυτή τη στιγμή πού όλοι οι εταίροι, ακόμα και εκείνοι που θεωρούμε (και ίσως είναι) «κοντά μας», να μας λένε κατάμουτρα «δεν σας έχουμε εμπιστοσύνη», και εμείς πάλι να προσπαθούμε να βρούμε άλλες δικαιολογίες (εχθρούς, ξένα συμφέροντα, αντίπαλα μπλοκ, ισορροπίες, κλπ), για να κρατήσουμε πρόσωπο!
Και για να καταλάβουμε ίσως τι ακριβώς εννοούν οι «κακοί ξένοι» όταν μας λένε «δεν σας έχουμε εμπιστοσύνη», θα επιχειρήσω να το εξηγήσω με ένα παράδειγμα: Έχω ενοικιάσει ένα διαμέρισμα. Η οικονομική μου κατάσταση έχει επιδεινωθεί και ζητώ από τον ιδιοκτήτη βοήθεια και επιείκεια. Αυτός δέχεται να μου κατεβάσει το ενοίκιο για έναν χρόνο, και συμφωνούμε ότι θα ξανασυζητήσουμε τότε, όταν τα πράγματα θα είναι καλύτερα.
Εγώ, με αυτήν την συμφωνία ανά χείρας, θεωρώ ότι σώθηκα. Την ανάσα που ζητούσα και που μου την έδωσε, την πήρα για να αφηνιάσω ξανά. Εδώ ακριβώς «αρχίζει» η αναξιοπιστία μου. Δεν τηρώ την συμφωνία μας. Στην αρχή καταθέτω λίγα χρήματα, έναντι του ενοικίου, και όταν μου το επισημαίνει ο κακός ιδιοκτήτης του λέω «αύριο θα τα΄ χεις».
Το «αύριο» γίνεται ένας χρόνος, στον οποίο όμως ο ιδιοκτήτης με βλέπει να συνεχίζω να κάνω ζωή χαρισάμενη. Να έχω δύο αυτοκίνητα. Να πηγαίνω κανονικά με την οικογένεια μου διακοπές. Να συχνάζω σε ταβέρνες. Κι από πάνω να συμμετέχω σε διαδηλώσεις εναντίον των αιμοσταγών ιδιοκτητών ακινήτων.
Στις διαμαρτυρίες του αρχικώς, και στις απειλές του κατόπιν, εγώ απαντώ με το δραματικό «μα θα αφήσεις τα παιδιά μου να πεινάσουν;». Κι όταν εκείνος μου κάνει «σόρι», και μου λέει ότι θα ζητήσει δικαστικά την έξωσή μου, τον ονοματίζω εκβιαστή, και βγαίνω και στα μέσα ενημέρωσης κατηγορώντας τον ότι τον καιρό τον καλό, γνωρίζοντας τάχα αυτός ότι ήμουν αφερέγγυος, εν τούτοις με άφηνε με υψηλό ενοίκιο αντί να με συνεφέρει από τότε!
Ο ιδιοκτήτης μου, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Αν είναι απατεώνας ή όχι, εάν εμπορεύεται όπλα, ναρκωτικά ή γυναίκες, αυτό δεν μπορεί να δικαιολογεί την δική μου αφερεγγυότητα.
Υπάρχει ένα ερώτημα που θα μπορούσα να θέσω και στον εαυτό μου και στους ξένους, και που από την απάντηση του καθενός θα είχαμε αμέσως και την απάντηση για το εάν είμαι τελικά ή όχι αναξιόπιστος. Το ερώτημα είναι: «Εσύ, εάν είχες αυτήν την στιγμή λεφτά, («λογικά» λεφτά, όχι πακτωλό μαύρου χρήματος για ξέπλυμα) θα τα επένδυες σε μια δουλειά στην Ελλάδα;».
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, φωτίζει ταυτόχρονα και όλο το φάσμα της συζήτησης περί του τι είναι «μεταρρυθμίσεις». Εάν είναι «ναι», σημαίνει ότι πιστεύω πως πράγματι υπάρχει ένα περιβάλλον φιλικό και σταθερό, που να μου επιτρέπει να ελπίζω βάσιμα ότι θα βάλω 100 και θα βγάλω 110 καθαρά. Εάν είναι «όχι», τότε ίσως αρχίσω να καταλαβαίνω επιτέλους γιατί οι κακοί ξένοι δεν έχουν εμπιστοσύνη στον τόπο μου, σε μένα, και σε αυτό που εμείς όλοι στην Ελλάδα θεωρούμε «μεταρρυθμιστικό».
ΥΓ: Το κείμενο αυτό γράφτηκε για την κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος» το μεσημέρι Κυριακής, 12 Ιουλίου, με το Eurogroup εν εξελίξει – θυμάστε εκείνη τη φοβερή βραδιά; Και σημείωνα τότε πως «ακόμα και εάν υπάρξει συμφωνία, που το εύχομαι από καρδιάς, τα ίδια θα έγραφα». Σήμερα, παραπάνω από τρεις μήνες μετά, και έχοντας κάνει την κωλοτούμπα της ζωής μας, πάλι ακριβώς τα ίδια γράφω, εδώ στο Protagon.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News