Ο Γιώργος Κύζας από τη Δράμα και οι βοηθοί του έδωσαν ρεσιτάλ διαιτησίας. Ο κυρ-Σάββας (Θεοδωρίδης) δικαιούται να διαμαρτύρεται μόνο για το σπασμένο τζάμι του πούλμαν που μετέφερε την ομάδα του Ολυμπιακού στην Τούμπα. Πάντα θα υπάρχει κάτι για να μας θυμίζει πως μπήκαμε στην Ευρωζώνη προτού, καν, γίνουμε Ευρώπη. Αυτή τη φορά, πάντως, ο ηττημένος του ντέρμπι δεν μπορεί να βρει δικαιολογίες σε θεωρίες συνωμοσίας. Επιτέλους, από χθες (Κυριακή) βράδυ οι ποδοσφαιρόφιλοι κουβεντιάζουν μόνο για μπάλα – όχι για σφυρίχτρες και σημαιάκια.
Δεν ήταν από τα πιο θεαματικά ματς που μας έχουν χαρίσει οι δυο μεγάλοι αντίπαλοι, όμως είχε κάτι από τη χαμένη -εδώ και πολλά χρόνια- αθωότητα των γηπέδων μας. Απόδειξη, η… καζούρα στους παίκτες (και στον αντιπρόεδρο) του Ολυμπιακού προς το τέλος του αγώνα. Χωρίς ύβρεις, χωρίς χυδαιότητες, χωρίς κάποιοι «κάφροι» της εξέδρας να τους έχουν βάλει στο σημάδι. Α λα παλαιά. Μακάρι, αυτές οι σκηνές από το παρελθόν να είναι τα «προσεχώς» ενός… κανονικού Πρωταθλήματος, που τόσο μας έχει λείψει.
Κάποια από τα εκατοντάδες ματς που παρακολουθούμε κάθε σεζόν, είναι μοναδικά, επειδή τέμνουν τον χρόνο: σηματοδοτούν μια νέα εποχή. Το ντέρμπι της Τούμπας (φαίνεται πως) ήταν ένα από αυτά. Ενας μέτριος ΠΑΟΚ -όχι ο ΠΑΟΚ του Δεκεμβρίου ή του Ιανουαρίου που «έβγαζε φωτιές»- νίκησε με καθαρό σκορ (το οποίο θα μπορούσε να είναι ευρύτερο από το 2-0) τον Ολυμπιακό, που τα τελευταία χρόνια είχε κάνει αρκετές… παρελάσεις στη Θεσσαλονίκη. Ποτέ άλλοτε, στο διάστημα της παντοδυναμίας των «ερυθρόλευκων», ο «Δικέφαλος του Βορρά» δεν είχε καταφέρει να τους τσαλακώσει κάνοντας στο γήπεδο μόνον τα απολύτως απαραίτητα, με τόσο λίγους παίκτες του να έχουν διακριθεί.
Την πραγματικότητα του ντέρμπι την απέδωσε άριστα ο προπονητής του Ολυμπιακού, σε δώδεκα λέξεις: «Χωρίς Μιλιβόγεβιτς και Ιντέγιε, είμαστε άλλη ομάδα. Ο ΠΑΟΚ δυνάμωσε, εμείς όχι». Στο χειμερινό παζάρι των μετεγγραφών, ο ΠΑΟΚ δαπάνησε περίπου 4 εκατ. ευρώ – όσα εισέπραξε από την πώληση του Γκάρι Ροντρίγκες στη Γαλατάσαραϊ και κάτι παραπάνω. Πήρε τον Πέδρο Ενρίκε από τη Ρεν, τον Αμρ Ουάρντα από τον Παναιτωλικό, και τον Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς από τη Λέγκια. Ο Πρίγιοβιτς, λες και ήρθε για να μας δείξει πόσο απλά είναι τα πράγματα στο ποδόσφαιρο. Για όποιον δεν αρνείται να δει την αλήθεια κατάματα, βεβαίως.
Ο ΠΑΟΚ είχε χοντρό πρόβλημα στο γκολ. Πετύχαινε ένα ανά 16 τελικές προσπάθειες. Πλήρωσε πάνω από 2 εκατ. ευρώ και απέκτησε τον σερβοελβετό φορ, ο οποίος έχει βάλει πέντε γκολ σε οκτώ τελικές (στη Σούπερ Λιγκ). Σκοράρει κάθε μιάμιση προσπάθεια ή, αλλιώς, 1,2 γκολ ανά αγώνα. Κόστισε κάτι παραπάνω, όμως -για την ώρα- αξίζει και το τελευταίο σεντ που δόθηκε γι’ αυτόν. Τα ποσοστά ευστοχίας του ΠΑΟΚ ανέβηκαν κατακόρυφα: στο ένα γκολ ανά εννέα τελικές προσπάθειες.
Με τις φωνές (για τη διαιτησία), Πρωτάθλημα δεν παίρνεις. Ο ΠΑΟΚ το κατάλαβε και αποφάσισε να ξοδέψει για να ενισχυθεί. Ο Ολυμπιακός έκανε το αντίστροφο: πιστεύοντας ότι τον τίτλο τον έχει εξασφαλίσει από τον Γενάρη, πούλησε τους δύο καλύτερους παίκτες του -τον Μιλιβόγιεβιτς και τον Ιντέγιε- και έδωσε δανεικούς, μεταξύ άλλων, τον Ομάρ, τον Πάρντο και τον Σιόβα. Μέσα σε εννέα μήνες έχασε εννέα βασικά του στελέχη, και κάλυψε τα κενά τους με «μπαλώματα». Από την περυσινή ενδεκάδα που πέρασε «αέρα» (0-2) από την Τούμπα, χθες έπαιξαν μόνον τρεις: ο Μποτία, ο Φορτούνης και ο Σεμπά. Οταν τον πήρε η κάτω βόλτα, άρχισε να τα βάζει με τη διαιτησία. Αλλοτε δικαίως, κι άλλοτε αδίκως. Αλλά, το χθεσινό ντέρμπι του «50-50» ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που και οι ίδιοι οι οπαδοί του αντιλαμβάνονται: ο Ολυμπιακός «κόντυνε», ενώ ο ΠΑΟΚ «ψήλωσε». Αυτό είναι υπέροχο. Οχι μόνο για τον ΠΑΟΚ, αλλά για το Πρωτάθλημα.
Μέχρι πριν από λίγους μήνες «απαγορευόταν» ακόμα και η σκέψη ότι κάποια άλλη ομάδα θα μπορούσε να πάρει τον τίτλο. Σήμερα, αυτός ο «άτρωτος» Ολυμπιακός δεν υπάρχει. Μάρτυρας και η στατιστική. Τρεις ήττες στη σειρά είχε να κάνει από το 1996. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ζούσε ακόμη, και η τηλεόραση έπαιζε τη «Λάμψη» του Νίκου Φώσκολου. Τρεις διαδοχικές ήττες χωρίς να πετύχει ούτε ένα γκολ, από το 1984-1985. Επιπλέον, πάνε 37 ολόκληρα χρόνια (από το πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα) από την τελευταία φορά που έμεινε «άσφαιρος» επί 351 λεπτά.
Ο Μπέντο τόλμησε να εκφράσει δημοσίως μία αλήθεια που δεν άρεσε καθόλου στον Βαγγέλη Μαρινάκη, επειδή έχει αντιληφθεί ότι το τέλος του στον Ολυμπιακό πλησιάζει. Εάν δεν ακολουθούσαν κάποια πολύ σημαντικά ματς, πιθανότατα θα είχε ήδη απολυθεί. Καμία ομάδα στον κόσμο δεν αντέχει να έχει για προπονητή της κάποιον που νοσταλγεί -δημοσίως- ποδοσφαιριστές που, πια, δεν της ανήκουν. Μόνο που είπε τη μισή αλήθεια.
Η άλλη μισή είναι, πως συνέβαλε και ο ίδιος στη συρρίκνωση του ρόστερ. Εθεσε στο περιθώριο ποδοσφαιριστές με ποιότητα, προσωπικότητα και εμπειρία -τον Τσόρι, τον Μάριν, τον Καμπιάσο- οι οποίοι θα μπορούσαν να του προσφέρουν πολλά. Παίκτες με συμβόλαια πάνω από 3,5 εκατ. ευρώ τον χρόνο, που κοστίζουν όσο το μπάτζετ των περισσοτέρων ομάδων της Λίγκας, ούτε που τους υπολογίζει. Αποφάσισε να ποντάρει σε 16-17 άτομα, που «τραβάνε το κουπί» δυο φορές την εβδομάδα, και άφησε τους υπόλοιπους να βλέπουν τα ματς του Ολυμπιακού από το σπίτι τους ή -στην καλύτερη- από την εξέδρα. Τώρα τους χρειάζεται, όμως είναι ζήτημα αν θα μπορούσαν να βοηθήσουν έπειτα από μήνες απραξίας.
Ετσι κι αλλιώς, ο πορτογάλος προπονητής θα κουβαλήσει τον σταυρό των φετινών αμαρτιών του Ολυμπιακού. Η διαδικτυακή «επίθεση» του Τσόρι Ντομίνγκες εναντίον του («… είναι καιρός να γίνει ανάληψη ευθυνών για το πόσο κακή είναι η ομάδα μας, να κοιτάξουμε τα εσωτερικά και να μην κατηγορούμε τους άλλους…») είναι ενδεικτική του κλίματος που υπάρχει γι’ αυτόν. Αλλά, όποια κι αν είναι τα μερίδια της ευθύνης, η ουσία δεν αλλάζει: ο ΠΑΟΚ, ο Πανιώνιος, η ΑΕΚ, αλλά και οι ομάδες που τον ζόρισαν χωρίς να τον νικήσουν, πλέον, δεν φοβούνται τον Ολυμπιακό.
Μπορεί ακόμα και να χάσει το Πρωτάθλημα; Δύσκολο, αν και σίγουροι βαθμοί δεν υπάρχουν, πια, για τον Ολυμπιακό. Ούτε, καν, στο «Γ. Καραϊσκάκης». Εως τις 19 Μαρτίου, που τελειώνει η… ανηφόρα στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο, θα γνωρίζουμε. Ασφαλώς, όμως, μπορεί να χάσει το επόμενο. Αν κάτι απέδειξε το χθεσινό ματς στην Τούμπα, είναι ότι αυτή η απόσταση που οι πρωταθλητές διατηρούσαν από τους διώκτες τους, έχει μικρύνει δραματικά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News