Στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για ζητήματα Παιδείας («Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις»), μεταξύ όσων έλαβαν τον λόγο ήταν και ο βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας καθηγητής Χρήστος Ταραντίλης, όπως και ο βουλευτής Επικρατείας του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Καμίνης.
Ο κ. Ταραντίλης αναφέρθηκε στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική στον τομέα, υπογραμμίζοντας ότι αποτελεί προτεραιότητα η μεταρρύθμιση των εκπαιδευτικών πραγμάτων, μάλιστα αναφέρθηκε στην «αποκέντρωση» της σχολικής μονάδας διά της αναπτύξεως μεγαλύτερης αυτονομίας στο σχολείο. Διατράνωσε, δε, την πίστη της κυβέρνησης, γενικότερα, στην αξία της δημόσιας εκπαίδευσης.
Από πλευράς του ο κ. Καμίνης στηλίτευσε την έλλειψη μακροπρόθεσμου και δεσμευτικού για κάθε κόμμα, όπως είπε, σχεδιασμού στην Παιδεία, υποστηρίζοντας ότι δεν νοείται μεταρρύθμιση χωρίς προοπτική στον χρόνο. Δήλωσε ότι το κόμμα του τάσσεται υπέρ της αξιολόγησης, σε πρόσωπα, δομές, προγράμματα, ωστόσο χαρακτήρισε την προτεινόμενη από την κυβέρνηση αξιολόγηση «κολοβή», αν και θα την υπερψηφίσει.
Η ομιλία Τραραντίλη
Ο κ. Ταραντίλης, αφού αναφέρθηκε στον πρώτο μετά από 12 χρόνια διορισμό 11.700 μόνιμων εκπαιδευτικών και στην ενίσχυση των Κέντρων Διάγνωσης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης με 1.000 οργανικές θέσεις ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, ανέλυσε στις εισηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις που στοχεύουν στην αναβάθμιση του ελληνικού δημόσιου σχολείου:
α) Μεταρρύθμιση των δομών εκπαίδευσης και δημιουργία θέσεων στελεχών με αμιγώς παιδαγωγικό χαρακτήρα: Επόπτες Ποιότητας, Σύμβουλοι Εκπαίδευσης, Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης και Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία, με στόχο την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και τη διασφάλιση στις ποιότητας στην εκπαίδευση.
β) Οργανωμένη, συστηματική και διαφανής διαδικασία λογοδοσίας με στόχο την ανατροφοδότηση: συνολική αξιολόγηση των στελεχών στις εκπαίδευσης και διαμορφωτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών (διδακτική, παιδαγωγική και υπηρεσιακή), ώστε να προωθείται η συνεχιζόμενη επαγγελματική ανάπτυξη και η βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου.
γ) Απόδοση μεγαλύτερου βαθμού αυτονομίας στο σχολείο: στροφή από στις αυστηρές κεντρικές οδηγίες στις ένα αποκεντρωμένο και πιο αυτόνομο εκπαιδευτικό περιβάλλον, με λιγότερη γραφειοκρατία και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και ελευθερία στις εκπαιδευτικούς (π.χ. ελεύθερη επιλογή βιβλίου, αυτονόμηση στις διαδικασίες αξιολόγησης των μαθητών, αποκέντρωση στην έγκριση εκπαιδευτικών δράσεων, απλοποίηση των διαδικασιών διενέργειας ερευνών και πρακτικής άσκησης στις σχολικές τάξεις).
δ) Μέριμνα για τον εξορθολογισμό και την αναβάθμιση στις Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας) και δημιουργία Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών.
Συνοψίζοντας ο Βουλευτής Επικρατείας στις ΝΔ τόνισε ότι η Κυβέρνηση, τηρώντας στις προεκλογικές δεσμεύσεις στις, επιχειρεί να θεραπεύσει τρία βασικά προβλήματα στις εκπαίδευσης: τον συγκεντρωτισμό, την έλλειψη ανατροφοδότησης και τη στασιμότητα. Στη θέση τους αντιπροτείνει την αυτονομία των σχολικών μονάδων, την αξιολόγηση εκπαιδευτικών και στελεχών στις εκπαίδευσης και τη συνολική αναβάθμιση του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο καθηγητής κ. Ταραντίλης εξέφρασε την άποψη ότι το σχολείο πρέπει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται έγκαιρα στις αλλαγές των καιρών, για να μπορεί να στις συνδιαμορφώνει – όχι απλώς να στις παρακολουθεί με καθυστέρηση, τονίζοντας ότι «μόνο έτσι μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι το ελληνικό σχολείο θα αναζωογονηθεί, προετοιμάζοντας όχι για έναν κόσμο που δεν υπάρχει αλλά για ένα ‘αύριο’, στις αξίζει στις επόμενες γενιές».
Η ομιλία Καμίνη
To #Κίνημα_Αλλαγής πιστεύει στο #Δημόσιο τομέα.
Και για να υπάρχει άξιος δημόσιος τομέας πρέπει να έχει άξια στελέχη.
Και άξια στελέχη χωρίς #αξιολόγηση δεν μπορούμε να έχουμε.
Αυτό δεν ισχύει μόνο στην ?? εκπαίδευση, αλλά σε ολόκληρη τη δημόσια διοίκηση.@KaminisG #Βουλή #ΚΙΝΑΛ pic.twitter.com/DirZ9tjDBC— Κίνημα Αλλαγής Τομέας Δημόσιας Διοίκησης (@KinalDioikisi) July 27, 2021
«Η συζήτηση για τη δημόσια εκπαίδευση στη χώρα μας κατά κανόνα μονοπωλείται από οργανωτικά ζητήματα και όχι από την ουσία, που είναι η ποιότητα και το περιεχόμενο της δημόσιας εκπαίδευσης. Οπως στην τριτοβάθμια, έτσι και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θεσπίζουμε ως Βουλή νόμους, για την κατανομή μικρών και μεγάλων εξουσιών στο εκπαιδευτικό σύστημα και αμελούμε εντελώς τον προσανατολισμό πρέπει να έχει η δημόσια παιδεία κατά τη τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, όπου οι εξελίξεις λόγω της τεχνολογίας, και της τεχνητής νοημοσύνης τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.
»Το μεγάλο πρόβλημα της δημόσιας εκπαίδευσης, όπως συμβαίνει και σε άλλα σοβαρά θέματα, είναι η έλλειψη ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, ο οποίος θα είναι δεσμευτικός για τις πολιτικές δυνάμεις και θα εφαρμόζεται ανεξαρτήτως κυβέρνησης. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει ότι το νομοσχέδιο θα είναι προϊόν θεσμικού διαλόγου με τις πολιτικές δυνάμεις, τα επιστημονικά σωματεία, τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών, ώστε να διαμορφωθεί ένα κλίμα συναίνεσης. Χρειάζεται επίσης μια μακροχρόνια συμφωνία στην άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Όταν μιλάμε για μεταρρύθμιση, αυτή αναγκαστικά πρέπει να έχει βάθος χρόνου.
»Προσμετρώ στα θετικά την τοποθέτηση υπευθύνων, ανά Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στις θεματικές της Πληροφορικής και τις Νέες Τεχνολογίες, της Αγωγής Υγείας, της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού. Είναι σωστή επίσης η πρόβλεψη για τον ορισμό συγκεκριμένων κριτηρίων συνέντευξης, της μαγνητοφώνησής της και την μελέτη περίπτωσης από προκαθορισμένη τράπεζα θεμάτων για την επιλογή Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης, Διευθυντών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Στα θετικά και η πρόβλεψη στο άρθρο 85 τη δυνατότητας επιλογής του διδακτικού βιβλίου σε κάθε μάθημα από τους εκπαιδευτικούς της σχολικής μονάδας, όπως και η τοποθέτηση παιδαγωγικού συμβούλου-μέντορα για την καθοδήγηση-υποστήριξη του εκπαιδευτικού, πρόβλεψη που υπήρχε και στο ν. 3848/2010.
»Ως προς τις διατάξεις της αξιολόγησης των στελεχών και των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το Κίνημα Αλλαγής από θέση αρχής τάσσεται υπέρ του θεσμού της αξιολόγησης, και μάλιστα όχι μόνο στα πρόσωπα, αλλά και στις δομές, τις διαδικασίες, τα προγράμματα σπουδών. Η αξιολόγηση στελεχών δεν θεσπίζεται βέβαια πρώτη φορά. Προβλεπόταν ήδη στον ν. 2525/97, με υπουργό Παιδείας τον Γεράσιμο Αρσένη καθώς και στον ν. 2986 επί υπουργίας Πέτρου Ευθυμίου, νόμος ο οποίος ενσωμάτωσε 17 δείκτες αξιολόγησης, σύμφωνα με τις οδηγίες του ΟΟΣΑ εκείνη την εποχή. Τέλος, στον ν. 3848/2010, επί υπουργίας Αννας Διαμαντοπούλου έγινε και πάλι μια συγκροτημένη προσπάθεια θέσπισης ενός ολοκληρωμένου συστήματος αξιολόγησης. Ως προς τον τελευταίο νόμο, αξίζει να σημειωθεί ότι η Νέα Δημοκρατία τον είχε καταψηφίσει. Σήμερα βέβαια έρχεται και υιοθετεί, σχεδόν αντιγράφει, τις διατάξεις εκείνου του νόμου. Διαδικασίες αξιολόγησης είχαν ξεκινήσει και επί Υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου το 2014.
»Τις διατάξεις αυτές εμείς θα τις υπερψηφίσουμε, μολονότι είναι διατάξεις κολοβές.
»Ελάχιστη επίπτωση έχουν στην πορεία του εκπαιδευτικού, την εξέλιξη του, βαθμολογική ή μισθολογική. Αρκεί κάποιος να ρίξει μια ματιά στο άρθρο 78 που λέει με πολύ περιληπτικό τρόπο, σχεδόν σαν να ντρέπεται, ότι η αξιολόγηση απλώς λαμβάνεται υπ’ όψη στις διαδικασίες επιλογής για θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης. Είκοσι σελίδες για την αξιολόγηση στο σχέδιο νόμου, 18 άρθρα και φτάνουμε ουσιαστικά σε αυτή την κολοβή αξιολόγηση, που δεν τολμάει ο νομοθέτης να αντλήσει τα συμπεράσματα που πρέπει. Γιατί επιμένω σε αυτό; Γιατί πιστεύω στον δημόσιο τομέα. Και για να υπάρχει ένας άξιος δημόσιος τομέας, πρέπει να έχει άξια στελέχη. Και άξια στελέχη χωρίς αξιολόγηση δεν μπορούμε να έχουμε. Αυτό δεν ισχύει μόνο στην εκπαίδευση, ισχύει παντού σε ολόκληρη τη δημόσια διοίκηση.
»Στα αρνητικά προσμετρώ το ότι δεν έχει επανασυσταθεί το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, το οποίο είχε καταργήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.
»Ιδρύετε επίσης στο άρθρο 6 μία θέση περιφερειακού επόπτη ποιότητας της εκπαίδευσης, τον οποίο εξοπλίζετε με Υπερεξουσίες. Στην πραγματικότητα, με αυτή τη διάταξη δεν ορίζετε επόπτες ποιότητας, αλλά Επιτρόπους του Υπουργείου, υιοθετώντας μία άκρως ασφυκτική ιεραρχική και συγκεντρωτική λογική και με πειθαρχικές μάλιστα αρμοδιότητες, τόσο σε επίπεδο Περιφερειακού Επόπτη, όσο και σε επίπεδο Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης. Και δυστυχώς την επιμόρφωση την αφήνετε στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε Περιφερειακού Επόπτη ή του Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη για επαναφορά των περιφερειακών κέντρων επιμόρφωσης, τα οποία καταργήθηκαν με το ν. 4547/2018.
»Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο το οποίο θα αποτελεί μέσο κοινωνικής κινητικότητας. Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο χειραφετημένο από τον ασφυκτικό κεντρικό έλεγχο του υπουργείου Παιδείας. Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο στο οποίο εργάζονται υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικοί, που ασκούν με ευσυνειδησία και μεράκι το λειτούργημά τους, με την αμέριστη συμπαράσταση του κράτους. Θέλουμε ένα δημόσιο σχολείο το οποίο στο επίκεντρό του θα έχει τον μαθητή και μονάδα βάσης τη σχολική μονάδα ως κύτταρο της εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Ενα δημόσιο σχολείο με ενσυναίσθηση, που θα προάγει τις δημοκρατικές αξίες, που θα καταπολεμά κάθε μορφή διακρίσεων, ρατσισμού, εκφοβισμού».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News