Στις εκλογές του Μαΐου, Ιουνίου 2012 ήταν το κυρίαρχο δίλημμα: «ευρώ ή δραχμή;». Σήμερα είναι το δίλημμα του ΣΥΡΙΖΑ, αφού ΚΚΕ, Χ.Α, ΑΝΕΛ το απαντούν πιο κατηγορηματικά. Πέρα από τη μικροπολιτική των ημερών, το δίλημμα είναι πάντα υπαρκτό για μια χώρα με αδύνατη παραγωγική βάση, χαμηλότερο ποσοστό εσόδων από τον μέσο όρο της Ένωση, πολύ μικρές και προσωπικές επιχειρήσεις και ένα χαμηλό ποσοστό εξαγωγών στο ΑΕΠ, που αντανακλά όλα τα προηγούμενα σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Αν θέλουμε να μείνουν τα πράγματα όπως είναι ή και να αλλάζουν αργότερα απ' ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο, η απάντηση είναι αυτονόητη. Όμως και μέσα στο ευρώ, αν κρίνει κανείς από την παρουσίαση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που μοιράσθηκε στους Γερμανούς δημοσιογράφους στην επίσκεψη Μέρκελ, τα πράγματα, παρά το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν έχουν βελτιωθεί στην πραγματική οικονομία παρά μόνο στο επίπεδο των προσδοκιών. Έτσι, τον Ιούλιο του 2012 ο δείκτης των οικονομικών προσδοκιών ήταν στο 79.4 (ευρωζώνη 86) και τον Μάρτιο του 2014 στο 97.5 (ευρωζώνη 102.4). Η Ελλάδα ακόμα είχε ανταποκριθεί με τον διπλάσιο ρυθμό, σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ένωσης στη «θέληση για μεταρρυθμίσεις», στη «δημοσιονομική προσαρμογή», ενώ είχε επιδείξει στο δείκτη «προσαρμογή του κόστους εργασίας» έναν δείκτη 8.3 έναντι 2.5 της ευρωζώνης. Στην παρουσίαση που δόθηκε υπήρχε και ένας πίνακας με τον τίτλο «Το περιβάλλον για δουλειές βελτιώνεται». Σε αυτόν (με βάση μετρήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας) μεταξύ 2007 και 2013 η Ελλάδα βελτιώνεται σε 5 από τους 9 τομείς (ευκολία να κάνεις δουλειές, ίδρυση εταιρείας, προστασία επενδυτών, πληρωμή φόρων, διακρατικό εμπόριο) και χειροτερεύει τη θέση της σε 4 (χορήγηση δανείων, άδειες οικοδομής, καταγραφή ακίνητης περιουσίας, τήρηση συμβάσεων). Έτσι, στη συνολική ανταγωνιστικότητα η χώρα μας χάνει δύο θέσεις (54η από 52η ), στην οικονομική επίδοση 7 (59η από 52η), στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης 3 (56η από 53η), ενώ μόνο η αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού τομέα βελτιώνεται (47η θέση από 49η).
Χωρίς την εξωτερική πίεση της κρίσης και της επιτήρησης, μάλλον τα πράγματα θα ήταν χειρότερα, αν εξαιρέσει κανείς την ευκολία να χορηγούνται πιστώσεις που επλήγησαν από την κρίση με την απομόχλευση των τραπεζών και την απώλεια της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Αν είχαμε το παλιό δικό μας νόμισμα, τα πράγματα θα ήταν λίγο χειρότερα, καθώς θα κοροϊδεύαμε τον εαυτό μας με τη χρήση της εκτυπωτικής μηχανής, όπως στο παρελθόν. Η προθυμία μας για αλλαγές που να μας κάνουν να παρακολουθούμε, τουλάχιστον, τον κόσμο που αλλάζει γύρω μας, θα ηταν ακόμα μικρότερη. Η έξοδος από το νομισμά μας, θα σήμαινε στη συνέχεια και εγκατάλειψη της Ε.Ε. και επιστροφή στο καθεστώς των δασμών, για να προστατευθεί η χαμηλής προστιθέμενης αξίας παραγωγή που μας έχει απομείνει. Είναι ένας δρόμος. Όχι ο δικός μου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News