609
|

Ο νέος ρεαλισμός

Τάσος Τέλλογλου Τάσος Τέλλογλου 29 Μαρτίου 2014, 00:21

Ο νέος ρεαλισμός

Τάσος Τέλλογλου Τάσος Τέλλογλου 29 Μαρτίου 2014, 00:21

Τα θέματα μοιάζουν, αλλά είναι διαφορετικά. Το πρώτο θέμα: δικαστήριο αποφάσισε να μην προστατεύσει από τους πιστωτές μια επιχείρηση ιχθυοκαλλιέργειας, τον ΔΙΑ, παρόλο που οι μέτοχοί είχαν συμφωνήσει με τις τράπεζες να γίνει αναδιάρθρωση των δανείων τους και αν βρεθεί -που ακούγεται ότι υπάρχει- να αγοράσει άλλος μέτοχος το πλειοψηφικό πακέτο, σε μία προσπάθεια να «σωθεί η επιχείρηση αλλά όχι ο επιχειρηματίας».

Αυτή είναι η βασική αρχή της προστασίας από τους πιστωτές. Να κινηθεί γρήγορα το σύστημα για να διασώσει δίκτυα, πελάτες και αγορές, ένα μέρος δηλαδή του κοινωνικού πλούτου που έχει δημιουργήσει η συγκεκριμένη επιχειρηματική δραστηριότητα. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι η δραστηριότητα μπορεί να είναι εξαγωγική, να συμβάλλει δηλαδή με διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, στο θετικό εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, τότε το «σύστημα» που δεν υπάρχει στην Ελλάδα, δικαστές-τράπεζες -πιστωτές-παλιοί μέτοχοι και κράτος (εφορία, ταμεία) μαζί με τους εργαζόμενους πρέπει να κινηθούν αστραπιαία, οι αγορές απεχθάνονται τα κενά. Στην Ελλάδα του 2014 -και με χιλιάδες επιχειρήσεις στον νεκρικό θάλαμο- αυτά δεν γίνονται. Υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου και μάλιστα από όλους: τα δικαστήρια αργούν, όλοι επιμένουν να εισπράξουν αυτά που έχουν γραμμένα, οι παλιοί μέτοχοι συνήθως δεν αναγνωρίζουν τις ευθύνες τους λέγοντας, στην καλύτερη περίπτωση, ότι έχουν απλώς «κάνει λάθος» (που το πληρώνουμε εμείς οι υπόλοιποι) ενώ τα δίκτυα απαξιώνονται, οι πελάτες χάνονται, οι εργαζόμενοι μένουν απλήρωτοι, ο πλούτος που έχει δημιουργήσει στην ιστορία της μια επιχείρηση οδηγείται γεωμετρικά στο μηδέν.

Το «ποιος ζει και ποιος πεθάνει» είναι σήμερα ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα για να ξαναπάρει μπροστά η όποια παραγωγική μηχανή της ελληνικής οικονομίας. Η αγορά, αυτή τη στιγμή, έχει γεμίσει χιλιάδες «άταφους νεκρούς», επιχειρήσεις που απλά χρηματοδοτούνται για να μην κλείσουν, απασχολώντας κρίσιμους πόρους που θα μπορούσαν να διατεθούν αλλού. Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις πρέπει να συνεχίσουν να παράγουν με νέους μετόχους -όπως οι περισσότερες μεγάλες ιχθυοκαλλιέργειες- άλλες πρέπει να κλείσουν, άλλες να τεμαχισθούν και τα περιουσιακά τους στοιχεία να πουληθούν σε νέους επενδυτές. Ποιος θα το αποφασίσει; Η αγορά με τη βοήθεια των «εργαλείων» του «συστήματος».

Και τώρα το δεύτερο ζήτημα. Άκουσα τις τελευταίες μέρες τους εκπροσώπους του «Ποταμιού» μαζί με παλιούς πολιτικούς να λένε ότι «χρειαζόμαστε τους γαλακτοπαραγωγούς». Πιθανά να εννοούσαν ότι «χρειαζόμαστε γαλακτοπαραγωγούς», δεν νομίζω ότι μπορεί να διαφωνήσει κανείς με αυτό. Αλλά γιατί ακριβώς χρειαζόμαστε αυτούς που υπάρχουν σήμερα στην αγορά, ποιος πολιτικός μπορεί να το αποφασίσει αυτό και με τι κριτήριο; Μπορεί να τους χρειαζόμαστε μόνο επειδή είναι μια ομάδα πίεσης, αλλά αυτό δεν αφορά εμάς τους υπόλοιπους. Χρειαζόμαστε εγχώρια παραγωγή γάλακτος αλλά ποιος ορκίζεται ότι αυτή που έχουμε είναι η καλύτερα οργανωμένη και η πιο ανταγωνιστική; Όλοι λένε ότι το ελληνικό γάλα είναι καλό και ασφαλώς τα τελευταία χρόνια έχει γίνει καλύτερο. Ποιος το αποφάσισε αυτό; Τα πολιτικά κόμματα και οι κινήσεις; μα προφανώς η αγορά. Η μόνη διαφορά είναι ότι, σύμφωνα με την τελευταία στατιστική του ΟΟΣΑ, για το πόσοι δεν είναι σε θέση να αγοράσουν τρόφιμα, κάποιοι φαίνεται να μην είναι σε θέση να το αγοράσουν. Αυτούς δεν τους αφορά αυτή η συζήτηση;

Η Ελλάδα είναι μία χώρα στην άκρη της Ευρώπης με ένα πλεονέκτημα για τον ντόπιο παραγωγό έναντι του ξένου. Πετρελαιοειδή δεν μπορούν να εισαχθούν σε μορφή έτοιμου προϊόντος, επειδή χρειάζονται αποθέματα, το παστεριωμένο γάλα των 5 ημερών δεν προλαβαίνει να πουληθεί, το τσιμέντο έπρεπε μέχρι σήμερα να μπαίνει σε σάκους επειδή η ντόπια βιομηχανία προστάτευε έτσι μια αγορά με υψηλές τιμές. Έτσι, φτιάξαμε ένα περιβάλλον με επιχειρήσεις σύγχρονες και ανταγωνιστικές, αλλά και μερικές από τις υψηλότερες τιμές στην Ευρώπη. Τώρα δεν μπορούμε πλέον να πληρώσουμε αυτές τις τιμές. Οι παραγωγοί πρέπει να προσαρμοσθούν όπως κάναμε και εμείς, οι καταναλωτές. Αν δεν το κάνουν πρέπει να έχουμε μια δεύτερη ή τρίτη επιλογή. Και αυτοί πρέπει να το ξέρουν.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News