Θέμα χωρίς ερωτηματικά, εκτός από ένα: τι απομένει, τάχα, να λεχθεί με εικόνες (ή και με λόγια) για τη Φρίντα Κάλο, τη μεξικανή ζωγράφο του μοντερνισμού; Η σκηνοθέτρια Αλι Ρέι κατέθεσε τη δική της φιλμική πρόταση, αφού μελέτησε σε βάθος τη μάλλον σύντομη ζωή της γυναίκας (πέθανε 47 ετών) και το διάσημο έργο της. Οπως όλοι οι τεχνοκριτικοί λένε, η Κάλο υπήρξε ένα από τα αγκωνάρια της Τέχνης του 20ού αιώνα, αφού, σε γενικές γραμμές, συνδύασε την προσωπική κατάθεση και το κοινωνικοπολιτικό μήνυμα με τον ιδιότυπο τρόπο έκφρασης. Και τα «μοδάτα» πια δικαιώματα των γυναικών ήταν πάντα στο επίκεντρο της δουλειάς της, όμως σε καιρούς ολότελα διαφορετικούς, πιο δύσκολους από αυτήν την άποψη.
H Corriere della Serra έγραψε με αφορμή τις εκδηλώσεις ενός τριημέρου (22-24 Νοεμβρίου) σχετικά με το φιλμ της Ρέι. Λέει ότι ένας από τους πιο διάσημους πίνακες της Κάλο, του 1935, είναι ο έχων την ειρωνική επισήμανση «Μερικά τσιμπήματα», ο οποίος δείχνει τη «γυναικοκτονία» που μόλις έχει διαπράξει κάποιας ο εραστής (στέκεται πάνω από τη σφαγμένη γυναίκα, με το στιλέτο στο χέρι). Για αυτό το έργο η Κάλο άντλησε έμπνευση από τα πρωτοσέλιδα της εποχής. Αλλο πασίγνωστο έργο της είναι το έμβρυο που δεν έγινε ποτέ παιδί, πίνακας που δείχνει την ίδια στο χειρουργικό κρεβάτι ως αιώνιο σύμβολο του αδιαίρετου πόνου της σωματοψυχής.
Το φιλμ στηρίχτηκε σε μαρτυρίες Μεξικανών, ανθρώπων που γνώριζαν την κακή κατάσταση της υγείας της, τις απογοητεύσεις από τους έρωτές της, τις απιστίες του συζύγου της και μεγάλου ζωγράφου Ντιέγκο Ριβέρα, την κομμουνιστική ιδεολογία της κ.λπ. Το νήμα πιάνεται από την αρχή, από τα παιδικά χρόνια της Κάλο. Πατέρας, μάνα, τρεις αδελφές. Γερμανικής καταγωγής φωτογράφος εκείνος, καθολικής ανατροφής εκείνη. Οι μνήμες της παιδικής εποχής έγιναν σύμβολα στο έργο της ζωγράφου. Αναφορικά με την εποχή εκείνη, η Κάλο συνήθιζε να λέει ότι γεννήθηκε το 1910 και όχι το 1907. Δεν έκανε επίδειξη φιλαυτίας ή ματαιοδοξίας, ούτε ήταν κάποιο σχόλιο για τους γονείς της. Απλώς ήθελε να πει ότι είναι και αυτή «κόρη της Μεξικανικής Επανάστασης»…
Η Ρέι επεκτάθηκε και στη μαθητική ζωή, στα όνειρα για την ιατρική (τη χειρουργική ιδίως) τα οποία ματαίωσαν οι ασθένειες και οι αλλεπάλληλες εγχειρίσεις –32, ένα ασύλληπτο νούμερο– που η Κάλο υπέστη. Πολιομυελίτιδα, προβλήματα με τον σχηματισμό της ράχης, το μοιραίο ατύχημα με το σπάσιμο της σπονδυλικής στήλης. Η αναγκαστική ακινησία από τις χειρουργικές επεμβάσεις την οδήγησε στον χρωστήρα. Η Ρέι έψαξε και την προέλευση της επαναστατικότητας της Κάλο. Περιορίστηκε να δηλώσει: «Η σκηνοθεσία αυτής της ταινίας άλλαξε την εικόνα μου για τη Φρίντα. Εχοντας μελετήσει προσεκτικά τα έργα της, κατανοώντας το πλαίσιο, τον χρόνο και τον τόπο της δημιουργίας τους, γοητεύτηκα. Τα γράμματά της αποτελούν παράδειγμα ανθρωπιάς, πάθους και ευφυΐας». Διότι υπάρχουν και γράμματα.
Μάλιστα το ντοκιμαντέρ αρχίζει με μία επιστολή στην οποία η Κάλο είχε γράψει μια αράδα που μοιάζει με επίγραμμα: «Δεν πίστευα ότι μπορούσα να αντέξω τόσο πόνο». Η ερωτική ζωή και η υπόλοιπη περνάει επίσης στο φιλμ, η βασανισμένη σχέση με τον Ντιέγκο, το Κόμμα, οι ομοφυλοφιλικές εμπειρίες, οι επαφές με τους σουρεαλιστές. «Δεν υπήρξα ποτέ σουρεαλίστρια, ό,τι και να λένε. Εγώ δεν ζωγραφίζω τα όνειρά μου, ζωγραφίζω τις αναμνήσεις μου» τους είχε πει η Κάλο.
Η Ρέι αναφέρεται και στην περίοδο των ΗΠΑ, στην εκτίμηση του Αντρέ Μπρετόν – και ας μη δήλωνε η Κάλο οπαδός του. Το εννοούσε ότι ήταν κομμουνίστρια: το 1953, στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, μαζί με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, τον Πικάσο και τον Ζαν-Πολ Σαρτρ (που περνούσε τη σοβιετική περίοδο του αστού και μάλωνε με τον Κορνήλιο Καστοριάδη) συνυπέγραψε έκκληση για απονομή χάριτος στο ζεύγος των αμερικανών πολιτών Ρόζενμπεργκ, οι οποίοι τελικά εκτελέστηκαν για κατασκοπεία υπέρ της Σοβιετικής Ενωσης, καταδικασμένοι σε θάνατο. Η ίδια πέθανε λίγο αργότερα.
Στην αγορά έργων τέχνης η Κάλο πουλάει ακόμη πολύ καλά. Προσφάτως δημοπρατήθηκε από τον οίκο δημοπρασιών Sotheby’s ένας πίνακάς της, ένα πορτρέτο της στο οποίο εικονίζεται και η μορφή του άπιστου συζύγου Ριβέρα, στο μέτωπό της κιόλας, σαν το «τρίτο μάτι» της ενοράσεως. «Ο Ντιέγκο και εγώ», έργο του 1949, έπιασε 34,9 εκατ. δολάρια – νέο ρεκόρ για έργο εικαστικού από λατινοαμερικανική χώρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News