Χειρότερη κλήρωση δεν θα μπορούσε να υπάρξει για τον Ολυμπιακό. Καμία από τις υπόλοιπες υποψήφιες αντιπάλους του στους «32» του Γιουρόπα Λιγκ δεν παίζει σε τόσο γρήγορο ρυθμό, σε τόσο υψηλή ένταση, όσο η Αταλάντα. Τα τρία τελευταία χρόνια έχει υπερβεί το ιστορικό της μέγεθος, παρουσιάζοντας μια ποδοσφαιρική πρόταση που επηρέασε το ιταλικό ποδόσφαιρο, και που πολλοί μικρομεσαίοι σύλλογοι της Ευρώπης προσπαθούν να αντιγράψουν.
Μέχρι το 2016 η Αταλάντα ήταν μια «αδιάφορη» ομάδα από το Μπέργκαμο των 120.000 κατοίκων (τις Σέρρες της Ιταλίας), που ανεβοκατέβαινε από τη Serie B στη Serie A -και το αντίστροφο- σαν ασανσέρ. Η μοίρα της άρχισε να αλλάζει το καλοκαίρι του 2016, όταν συνάντησε τον 58χρονο (σήμερα) προπονητή και μάνατζέρ της, Τζιάν Πιέρο Γκασπερίνι. Το 2015-2016 είχε τερματίσει στη 13η θέση. Το φινάλε της επόμενης σεζόν, της πρώτης με τον ιταλό τεχνικό στον πάγκο της, τη βρήκε στην 4η. Το 2017-2018, στην 7η. Εκτοτε, δεν έπεσε ποτέ ξανά κάτω από την 3η θέση της τελικής βαθμολογίας.
Τρίτη είναι και σήμερα, έπειτα από 17 αγωνιστικές στο ιταλικό πρωτάθλημα. Μόλις τρεις βαθμούς πίσω από την πρωτοπόρο Ιντερ, και εννέα μπροστά από τη Γιουβέντους. Εφέτος άργησε να «πάρει μπρος», επειδή αρκετοί από τους κομβικούς της παίκτες αγωνίστηκαν στο Euro, όμως εδώ και αρκετές εβδομάδες έχει επιστρέψει στους θριάμβους. Νίκησε εκτός έδρας τη Γιουβέντους (έπειτα από 32 ολόκληρα χρόνια) και τη Νάπολι (με ανατροπή), και πήρε ισοπαλία από την Ιντερ στο Μιλάνο, συμπληρώνοντας έξι διαδοχικά παιχνίδια χωρίς την παραμικρή βαθμολογική απώλεια.
Εμφανίζει τη δεύτερη καλύτερη επίθεση στην Ιταλία (37 γκολ σε 17 ματς) και μια από τις καλύτερες στην Ευρώπη. Αλλά ο μεγαλύτερος, ο πιο εντυπωσιακός της άθλος, είναι αυτό το ορμητικό, αλέγρο και ελκυστικό ποδόσφαιρο που παίζει – ίσως, το πιο θεαματικό από κάθε άλλο club τούτη την εποχή. Το ταλέντο των παικτών της στη μεσοεπιθετική γραμμή ξεχειλίζει. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο περσινός της αρχισκόρερ, Λουίς Μουριέλ, συχνά να μη «χωράει» στην ενδεκάδα. Αλλωστε, στη θέση του φορ λάμπει το άστρο του Κολομβιανού Ντουβάν Σαπάτα, ο οποίος θα μπορούσε να αγωνίζεται, άνετα, σε κάποιο από τα μεγάλα brand-name των ευρωπαϊκών γηπέδων.
Καλύτερα, ο Ολυμπιακός να έβρισκε στον δρόμο του την Μπαρτσελόνα. Ή την Ντόρτμουντ. Η Αταλάντα δεν διαθέτει τόσο «βαριά» φανέλα, όμως είναι πιο επικίνδυνη και από τις δύο. Ισως, και από τη Σεβίλλη. Επιπλέον, «διψάει» για τρόπαια. Πλέον, έπειτα από μια διετία εξαιρετικών παραστάσεων στο χορτάρι, δεν της αρκούν τα «μπράβο» και τα αποθεωτικά σχόλια. Ολοι στο Μπέργκαμο πιστεύουν πως ήρθε η ώρα, αυτό το ταχύτερα αναπτυσσόμενο ποδοσφαιρικό πρότζεκτ στην Ευρώπη να επιβραβευτεί, είτε με τον τίτλο στην Ιταλία, είτε με την Κούπα του Γιουρόπα Λιγκ.
Η Αταλάντα είναι ομάδα επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ. Το αποδεικνύουν και τα 12 γκολ που πέτυχε στους έξι αγώνες του ομίλου της. Ο υποβιβασμός της στο Γιουρόπα οφείλεται σε ατυχείς συγκυρίες, αλλά και στον Κριστιάνο Ρονάλντο. Το 0-2 του «Ολντ Τράφορντ» μετατράπηκε σε 3-2, με τον Πορτογάλο να πετυχαίνει το νικητήριο γκολ στο 81′. Στη ρεβάνς, στο Μπέργκαμο, το 2-1 έγινε 2-2 στο 91′, με σκόρερ και πάλι τον «CR7». Και στην Ελβετία απέτυχε να νικήσει τη Γιούνγκ Μπόις (3-3), χάνοντας ένα «τσουβάλι» ευκαιρίες.
Αυτή της η «αφέλεια», και η πεποίθησή της ότι δεν χρειάζεται να «σκοτώνεται» στην άμυνα, αφού θα σκοράρει πολλά γκολ -περισσότερα από όσα θα δεχτεί-, είναι το μόνο τρωτό της σημείο. Το περασμένο καλοκαίρι (σχεδόν) όλες οι μεταγραφές της είχαν στόχο την αμυντική της ενίσχυση. Απέκτησε τερματοφύλακα 20 εκατομμυρίων ευρώ (Μούσο), δεξί μπακ 9 εκατομμυρίων (Ζαπακόστα), στόπερ 8 εκατομμυρίων (Λοβάτο) και αμυντικό χαφ 13 εκατομμυρίων (Κουπμάινερς), όμως εξακολουθεί να δυσκολεύεται να κρατήσει το τέρμα της απαραβίαστο. Και, από την άλλη, μόνο μια ομάδα κατάφερε εφέτος να κρατήσει την επίθεσή της στο «μηδέν»: η Μπολόνια, τον περασμένο Αύγουστο, όταν ο Γκασπερίνι δεν είχε στη διάθεσή του τον Ζαπάτα και άλλους σημαντικούς παίκτες του που είχαν συμμετάσχει στο Euro.
Το ιταλικό ποδόσφαιρο υποδέχτηκε την ποδοσφαιρική πρόταση της Αταλάντα, μακριά από το συντηρητικό πνεύμα και την αμυντική λογική, με ενθουσιασμό. Την υιοθέτησαν αρκετοί σύλλογοι, με αποτέλεσμα να έχει βελτιωθεί αισθητά το θέαμα που προσφέρεται στα ιταλικά γήπεδα. Ο Γκασπερίνι, όπως κάποτε ο Αρσέν Βενγκέρ, έκανε πολλούς συναδέλφους του να ζηλέψουν την ομάδα του, και να τον μιμηθούν. Ακόμη και χωρίς να έχουν κατακτήσει κάποιο τρόπαιο, οι «Μπεργκαμάσκι» υποχρεώθηκαν να προχωρήσουν στην ανακατασκευή του γηπέδου τους, για να χωρέσει τους νέους φίλους της ομάδας τους.
Μέχρι να έρθει η ώρα που ο Ολυμπιακός θα αναμετρηθεί με την Αταλάντα, τον προσεχή Φεβρουάριο, πολλά μπορεί να αλλάξουν. Θα έχουν μεσολαβήσει 71 μέρες (στο ποδόσφαιρο ισοδυναμούν με… αιώνα), μια μεταγραφική περίοδος (τον Ιανουάριο) και ένα Κόπα Αφρικα, στο οποίο θα αγωνιστούν κομβικοί παίκτες του Ολυμπιακού. Εάν η ιταλική ομάδα διεκδικεί, ακόμη, τον τίτλο, δεν αποκλείεται να ρίξει το βάρος της στο Καμπιονάτο. Ενα είναι βέβαιο: ότι η Αταλάντα αποτελεί ψηλότερο εμπόδιο από τη Μίλαν, την Αρσεναλ, ή την Αϊντχόφεν, που τα προηγούμενα χρόνια απέκλεισε ο Ολυμπιακός του Πέδρο Μαρτίνς. Ενα «crash-test» για τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες που μόλις χθες εξέφρασε ο προπονητής των «ερυθρόλευκων».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News