Κυνηγοί πυροβολούν και σκοτώνουν προστατευόμενα είδη πουλιών στο Δέλτα του Εβρου, όπως προκύπτει από στοιχεία έρευνας του Φορέα Διαχείρισης Δέλτα Εβρου με το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών του ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ», η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Belgian Journal of Zoology.
Ακόμα πιο απογοητευτική για την παράνομη θήρα προστατευόμενων ειδών στον Εβρο είναι η διαπίστωση ότι αν και τα προστατευόμενα είδη είναι ευδιάκριτα στους κυνηγούς, πολλές φορές αυτό δεν τους αποτρέπει να τα χτυπήσουν.
Η εν λόγω έρευνα αφορά το κυνήγι των υδρόβιων πουλιών στο Δέλτα Εβρου και συγκεκριμένα τα είδη που κυνηγούν, τον αριθμό θήρευσης, τα είδη που προτιμούν και το κατά πόσο θηρεύονται προστατευόμενα είδη.
«Οι κυνηγοί φαίνεται ότι είναι απρόθυμοι να αποφύγουν τους πυροβολισμούς στα προστατευόμενα είδη, αρνούμενοι να συμμορφωθούν στον νόμο, αφού, πολλές φορές, κυνηγούν παρανόμως ακόμη και το βράδυ, όταν πρακτικά είναι αδύνατη η ταυτοποίηση των ειδών. Μάλιστα, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι περισσότερο από το ένα τρίτο των πυροβολισμών “πέφτει”, από μισή ώρα μετά το ηλιοβασίλεμα, που είναι το νόμιμο τέλος της κυνηγετικής δραστηριότητας, έως και τρεις ώρες αργότερα», σημειώνει σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σάββας Καζαντζίδης, δρ Βιολογίας και ερευνητής στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, ο οποίος εκπόνησε την έρευνα μαζί με τους Χρήστο Αστάρα, Ιωακείμ Βασιλειάδη, Ελένη Μακρυγιάννη, Βασίλη Ηλία και Γαβριήλ Σπύρογλου.
Το Δέλτα του Εβρου είναι ένας από τους σημαντικότερους υγρότοπους για τα διαχειμάζοντα πτηνά στην Ελλάδα και ο πιο δημοφιλής μεταξύ των κυνηγών υδρόβιων πτηνών, καθώς το κυνήγι επιτρέπεται περίπου στο 70% του Εθνικού Πάρκου.
Στη μελέτη μετρήθηκαν οι αριθμοί των υδρόβιων πτηνών και των κυνηγών κατά τη διάρκεια Δεκεμβρίου – Φεβρουαρίου, για τέσσερις περιόδους κυνηγιού. Η περιοχή μελέτης περιλάμβανε την παράκτια περιοχή, τρεις λιμνοθάλασσες, βάλτους και προσωρινά έλη γλυκού νερού. Συλλέχθηκαν δεδομένα σχετικά με τον πληθυσμό των υδρόβιων πτηνών, τον αριθμό των κυνηγών και τη συγκομιδή των θηρευθέντων πουλιών στο Δέλτα του Εβρου για 4 κυνηγετικές περιόδους (2004-2005, 2005-2006, 2012-2013, 2013-2014).
Οπως προέκυψε, ο μέσος αριθμός κυνηγών την ημέρα ήταν περίπου 100, με τον καθένα να πυροβολεί κατά μέσο όρο 2,5 πουλιά καθημερινά. Η συνολική συγκομιδή υδρόβιων πουλιών αντιστοιχούσε στο 1,3% του συνολικού πληθυσμού των υδρόβιων πουλιών. Για τις χήνες, αυτό το ποσοστό ήταν έξι φορές υψηλότερο (8,7%), ενώ για πάπιες μόνο και τα προστατευόμενα είδη ήταν 1,2% και 1,4% αντίστοιχα. Οι χήνες πυροβολήθηκαν πιο συχνά από το αναμενόμενο, ενώ οι πάπιες και τα προστατευμένα είδη πυροβολήθηκαν ανάλογα με τον αριθμό τους στο Δέλτα Εβρου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τουλάχιστον για τα προστατευόμενα είδη δεν παρατηρήθηκε καμία προσπάθεια αποφυγής θήρευσής τους. Συνολικά, ελέγχθηκαν 319 κυνηγοί και 1.102 υδρόβια πτηνά από 16 είδη που βρέθηκαν στις τσάντες με τα θηρεύματά τους. Τα πιο συχνά πυροβοληθέντα είδη ήταν το κιρκίρι, η πρασινοκέφαλη πάπια και η ασπρομετωπόχηνα, ενώ από τα προστατευόμενα είδη, στο «στόχαστρο» των κυνηγών ήταν η «Βαρβάρα» αλλά και οι σταχτόχηνες ή οι κοκκινόχηνες.
«Τέτοιες παραβιάσεις των κανονισμών κυνηγιού συμβαίνουν λόγω έλλειψης συνειδητοποίησης ή και άγνοιας των κανονισμών μεταξύ ορισμένων κυνηγών», υπογράμμισε ο κ. Καζαντζίδης.
Προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα τυχαίου πυροβολισμού προστατευμένων ειδών, στη μελέτη προτείνονται δράσεις διαχείρισης ενδιαιτημάτων για τις περιοχές διατροφής χηνών και ευαισθητοποίηση των κυνηγών, με εκστρατεία ενημέρωσης, σχετικά με τα προστατευόμενα είδη. Παράλληλα, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν τα παράνομα περιστατικά, προτείνονται περισσότερες περιπολίες κατά της λαθροθηρίας από τις αρμόδιες αρχές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News