Ρώτησα τους πιο παλιούς και το επιβεβαιώνουν: κουμπούρι στα ελληνικά γήπεδα είδαμε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας των ’80s. Οχι έτσι, φόρα – παρτίδα. Στα VIP της Λεωφόρου, όταν το ανοιξιάτικο αεράκι ανασήκωσε ελαφρώς το λινό, σπαγγί σακάκι του Γιώργη Βαρδινογιάννη. Το πρωτοφανές θέαμα ήταν για λίγους. Ο μοναδικός φωτορεπόρτερ που πρόλαβε να κάνει «κλικ»… έχασε το φιλμ. Την επόμενη Κυριακή εμφανίστηκε στα γήπεδα με μια πανάκριβη μηχανή «του κουτιού».
Μια βροχερή μέρα του 1983, έπειτα από μια συνέντευξη Τύπου του Γιάτσεκ Γκμοχ, ο πρόεδρος έπιασε κουβεντούλα με τους ρεπόρτερ της ομάδας στο πεζοδρόμιο, έξω από τη Θύρα 10 της ιστορικής έδρας του Παναθηναϊκού. Κάτι τα τσιγάρα και ο αναπτήρας, κάτι το κομπολόι, τα χέρια μπερδεύτηκαν και το «σιδερικό» έσκασε με πάταγο στο έδαφος. Ενας από τους δημοσιογράφους το μάζεψε και του το έδωσε: «Σας έπεσε αυτό…». Η μαύρη λιμουζίνα του δεν είχε στρίψει τη γωνία, καλά – καλά, όταν του κόλλησαν το παρατσούκλι: «Ρίνγκο».
Το 1985 είχε την ατυχία να το δει από κοντά ο γάλλος διαιτητής του αγώνα Παναθηναϊκός – Τορίνο, Μισέλ Βοτρό, στη φυσούνα του ΟΑΚΑ. Ηταν η βραδιά που ο «Καπετάνιος» τιμωρήθηκε με διετή αποκλεισμό από τα ευρωπαϊκά παιχνίδια. Ο αστικός μύθος αναφέρει ότι ο πρόεδρος το έβγαζε συχνά από τη θήκη του και το ακουμπούσε πάνω στο γραφείο των διαιτητών, όταν τους επισκεπτόταν -στο ημίχρονο- στο στενό καμαράκι τους για να σχολιάσει τις αποφάσεις τους. Αλήθεια ή ψέμα, ο ίδιος ποτέ δεν το διέψευσε. Οσο πιο πολύ τον «έτρεμαν», τόσο το καλύτερο.
Την επόμενη δεκαετία, των ’90s, τα πιστόλια δεν εμφανίστηκαν, απλώς. «Κελάηδησαν» κιόλας. Τον Ιούλιο του 1999 ο (τότε) πρόεδρος του Συνδέσμου Διαιτητών Πειραιά, Γιάννης Σπάθας, πυροβολήθηκε δύο φορές στο πόδι από κουκουλοφόρους που του είχαν στήσει ενέδρα στο Κερατσίνι. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, έπειτα από το ντέρμπι ΑΕΚ – Ολυμπιακός (0-2), ο οδηγός του Βίκτωρα Μητρόπουλου έριξε δύο σφαίρες στην οροφή του Members Club, στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, προσπαθώντας να σώσει το αφεντικό του από την οργή των ΑΕΚτσήδων για τον διαιτητή του αγώνα.
Τον Φεβρουάριο του 2002, στο ματς Κυπέλλου ΑΕΚ – ΠΑΟΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, ο Μάκης Ψωμιάδης έβγαλε όπλο μπροστά στους διαιτητές και τον παρατηρητή. Δεν το έστρεψε εναντίον τους, αλλά σημάδεψε τον κρόταφό του και απειλούσε να αυτοκτονήσει. Εάν ήθελε να τους τρομοκρατήσει, τα κατάφερε «μιά χαρά». Ο διαιτητής του ματς (Παπαδάκος) δεν τόλμησε, καν, να αναφέρει το περιστατικό στο φύλλο αγώνα.
Την ίδια χρονιά είχαμε και το «ματωμένο ντέρμπι του Ευθυμιάδη», με τον διαιτητή να αποχωρεί αιμόφυρτος από τα άγρια γρονθοκοπήματα του (τότε) προέδρου του Παναθηναϊκού, Αγγελου Φιλιππίδη, και χουλιγκάνων που είχαν εισβάλει στο γήπεδο. Στον τελικό Κυπέλλου του 1995 είχε δαρεί ανηλεώς, μέσα κι έξω από το στάδιο, ο διαιτητής Μπάκας. Και το 2003, η «ζούγκλα της Ριζούπολης» έκλεισε τον πρώτο κύκλο της τρομοκρατίας στα ελληνικά γήπεδα.
Στον δεύτερο κύκλο, τα πιστόλια ήταν… ντεμοντέ. Εμφανίστηκαν νέες, εξελιγμένες μέθοδοι κατατρομοκράτησης εκείνων που έπρεπε να λάβουν το «μήνυμα». Τις γνώρισαν, μεταξύ άλλων, ο φούρνος του διαιτητή (και μετέπειτα βουλευτή) Κωνσταντινέα, το καθαριστήριο του Δούρου, το βουλκανιζατέρ του Καλόπουλου, το σπίτι του Μπίκα στη Χαλκιδική… Επεσε και χειροβομβίδα, στον Κύρο Βασσάρα. Πυρπολήθηκαν μηχανές και αυτοκίνητα, ενώ αρκετοί άνθρωποι του ποδοσφαίρου δέχθηκαν δολοφονικές επιθέσεις – από τύχη δεν θρηνήσαμε κάποιο θύμα. Αυτά κι αν ήταν «ακραία φαινόμενα», που λέει κι ο Βασιλειάδης.
Σήμερα, πιστόλια μέσα στο γήπεδο θα συναντήσεις σε παιχνίδια μικρών κατηγοριών, ακόμη και σε ματς του ΟΦΗ αν είναι καιρός για κοντομάνικα. Αυτό που μας σκανδάλισε την περασμένη Κυριακή, ήταν το όπλο σε κοινή θέα. Στον αγωνιστικό χώρο και σε τηλεοπτική μετάδοση. Ας μην κοροϊδευόμαστε: εάν ο Ιβάν Σαββίδης δεν είχε βγάλει το μπουφάν του, το προσεχές Σαββατοκύριακο η 26η αγωνιστική της Σούπερ Λιγκ θα παιζόταν κανονικά. Ετσι δεν είναι;
Το έβγαλε, όμως. Και με το όπλο που φάνηκε, «πυροβόλησε» τον ΠΑΟΚ και τον εαυτό του. Είναι μια εικόνα που θα παραμείνει σημείο αναφοράς στο ελληνικό ποδόσφαιρο, επειδή, σε επίπεδο εντυπώσεων, είναι πιο δυνατή από οποιαδήποτε άλλη ασχήμια μπορούμε να θυμηθούμε. Γι’ αυτό άνοιξε, πάλι, τους ασκούς του Αιόλου.
Υπάρχει, αλήθεια, λύση στο πρόβλημα; Πολύ αμφιβάλλω. Τα έχουμε δοκιμάσει (σχεδόν) όλα. Ωρα να παραδώσουμε τη διοίκηση του ποδοσφαίρου μας στη FIFA και στη UEFA, λένε πολλοί. Μήπως ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε, ήδη, υπό επιτροπεία; Οτι όλες οι αποφάσεις της διοίκησης της ΕΠΟ πρέπει να περάσουν από την κρησάρα της Επιτροπής Παρακολούθησης; Οτι ο έχων το γενικό πρόσταγμα αρχιδιαιτητής είναι ο Πορτογάλος Μέλο Περέιρα, στον οποίον έχουν, ήδη, σταλεί ενισχύσεις;
Ας πούμε πως αύριο το πρωί παραδίδουμε τα κλειδιά της Ομοσπονδίας στους ξένους. Δεν μας επιτηρούν απλώς, αλλά λαμβάνουν και όλες τις αποφάσεις. Πέρα από το ότι, ούτε η FIFA ούτε η UEFA είναι κοινωνίες αγγέλων, αυτό δεν αρκεί. Θα πρέπει να φέρουμε και ξένους διαιτητές. Ξένους παρατηρητές (διαιτησίας και αγώνων). Ξένους αθλητικούς δικαστές και ποδοσφαιρικούς εισαγγελείς. Ξένους σεκιούριτι στα γήπεδα. Ακόμη και ξένους αστυνομικούς. Σε γερμανικό γήπεδο, ο Ιβάν Σαββίδης θα είχε συλληφθεί προτού προλάβει να βγει από το τερέν – και ο αστυνομικός διευθυντής θα έπαιρνε παράσημο. Στην Τούμπα, όποιος το τολμούσε θα έτρωγε… φύσημα σε κάποιο εξωτικό νησί.
Πάνω απ’ όλα, θα πρέπει να φέρουμε ξένους ιδιοκτήτες για τις ΠΑΕ. Απ’ αυτούς εκπορεύονται όλα τα δεινά του ποδοσφαίρου μας. Επειδή δεν αντιστέκονται στον πειρασμό να εκμαυλίσουν το σύστημα με το χρήμα και την ισχύ τους ή, απλώς, να ανεχθούν τη διαφθορά όταν αυτή βολεύει τις ομάδες τους.
Το πρόβλημα του ποδοσφαίρου μας παραμένει άλυτο, μέχρι σήμερα, επειδή η κοινωνία των γηπέδων δεν είναι παρά μια μικρογραφία της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας. Οποιος πιστεύει ότι όλα τα υπόλοιπα στη χώρα λειτουργούν ρολόι, μπορεί να ελπίζει πως μετά τη διακοπή θα δει ένα «άλλο» Πρωτάθλημα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News