900
|

To debate της Κύπρου

Χρήστος Μιχαηλίδης Χρήστος Μιχαηλίδης 29 Ιανουαρίου 2013, 07:05

To debate της Κύπρου

Χρήστος Μιχαηλίδης Χρήστος Μιχαηλίδης 29 Ιανουαρίου 2013, 07:05

Tο βράδυ της Δευτέρας παρακολούθησα από την τηλεόραση του ΡΙΚ τη 2η μεγάλη τηλεμαχία (debate) μεταξύ των 3 βασικών υποψηφίων για την προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις επερχόμενες εκλογές της 17ης Φεβρουαρίου. Αποκλειστικό θέμα της τηλεμαχίας ήταν το Κυπριακό, το οποίο, για πρώτη φορά μετά την εισβολή του 1974, δεν είναι σε εκλογική αναμέτρηση το 1ο θέμα που απασχολεί τον κυπριακό ελληνισμό. Έχει εξοστρακιστεί στη 2η θέση, καθώς φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις ότι εκείνο που καίει περισσότερο τους πολίτες είναι η οικονομική κρίση.

Η γεύση που μου έμεινε, έπειτα από το ντιμπέιτ, είναι πολύ πικρή. Η συζήτηση, που δεν ήταν καθόλου τέτοια αλλά δεν έχω και πώς αλλιώς να την πω, επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στο Σχέδιο Ανάν του 2004, το οποίο ως γνωστόν απορρίφθηκε περίπου από το 76% του κυπριακού λαού.

Από τους 3 υποψηφίους, οι δύο είχαν ψηφίσει τότε «ναι». Ήταν ο κ. Νίκος Αναστασιάδης, πρόεδρος του συντηρητικού κόμματος του Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗ.ΣΥ) και ο κ. Σταύρος Μαλάς, που είναι επιλογή του κομμουνιστικού ΑΚΕΛ, αν και ο ίδιος δεν προέρχεται από τις τάξεις του, αλλά από το κόμμα Ελεύθεροι Δημοκράτες του πρώην Προέδρου Γιώργου Βασιλείου.

Ο τρίτος υποψήφιος, κ. Γιώργος Λιλλήκας, πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Τάσσου Παπαδόπουλου, είναι ένθερμος υποστηρικτής του «όχι» και ποντάρει πολύ στη φήμη του εκλιπόντος προέδρου ώστε να κερδίσει τους ψηφοφόρους που, φανατικά ακόμα, πιστεύουν ότι το Σχέδιο Ανάν θα ήταν καταστροφικό για τον τόπο εάν περνούσε.

Η «κουβέντα», με σαφέστατη ευθύνη και των δημοσιογράφων, οι οποίοι επέμεναν να ρωτούν τους υπέρ του Σχεδίου Ανάν, τότε, πολιτικούς, γιατί το υποστήριξαν, και επιτακτικά να τους ζητούν να το αποκηρύξουν σήμερα και να ζητήσουν συγγνώμη από τον κυπριακό λαό, κύλησε αποκλειστικά στο ρυάκι του παρελθόντος. Δεν ακούσαμε λέξη ουσιαστική για κάποια νέα πρωτοβουλία ή ιδέα. Και δεν ακούσαμε λέξη για τον νέο, αναβαθμισμένο ρόλο της Τουρκίας που, το θέλουμε ή όχι, είναι ο ορατός ή αόρατος συνομιλητής μας, πάντα.

Ταυτόχρονα, επειδή και ο τρίτος υποψήφιος, ο κ. Λιλλήκας, είναι σαφές ότι επέλεξε να ξαναζεστάνει τη σούπα «Ανάν», διότι θέλει να κερδίσει ένα μεγάλο μερίδιο του ΔΗΚΟ, του κόμματος που ηγήθηκε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, και που τώρα επισήμως συμπλέει με το ΔΗΣΥ, και βεβαίως να εμφανίσει τον εαυτό του μόνο πρεσβευτή της «ελληνικής πατριωτικής στάσης», όπως πολύ άκομψα είπε κατά το ντιμπέιτ. Μάλιστα στο τέλος του, ο κ. Λιλλήκας, κάλεσε τον κυπριακό λαό να επικυρώσει με την ψήφο του τον Φεβρουάριο «την οριστική απόρριψη του Σχέδιου Ανάν», επαναφέροντας έτσι στο πολιτικό σκηνικό το τόσο γνώριμο στη φυλή μας, πάντα, «φάντασμα του παρελθόντος».

Σχεδόν 10 χρόνια πέρασαν από τότε. Εννοώ από το Σχέδιο Ανάν. Η Κύπρος, απορρίπτοντάς το πανηγυρικά, οχυρώθηκε στην ευμάρειά της, όπως και στην ασφάλεια της εισόδου της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και συνέχιζε να διάγει βίον ανθόσπαρτο, θεωρώντας μάλιστα ότι, κάποια μέρα, οι Τουρκοκύπριοι «από κει, θα δουν τι ωραία περνούμεν εμείς απ’ εδώ, και θα είναι πιο διψασμένοι και διαλλακτικοί σε λύση».

(Διψασμένοι, πραγματικά, ήταν στις αρχές του 2004, πριν από το δημοψήφισμα, όταν ξεσηκώθηκαν εναντίον της λεηλασίας τους από τις τουρκικές τράπεζες, αλλά ο πανούργος Ντενκτάς έσωσε την παρτίδα ανοίγοντας τα οδοφράγματα, ενώ οι δικοί μας για μια ακόμη φορά πιάστηκαν στον ύπνο και, όταν ξύπνησαν, ήταν αργά να αντιδράσουν. Το αποτέλεσμα του «ανοίγματος», ήταν να αρχίσουν να επισκέπτονται τον απαγορευμένο βορρά οι Ελληνοκύπριοι, και να ξαναρχίσει έτσι να ρέει χρήμα στις τσέπες των άφραγκων ως τότε Τουρκοκυπρίων).

Η ανθοφορία μας όμως, δεν κράτησε όσο ελπίζαμε. Η έκθεση των κυπριακών τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα, το άνοιγμα των εδώ καταστημάτων τους σε άλογα δάνεια, αλλά και η απερίσκεπτη και επικίνδυνη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης Χριστόφιας, έφερε την άλλοτε «Ελβετία (ή και Σιγκαπούρη) της Μεσογείου», στην πόρτα της χρεοκοπίας, εν αναμονή πλέον ενός Μνημονίου που, λόγω ανησυχιών των Γερμανών για «απίθανο ξέπλυμα του μαύρου χρήματος των Ρώσων», αργεί να υπογραφεί μέχρις ότου πειστούν, εάν καταφέρουμε να τους πείσουμε, ότι τέτοιο ξέπλυμα δεν υπάρχει.

Τώρα, οι Τουρκοκύπριοι μας κάνουν πλάκα. Αν θέλετε, λένε, χρήματα, ελάτε σε μας να σας τα δώσουμε. Και ο ακατάσχετος και είρωνας Εγκεμέν Μπαγίς, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της τουρκικής κυβέρνησης, διαμηνύει συνεχώς προς την παραπαίουσα Λευκωσία, που βλέπει τα ταμεία της να στερεύουν, τους Οίκους Αξιολόγησης να την έχουν πετάξει στα σκουπίδια, και το Μνημόνιο να μην έρχεται (μολονότι το θέλει, λένε οι δημοσκοπήσεις, η μεγάλη πλειοψηφία του κυπριακού λαού), «να κάνει αίτηση στην Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου για οικονομική βοήθεια, την οποία αίτηση θα εξετάσουμε εμείς στη Τουρκία και θα σας απαντήσουμε»!

Ταυτόχρονα, βεβαίως, η Άγκυρα τρίβει τα χέρια της που της έχει δοθεί τώρα η ευκαιρία να ισχυρίζεται ότι δεν είναι δυνατόν να διαπραγματεύεται με μια χώρα (εννοεί την Ελλάδα) «που βγάζει τα νησιά της στο σφυρί» και με μια διοίκηση (έτσι αποκαλεί πάντα την κυπριακή κυβέρνηση, «που δεν μπορεί καν να διαχειριστεί τα στοιχειώδη οικονομικά της».

Υπό το υπόκωφο, λοιπόν, χαμογελαστό και ειρωνικό βλέμμα της Τουρκίας, οι δικοί μας ηγέτες, χθες το βράδυ, έδωσαν μια από τις πιο θλιβερές παραστάσεις τους. Αντί να πει ο καθένας τι προτίθεται να κάνει στο «εθνικό μας θέμα», αναγκαζόταν ή ήθελε να λέει τι έκανε πριν από δέκα χρόνια και να βγάζει συνεχώς (όπως έκανε ο κ. Λιλλήκας) φαντάσματα από το ντουλάπι.

Όποια ερώτηση και εάν τους ετίθετο, την απαντούσαν μέσα σε 15 δευτερόλεπτα, και στα υπόλοιπα 1’45”, απαντούσαν σε όσα τους είχαν κατηγορήσει οι υπόλοιποι. Στην ουσία, δηλαδή, κανένας δεν ήθελε να απαντήσει σε ερωτήματα, αλλά μόνο να πει το παραμύθι που έμαθε ή του έμαθαν να λένε.

Δυστυχώς, οι αδερφοί μας Κύπριοι, ενώ από τους Άγγλους πήραν πολλά καλά πράγματα, από μας πήραν κυρίως τα χειρότερα!…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News