1081
|

Πρωτάρης στο Λονδίνο

Κάρολος Μπρούσαλης Κάρολος Μπρούσαλης 27 Αυγούστου 2013, 00:32

Πρωτάρης στο Λονδίνο

Κάρολος Μπρούσαλης Κάρολος Μπρούσαλης 27 Αυγούστου 2013, 00:32

Ο μοναδικός καβγάς μου στο Λονδίνο ήταν με τον Έλληνα ξεναγό κι έμεινε ανολοκλήρωτος: Βρισκόμασταν στην (άθλια) αίθουσα με τα μάρμαρα του Παρθενώνα, στο Βρετανικό μουσείο, κι ο ξεναγός έκανε χιούμορ:

«Όταν η Μελίνα Μερκούρη, για να κερδίσει ψήφους, ανακίνησε το ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών στην Ελλάδα, οι άνθρωποι του μουσείου ανάρτησαν αυτήν εδώ την πινακίδα. Είναι το σουλτανικό φιρμάνι, με το οποίο οι Οθωμανοί έδωσαν στον Ελγίνο το δικαίωμα να ξηλώσει και να πάρει ό,τι ήθελε από την Ακρόπολη».

«Μέγα ψέμα», του χίμηξα: «Το πρωτότυπο φιρμάνι “χάθηκε”. Ο Ελγίνος παρουσίασε στον πασά της Αθήνας μια δήθεν ιταλική μετάφραση που έλεγε ότι μπορούσε να σηκώσει “qualche” (που σημαίνει μερικά) κομμάτια. Και με πέντε λίρες ημερήσια αποζημίωση, τον έπεισε πως αυτό το “qualche” σημαίνει “οποιαδήποτε”».

Κι επειδή «ο πελάτης (εγώ) έχει πάντα δίκιο», ο ξεναγός προτίμησε να διακόψει την αφήγηση για τα δίκια των Βρετανών και να προχωρήσει παρακάτω.

Το επόμενο φάουλ του ξεναγού απέφυγα να το κοντράρω. Προτίμησα να το φιλοσοφήσω. Είπε κάποια στιγμή:

«Και τότε (το 1066), οι Άγγλοι κάλεσαν τον Γουλιέλμο της Νορμανδίας και τον έκαναν βασιλιά τους».

Δεν τον κάλεσαν. Χύθηκε πολύ αίμα. Ο Γουλιέλμος έκανε απόβαση, νίκησε και σκότωσε τον βασιλιά Χάρολντ, κατάργησε τους Αγγλοσάξονες βασιλιάδες κι εγκατέστησε δυναστεία Νορμανδών. Γι’ αυτό, άλλωστε, τον είπαν Κατακτητή!
Άθελά μου, ο νους πήγε σ’ έναν άλλο ξεναγό, πριν από κάτι αιώνες, στην Αίγυπτο. Μιλώντας για την ιστορία του τόπου, πέρασε μέσα σε δυο λεπτά την αγγλογαλλική επέμβαση του 1956 και τον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 αλλά χρειάστηκε πάνω από ένα τέταρτο για να μας εξιστορήσει τη νίκη των Αιγυπτίων στα 1973. Στο Παρίσι, ο εκεί ξεναγός δεν είχε κανένα πρόβλημα να σατιρίσει τις γαλλικές περιπέτειες ανά τους αιώνες. Και, στο Βερολίνο, ο επίσης Έλληνας ξεναγός, αφού εκθείασε τη γερμανική κουλτούρα, κατέληξε:

«Άρκεσαν δώδεκα χρόνια χιτλερικής εξουσίας για να αμαυρώσουν αυτόν τον υπέροχο λαό».

Και το φιλοσοφικό συμπέρασμα: Τελικά, οι ξεναγοί είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας, στην οποία ζούνε. Και ο πατριωτισμός είναι το συναίσθημα που ξεχειλίζει στην αγγλική κοινωνία και καθορίζει την ευγένειά τους που σκλαβώνει και την υπερηφάνεια τους για το παρελθόν (το βικτοριανό, κυρίως) και το παρόν τους.

Χρειάστηκε να μπω στην όγδοη δεκαετία της ζωής μου για να επισκεφτώ, πρώτη φορά, το Λονδίνο! Το ψιλοβαριόμουν το ταξίδι αλλά ήταν επιθυμία της συντρόφου μου να περάσουμε εκεί την 45η επέτειο του γάμου μας. Έκανα το λάθος να το πω στον Κώστα Γιαννακίδη κι αμέσως απαίτησε κομμάτι με θέμα «Ένας πρωτάρης στο Λονδίνο».

Το πρώτο χοντρό ψέμα που διαπίστωσα, είναι αυτό που λένε ότι τάχα η βρετανική πρωτεύουσα έχει πολλά πάρκα. Λάθος: Το Λονδίνο είναι που έχει κτιστεί μέσα σ’ ένα τεράστιο πάρκο. Πάρκο τεμαχισμένο από τα κτίρια και τις συνοικίες, με κάθε κομμάτι του να έχει και διαφορετικό όνομα, απλά για να προσανατολίζονται Λονδρέζοι κι επισκέπτες. Για παράδειγμα: Μια τεχνητή λίμνη χωρίζει το απέραντο Χάιντ Παρκ από τους εξίσου τεράστιους Κέσινγκτονς κήπους. Κι ένας δρόμος από το Γκριν Παρκ, που κι αυτό χωρίζεται από το πάρκο του αγίου Ιακώβου από έναν άλλο δρόμο. Έχω χορτάσει πράσινο σε όλη την Ευρώπη αλλά σε καμιά χώρα δεν ξοδέψαμε στα πάρκα τους τις μισές μέρες της επίσκεψής μας. Στο Λονδίνο, χαζέψαμε. Μέχρι φιλίες με ένα σκιουράκι πιάσαμε, καθώς σεργιάνιζε ανέμελο, όπως τα περιστέρια στον Άγνωστο Στρατιώτη. Και, ξαπλωμένοι στο γρασίδι ή αραγμένοι στα αμέτρητα παγκάκια, εκατοντάδες Λονδρέζοι και ξένοι ρουφούσαν ήλιο κι έτρωγαν ή έπιναν, με τα πιτσιρίκια να τρέχουν ανέμελα και ασφαλή, πάνω-κάτω, ή να ξεσαλώνουν στις δεκάδες παιδικές χαρές. Κι αυτά τα «πικ νικ στο πόδι» πρέπει να είναι η εξήγηση για τα αμέτρητα μαγαζιά «prêt a manger» (έτοιμου φαγητού), στα οποία σκοντάφταμε, όσο περπατούσαμε στην πόλη. Τα χρησιμοποιήσαμε κι εμείς. Η ερώτηση, μπροστά στο ταμείο, ήταν αν θα πάρουμε το φαγητό μαζί μας ή θα φάμε εκεί.

«Έχει διαφορετικό ΦΠΑ;», ρώτησε η σύντροφός μου με διάθεση πλάκας αλλά η ταμίας δεν κατάλαβε. Εξήγησε πως η (κατά λίγες πέννες) ακριβότερη τιμή, αν τρώγαμε εκεί, είχε να κάνει με το σέρβις. Εμείς το λέμε «κουβέρ».

Ο περίπατος στους δρόμους του Λονδίνου αποτελεί περιπέτεια. Και μάθημα ανθρωπογεωγραφίας. Όλες οι φυλές του κόσμου έχουν δώσει, εκεί, ραντεβού. Ευρωπαίοι, Ασιάτες, Αφρικανοί ζουν κι εργάζονται στην αγγλική πρωτεύουσα. Και εκατομμύρια τουρίστες την επισκέπτονται. Τους ξεχωρίζαμε, από τις απαντήσεις τους στην ερώτηση, «πώς πάμε εκεί». Ο τουρίστας δεν ήξερε. Ο κάτοικος Λονδίνου, Εγγλέζος ή αλλοδαπός, καθόταν με υπομονή να μας εξηγήσει ή, σε δυο τουλάχιστον περιπτώσεις Εγγλέζων, μας πήρε από το χεράκι και μας οδήγησε εκεί που θέλαμε να πάμε. Κι ο αστυνομικός που, κουβεντιάζοντας με συνάδελφό του, δεν κατάλαβε με την πρώτη πως θέλαμε κάποια πληροφορία, μας τάραξε στα «sorry», όταν πήρε είδηση το «θανάσιμο παράπτωμά» του. Το πιο τρελό, όμως, ήταν όταν το βλέμμα μας διασταυρωνόταν με του όποιου Βρετανού. Αμέσως μας χαμογελούσε και μας ευχόταν εγκάρδια «καλημέρα».

Κάποια σαράντα εκατομμύρια ξένοι επισκέπτονται τη βρετανική πρωτεύουσα κάθε χρόνο. Λογαριάσαμε: Αν καθένας τους μένει εκεί, κατά μέσο όρο, πέντε ημέρες (εμείς μείναμε έξι), μας κάνουν 547.975 ξένοι που περπατούν στους λονδρέζικους δρόμους κάθε μέρα. Αντιστοιχούν ένας για κάθε 15 μόνιμους κατοίκους. Αποκλείεται να μην πέσεις πάνω τους. Κι αν θες να δεις την αλλαγή φρουράς στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, την έβαψες: 30.000 τουρίστες μαζεύονται στον χώρο μπροστά στην πύλη, στις 11 το πρωί, οπότε αρχίζει η παράσταση. Τουλάχιστον οι μισοί τις άλλες ώρες. Προσωπικά, ήθελα να βρεθώ στην πλατεία Τραφάλγκαρ. Την είδα, μέσα από λεωφορείο. Ο συνωστισμός εκεί ήταν το κάτι άλλο. Και το στριμωξίδι στην πλατεία Πικαντίλι μας θύμισε την πάλαι ποτέ επίσκεψή μας στη Φοντάνα ντι Τρέβι, στη Ρώμη. Μόνο που, στη ρωμαϊκή πηγή, οι τουρίστες την άραζαν στα σκαλάκια, ενώ στο Πικαντίλι, την έβγαζαν ορθοστασία, σαν σε «ορθάδικο» χωρίς ποτό στο χέρι.

Εκεί, όμως, που τους βγάλαμε το καπέλο, ήταν στα ταξί. Ευγενέστατοι, προθυμότατοι, εξυπηρετικοί και με παράδοση της απόδειξης πριν από την είσπραξη του αντίτιμου, μας σκλάβωσαν. Και, στις στάσεις των λεωφορείων και στις αποβάθρες των επιβατικών πλοιαρίων στον Τάμεση, μάθαμε τι σημαίνει «Εγγλέζος στην ώρα σου»: Φωτεινές πινακίδες σαν αυτές στα αεροδρόμια, που συνεχώς ανανεώνονται, αναγγέλλουν ποιων γραμμών λεωφορεία ή πλοιάρια αναμένονται σε πόσο χρόνο. Κι εντάξει τα πλοιάρια. Στο ποτάμι δεν υπάρχει τόσος συνωστισμός. Μπορούν να υπολογίσουν. Η απορία μας ήταν πώς γινόταν, με την τόση κίνηση στους δρόμους, τα λεωφορεία να βρίσκονται στην ώρα τους στις στάσεις.

Όλα αυτά έσβησαν, όταν μπήκαμε στο πραγματικά εντυπωσιακό μουσείο Βικτορίας και Αλβέρτου. Προσωπικά, έχω συνηθίσει να βλέπω κλεμμένα από την Ελλάδα γλυπτά και αγγεία, σ’ όποια ευρωπαϊκή πόλη κι αν βρεθώ. Δεν σοκαρίστηκα ιδιαίτερα με τα εκεί εκτεθειμένα. Το μίσος όμως, στο βλέμμα του Γιαπωνέζου, καθώς φωτογράφιζε με μανία τα κλεμμένα από την πατρίδα του υπέροχα εκθέματα, δύσκολα θα το ξεχάσω.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News