Ηταν δίκαιο, κι άρχισε να γίνεται πράξη από το πρώτο, κιόλας, λεπτό. Εστω, με αυτό το πέναλτι -το πιο γρήγορο που έχει «σφυριχτεί» σε τελικό Champions League- που σηκώνει συζήτηση. Ο Σαλάχ ευστόχησε από την άσπρη βούλα και, τότε, οι απανταχού «Reds» ήξεραν ότι μια βασανιστική αναμονή 14 ετών θα τελείωνε σε μιάμιση ώρα. Διότι η Λίβερπουλ δεν έχασε, ποτέ, ευρωπαϊκό τελικό, έχοντας σκοράρει πρώτη.
Ηταν δίκαιο, γιατί η Λίβερπουλ έφτασε στη Μαδρίτη πετυχαίνοντας τη μεγαλύτερη ανατροπή όλων των εποχών: το 4-0 επί της Μπαρτσελόνα στο «Ανφιλντ», όταν όλοι την είχαν ξεγραμμένη μετά το 0-3 της Βαρκελώνης. Ηταν δίκαιο, γιατί μετρούσε τρεις χαμένους τελικούς στη σειρά: το 2007 από τη Μίλαν (στην Αθήνα), το 2016 από τη Σεβίλλη (στο Europa League) και το 2018 από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ηταν δίκαιο, γιατί η Τύχη της χρωστούσε. Πέρυσι πλήρωσε τα απερίγραπτα λάθη ενός τερματοφύλακα και την ύπουλη λαβή του Σέρχιο Ράμος, που έβγαλε νοκ-άουτ τον Σαλάχ. Κι εφέτος, έχασε ένα πρωτάθλημα με μόλις μια ήττα. Ηταν δίκαιο, γιατί την τελευταία διετία έχει παίξει φοβερή μπάλα. Ηταν δίκαιο, γιατί είναι η Λίβερπουλ: η πιο συναρπαστική, υπερβατική, ενθουσιώδης και απρόβλεπτη ομάδα του πλανήτη.
Ηταν δίκαιο, πρωτίστως, επειδή ο Γιούργκεν Κλοπ έπρεπε -επιτέλους- να δικαιωθεί. Οχι μόνον ως ένας εξαιρετικός προπονητής – κατασκευαστής υπέροχων ομάδων, που έχει φύγει με άδεια χέρια από έξι τελικούς, αλλά και ως άνθρωπος με τεράστια θέληση. Μέσα σε λίγα 24ωρα έχασε τον τίτλο στην Premier League, σε μια σεζόν που η Λίβερπουλ άγγιξε την τελειότητα, και είδε την ομάδα του να ηττάται με 3-0 στο «Καμπ Νου», σε ένα ματς όπου είχε δοκάρι και τρεις απίστευτες ευκαιρίες. Οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του θα είχε καταρρεύσει. Αλλά, αυτός ο ακομπλεξάριστος Θεός της αισιοδοξίας και της θετικής σκέψης, βρήκε τη δύναμη να συνεχίσει να πολεμά. Τη μετέδωσε και στους παίκτες του.
Οταν πρωτοπάτησε το πόδι του στο «Ανφιλντ», ο Γερμανός είχε υποσχεθεί έναν μεγάλο τίτλο μέσα στα τέσσερα επόμενα χρόνια. Το ‘πε και το ‘κανε. Αλλά, το πιο εντυπωσιακό είναι το πώς τα κατάφερε. Με τον Ρόμπερτσον, τον Αλεξάντερ – Αρνολντ, τον Χέντερσον, τον Μίλνερ, τον Σακίρι… Με τον Ντιβόκ Οριγκί, που τον περασμένο Μάιο φορούσε τη φανέλα της Βόλφσμπουργκ κι έπαιζε σε μπαράζ για την αποφυγή του υποβιβασμού από την Μπουντεσλίγκα. Ο ίδιος παίκτης, που στα ρόστερ της Ρεάλ, της Μπαρτσελόνα, της Σίτι, της Γιουβέντους, ή της Μπάγερν, δεν θα «χωρούσε» ούτε γι’ αστείο, στα χέρια του Κλοπ μεταμορφώθηκε σε «ήρωα». Εβαλε δύο γκολ στην Μπαρτσελόνα, και το δεύτερο στον χθεσινό τελικό του «Μετροπολιτάνο».
Ο Κλοπ έγινε… ο πέμπτος Beatle της Λίβερπουλ. Ο πρώτος ήταν ο Μπιλ Σάνκλι. Την παρέλαβε το 1959 στη Β’ Κατηγορία, και το 1973 την οδήγησε στον παρθενικό της ευρωπαϊκό τίτλο: ένα Κύπελλο UEFA. Τον διαδέχθηκε το 1974 ο Μπομπ Πέισλι, ο οποίος της χάρισε τις τρεις πρώτες της Μεγάλες Κούπες (1977, 1978, 1981). Ο Φάγκαν (1984) και ο Μπενίτεθ (2005), άλλες δύο. Μετά, το χάος. Ωσπου, εμφανίστηκε ο «έξω καρδιά» Γερμανός με το ολόλευκο χαμόγελο. Η έκτη Κούπα σημαίνει πως, πλέον, μόνον η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μίλαν έχουν περισσότερες. Μα, πάνω απ’ όλα, σηματοδοτεί την αναβίωση της «κόκκινης αυτοκρατορίας». Την περίμεναν με ανυπομονησία όλοι όσοι αγαπούν, πραγματικά, το ποδόσφαιρο.
Με τον τρόπο που έπαιξε χθες, η Λίβερπουλ δεν κέρδισε πολλούς νέους φίλους. Αλλά, αυτή η κυνική της νίκη -χωρίς να ενθουσιάσει- είναι δείγμα ωριμότητας και προόδου. Διδάχθηκε πολλά από τον περσινό τελικό, στον οποίο είχε μπει γεμάτη αλεγρία και ενθουσιασμό, τρομάζοντας τη «Βασίλισσα». Ενίσχυσε την άμυνά της, αποκτώντας τον «κέρβερο» Αλισον και τον «βράχο» φαν Ντάικ, που χθες συμπλήρωσε 63 ματς χωρίς να «φάει» ούτε μια ντρίμπλα από αντίπαλο. Κι έμαθε να νικά, ακόμη και χωρίς να πατήσει τέρμα το γκάζι. Το είδαμε και στην Premier League: η περσινή Λίβερπουλ ήταν πιο θεαματική, όμως το ρεκόρ βαθμών το έκανε η εφετινή, πιο ρεαλιστική της έκδοση.
Ο Κλοπ πέταξε από πάνω του τη ρετσινιά του «λούζερ». Αφησε να την κουβαλά ο χθεσινός του αντίπαλος, Μαουρίσιο Ποτσετίνο. Σύντομα, όμως, θα έρθει και η δική του δικαίωση. Η πορεία της Τότεναμ μέχρι τη Μαδρίτη, χωρίς μεταγραφές εδώ και 18 μήνες, ήταν ένας άθλος του αργεντινού προπονητή. Τέτοια μεγαλεία, οι «Πετεινοί» είχαν πολλές δεκαετίες να ζήσουν. Τόσες, ώστε οι Αγγλοι να παραφράσουν το παρατσούκλι του συλλόγου (Spurs) και με τη λέξη «Spursy» να εννοούν την παταγώδη αποτυχία, την ηττοπάθεια, την γκαντεμιά, τη μιζέρια.
Οχι, πια. Η Τότεναμ έχασε την Κούπα, αλλά κέρδισε την εκτίμηση όλων. Στο κάτω – κάτω της γραφής, για καμία από τις «Σταχτοπούτες» της διοργάνωσης το παραμύθι δεν είχε happy-end. Ρωτήστε και την Ατλέτικο Μαδρίτης, την Αρσεναλ, τη Λεβερκούζεν, τη Μονακό, τη Βαλένθια…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News