Ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν αυτός που πήρε την απόφαση να αποχωρήσουν οι Αμερικανοί από το Αφγανιστάν, όμως ο Τζο Μπάιντεν όχι μόνο δεν την αναίρεσε, αλλά επιτάχυνε την διαδικασία.
Τα τραγικά αποτελέσματα τα είδε όλος ο κόσμος την Κυριακή, καθώς οι Ταλιμπάν μπήκαν θριαμβευτές στην Καμπούλ, μήνες πιο γρήγορα από ό,τι περίμεναν οι μεγαλοσύμβουλοι του Λευκού Οίκου και από ό,τι έτρεμαν οι κάτοικοί της, ιδίως οι γυναίκες.
Η αλήθεια είναι, όπως σημειώνει ο Γκίντιον Ράχμαν στους Financial Times, ότι αν τώρα ήταν ο Τραμπ πρόεδρος, η αμερικανική διπλωματική ελίτ θα χαλούσε τον κόσμο για την ανικανότητα, την ανευθυνότητα και την ανηθικότητα της στρατηγικής του. Σήμερα, επιλέγει ντροπιασμένη να κρατήσει χαμηλούς τόνους.
Αλλιώς είχε σκεφτεί ο Μπάιντεν την 20ή επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου. Τώρα η σκιά της ταπεινωτικής ήττας των Αμερικανών στον 20ετή πόλεμο, που ουσιαστικά ξεκίνησε εκείνη την αποφράδα ημέρα, πέφτει βαριά πάνω στον αμερικανό πρόεδρο.
Γνωστός για την οξυθυμία του, ο Μπάιντεν λογικά θα άστραψε και θα βρόντηξε κατά τη διάρκεια της χθεσινής ενημέρωσής του για την κατάσταση στην Καμπούλ, από την ομάδα συμβούλων του. Οι Ταλιμπάν τούς έπιασαν όλους στον ύπνο.
Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, ο αμερικανός πρόεδρος έλεγε ότι δεν μετανιώνει για την απόφασή του να αποχωρήσουν όλα τα στρατεύματα τόσο γρήγορα. Τον προηγούμενο μήνα τόνιζε ότι οι πιθανότητες να καταλάβουν όλη τη χώρα οι ισλαμιστές αντάρτες είναι ελάχιστες. Σε χθεσινή του ανακοίνωση επανέλαβε ότι στη διάρκεια του πολέμου, από τον Λευκό Οίκο πέρασαν τέσσερις πρόεδροι και δεν θα παρέδιδε τη σκυτάλη σε έναν πέμπτο. Η αλήθεια όμως είναι ότι η αξιοπιστία του, έπειτα από ένα εξάμηνο εντυπωσιακά επιτυχημένης θητείας, διαλύθηκε μέσα σε μία ημέρα, γράφουν χαρακτηριστικά οι FT. Κανείς δεν θα ‘θελε να βρίσκεται στη θέση της εκπροσώπου του, Τζεν Ψάκι, στην ενημέρωση των δημοσιογράφων, τη Δευτέρα, ούτε καν η ίδια όπως φάνηκε, καθώς για πρώτη φορά δεν έγινε η καθημερινή ενημέρωση των ανταποκριτών του Λευκού Οίκου…
Ο αγγλοσαξωνικός Τύπος εξάλλου, περιέλαβε με ιδιαίτερα καυστικό τρόπο τον Μπάιντεν, στην πρώτη μεγάλη διεθνή κρίση της θητείας του.
Οι αμερικανικές εφημερίδες στάθηκαν στο γεγονός της «ήττας», της αποτυχίας μιας 20χρονης εκστρατείας να αλλάξει το Αφγανιστάν, ασχέτως αν ο Τζο Μπάιντεν, στο διάγγελμά του τη Δευτέρα, επιχείρησε να πείσει ότι σκοπός δεν ήταν να δημιουργηθεί ένα νέο κράτος αλλά να νικηθεί η τρομοκρατία στη σκιά των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Οι βρετανικές εφημερίδες ήταν πιο σκληρές –οι πιο λαϊκές μάλιστα επιτέθηκαν προσωπικά στον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Αν, πάντως, απομακρυνθούμε λίγο από το δράμα που εκτυλίσσεται στους δρόμους και το αεροδρόμιο της Καμπούλ, σημειώνουν στην ανάλυσή τους οι Financial Times , καλούμαστε να δούμε τη μεγαλύτερη εικόνα για τη στρατηγική των ΗΠΑ και τι θα σημάνει αυτή η ήττα για την αξιοπιστία της υπερδύναμης σε όλο τον πλανήτη.
Αλλωστε, η απόφαση του Μπάιντεν ήταν καθαρά στρατηγική και δεν το έκρυψε. Είπε συγκεκριμένα ότι το Αφγανιστάν έχει χάσει τη στρατηγική αξία του για τους Αμερικανούς, καθώς ο κόσμος δεν είναι αυτός που ήταν πριν από 20 χρόνια και τώρα πια πρέπει να στρέψουν το βλέμμα τους και τις δυνάμεις τους στον ανταγωνισμό με την Κίνα.
Αυτό βέβαια που παρέλειψε ο αμερικανός πρόεδρος είναι ότι ο κόσμος δεν είναι αυτός που ήταν, εν μέρει, ακριβώς επειδή οι ΗΠΑ επενέβησαν στο Αφγανιστάν και κατατρόπωσαν την Αλ Κάιντα –η μόνη, αλλά σημαντική επιτυχία τους στην επιχείρηση– και ότι απoχωρώντας θα κινδυνεύσουν να χάσουν ακόμα και αυτή τη νίκη.
«Αυτή είναι η ειρωνεία: Πώς μπορείς να λες ότι “η Αμερική επέστρεψε” όταν χάνεις από τους αντάρτες με μόνα τους όπλα νάρκες, αντιαρματικά ρουκετοβόλα και Καλάσνικοφ;»
Ποιος όμως θα είναι ο αντίκτυπος της ήττας των ΗΠΑ και ολόκληρης της δυτικής συμμαχίας στην ανταγωνιστική σχέση Ουάσινγκτον και Πεκίνου;
Η παταγώδης αυτή αποτυχία θα δυσκολέψει τα πράγματα για τον Μπάιντεν στο εξωτερικό. Ποιος θα τον πιστέψει πια όταν επαναλάβει το αγαπημένο του μήνυμα, για την Αμερική που «επέστρεψε»; Το λέει και ο επικεφαλής της επιτροπής Αμυνας του βρετανικού κοινοβουλίου, Τομπάιας Ελγουντ, μιλώντας στην Washington Post: «Αυτή είναι η ειρωνεία: Πώς μπορείς να λες ότι “η Αμερική επέστρεψε” όταν χάνεις από τους αντάρτες με μόνα τους όπλα νάρκες, αντιαρματικά ρουκετοβόλα και Καλάσνικοφ;»
Αντιθέτως, η έκβαση του πολέμου στο Αφγανιστάν βγάζει αληθινούς τους Κινέζους και τους Ρώσους που επιμένουν ότι η αμερικανική υπερδύναμη βρίσκεται σε παρακμή και ότι οι σύμμαχοί της δεν μπορούν να βασίζονται στις υποσχέσεις των Αμερικανών για παροχή ασφάλειας και προστασίας.
Οι σύμμαχές τους χώρες θεωρούν δεδομένο ότι, αν χρειαστεί, οι ΗΠΑ θα στείλουν στρατό να τις προστατέψει οπουδήποτε στον πλανήτη. Αμερικανοί αναλυτές, όμως, ήδη έχουν επισημάνει ότι, μετά τη χθεσινή ημέρα, αυτό πλέον θα είναι ολοένα και πιο δύσκολο –έως απίθανο.
Η Κίνα, από την άλλη, καθώς συνορεύει με το Αφγανιστάν, ίσως βρεθεί αντιμέτωπη με το κλασικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες, σε πολλά σημεία του κόσμου: είναι καλύτερα να επέμβεις για να αλλάξεις μία κατάσταση ή να την αφήσεις να εξελιχθεί ανενόχλητη; Προς το παρόν, οι Κινέζοι αποκαλούν το Αφγανιστάν «το νεκροταφείο των αυτοκρατοριών», όμως αν η τρομοκρατία, με έδρα τον γείτονά τους, επιστρέψει και τους βάλει και αυτούς στόχο, η στάση τους μπορεί να αλλάξει. Ας μην ξεχνάμε ότι το Αφγανιστάν είναι πολύ κοντά την ανατολική επαρχία της Κίνας με τα εκατομμύρια καταπιεζόμενους Ουιγκούρους μουσουλμάνους.
Οσο για αυτούς που χρησιμοποιούν την αναλογία με το Βιετνάμ, ο αρθρογράφος των FT ανατρέχει στην Ιστορία για να θυμίσει ότι 14 χρόνια μετά τη Σαϊγκόν, η Δύση κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο.
«Τελικά, η μάχη ανάμεσα στο αμερικανικό και το σοβιετικό σύστημα δεν επηρεάστηκε από το Βιετνάμ, αλλά από την ισχύ της οικονομίας και του πολιτικού συστήματος των δύο κρατών. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στη μάχη ΗΠΑ – Κίνας».
Προς το παρόν, όμως, ο αφγανικός λαός ζει μια νέα τραγωδία και ο Μπάιντεν την πρώτη μεγάλη κρίση του, που προήλθε από δικούς του λάθος χειρισμούς και που ίσως σημαδέψει ανεξίτηλα την θητεία του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News