738
|

Τουρίστας στην Ελλάδα του 1900 (Α’ Μέρος)

Αρης Μαλανδράκης Αρης Μαλανδράκης 24 Ιουλίου 2013, 00:44

Τουρίστας στην Ελλάδα του 1900 (Α’ Μέρος)

Αρης Μαλανδράκης Αρης Μαλανδράκης 24 Ιουλίου 2013, 00:44

Χαρές και πανηγύρια για όσους εργάζονται στον τουριστικό τομέα – και για την ελληνική οικονομία γενικότερα. Οι διεθνείς αφίξεις αναμένεται να ξεπεράσουν εφέτος το καλοκαίρι τον στόχο των 17 εκατομμυρίων επισκεπτών, κομίζοντας το ανάλογο «ζωογόνο» συνάλλαγμα. Τεράστια η διαφορά, συγκριτικά με το απώτερο παρελθόν. Τότε που οι διακοπές στην Ελλάδι αποτελούσαν… εξωτική επιλογή για τους Ευρωπαίους -και μόνο- ταξιδιώτες (Ιάπωνες, Αραβες, Κινέζοι και λοιπές συναλλαγματοφόρες δυνάμεις θα αργούσαν πολύ να φανούν). Το μεγάλο τουριστικό κύμα ξεκίνησε ως… φλοίσβος, πριν από ένα -και πλέον- αιώνα. Με αφορμή την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1896, η Αθήνα, τα νησιά του Αιγαίου, η Πελοπόννησος, η Θεσσαλία (μέχρι εκεί που τελείωναν τα σύνορα της μικρής, ακόμα, Ελλάδας), υποδέχθηκαν τα πρώτα οργανωμένα γκρουπ, αλλά και πολλούς ανεξάρτητους-μεμονωμένους τουρίστες, που αποτέλεσαν τον πυρήνα του μετέπειτα «μωσαϊκού». Πολύτιμες μαρτυρίες για τη γέννηση του τουρισμού στην Ελλάδα δίνουν κάποιοι ξενόγλωσσοι οδηγοί της εποχής εκείνης, που ήλθαν να καλύψουν (και να τροφοδοτήσουν) το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για τη χώρα. Ηταν ένας κόσμος που ερχόταν παρακινούμενος, όχι μόνο από ενδιαφέρον για την αρχαία Ελλάδα και τα διασωζόμενα μνημεία της, αλλά και θέλοντας να γνωρίσει τη σύγχρονη, «αχαρτογράφητη» όψη της.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι έγκυροι γαλλικοί οδηγοί Les Guides Bleus, οι γνωστοί Μπλε Οδηγοί που συνεχίζουν να εκδίδονται από την Hachette. Το 1906, με αφορμή τη διοργάνωση της λεγόμενης Μεσολυμπιάδας στην Αθήνα, οι Μπλε Οδηγοί συμπεριέλαβαν, για πρώτη φορά στον κατάλογό τους, την Ελλάδα – μια σπάνια στις ημέρες μας έκδοση. Τα κείμενα του οδηγού υπέγραφε ο διευθυντής της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, και καθηγητής στη Σορβόννη, Γκιστάβ Φουζέρ. Η λεπτομερής καταγραφή των ηθών, των εθίμων, της καθημερινής ζωής, αλλά και του… life style της εποχής, διασώζει άγνωστες πτυχές και αναπάντεχες πληροφορίες για το mondus vivendi των Ελλήνων στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. «Οι σύγχρονοι Ελληνες», σημειώνει ο συγγραφέας στον πρόλογο, «έχουν κληρονομήσει από τους προγόνους το ανήσυχο πνεύμα, την ευστροφία, την έφεση στο διάλογο και την πολιτική. Το «παλληκάρι» (από το πάλληξ, νεαρός άνδρας) ενσαρκώνει τον τύπο του δημοφιλούς πατριώτη. Ο ορεσίβιος της Αρκαδίας ή της Μάνης, με την ελαφρά σβελτάδα και την έντονη γενναιότητα, δίνει την εντύπωση μιας υγιούς και γενναιόδωρης δύναμης. Ο Ελληνας διατηρεί πολύ ζωντανή την αίσθηση της ανεξαρτησίας. Δεν θα συναντήσουμε εδώ τη δουλικότητα κάποιου που ικετεύει για φιλοδώρημα».

Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν αεροπλάνα, ούτε πτήσεις τσάρτερ, φυσικά. Για να έλθει κάποιος στην Ελλάδα είχε δύο βασικές επιλογές: με τρένο από βορρά, ή με πλοίο από δυσμάς. «Η πιο ωραία είσοδος στην Ελλάδα είναι, αναντίρρητα, από την Κέρκυρα και τον Κορινθιακό κόλπο», υπερθεμάτιζε ο Μπλε Οδηγός. Οι προτεινόμενες διαδρομές για τους -γαλλόφωνους- τουρίστες, ήταν από Παρίσι σε Κέρκυρα, μέσω Μπρίντιζι, ή Παρίσι-Μασσαλία-Πειραιάς. Ακολουθώντας τη δεύτερη διαδρομή, ο Φουζέρ καταγράφει τα βασικά περάσματα του πλοίου με την ακρίβεια ενός ντοκιμαντερίστα: «Αφήνοντας αριστερά τους κόλπους της Μεσσηνίας και της Λακωνίας, περνάμε ανάμεσα στο Ελαφονήσι (de Cervi, στα ιταλικά) και τη βραχώδη νήσο του Τσιρίγου, τα αρχαία Κύθηρα, το νησί της Αφροδίτης. Τα ακρωτήριο Μαλέας είναι ένας τεράστιος βράχος, στην κορυφή του οποίου διακρίνουμε έναν φάρο με ένα λευκό σπιτάκι, όπου μένει ένας ερημίτης. Το ατμόπλοιο τον χαιρετά με ένα σφύριγμα της σειρήνας και εκείνος εμφανίζεται στην άκρη του βράχου σείοντας ένα λευκό πανί. Το ακρωτήριο Μαλέας, φοβερό για τους αρχαίους Ελληνες, σήμαινε για αυτούς το τέλος των ελληνικών υδάτων: «Αν περάσετε το ακρωτήριο του Μαλέα, έλεγε ένα γνωμικό, ξεχάστε την πατρίδα σας!».

Φθάνοντας με το πλοίο στον Πειραιά, ο ταξιδιώτης αντίκριζε (τότε, όπως και σήμερα) τον φάρο δεξιά στον προλιμένα, αλλά και «ένα μεγάλο κήπο που ανήκει στον βασιλιά» όπως σημειώνεται στον οδηγό. Τα επιβατικά πλοία που κατέπλεαν από το εξωτερικό παρέμεναν αρόδο και οι επιβάτες μεταφέρονταν με βάρκες στο τελωνείο για τον έλεγχο των αποσκευών. Η διαδικασία αποβίβασης, όμως, ήταν αρκετά περίπλοκη υπόθεση για όποιον δεν γνώριζε, ούτε τη γλώσσα, ούτε τις συνήθειες του τόπου: «Στο κατάστρωμα ο ταξιδιώτης δέχεται την επίθεση ενός πλήθους λιμενικών υπαλλήλων, βαρκάρηδων, αχθοφόρων, μεταφραστών, απέναντι στους οποίους πρέπει να αμυνθεί ενεργά. Επιλέγει μια βάρκα (1 δραχμή χωρίς μπαγκάζια, 2 δραχμές με μπαγκάζια), που θα τον μεταφέρει στο τελωνείο». Ο έλεγχος των αποσκευών και η πιθανή δασμολόγηση των εισαγομένων ειδών δεν παραλείπονται στις οδηγίες… ασφαλούς διέλευσης: «Οι βαλίτσες και τα μικρά δέματα περνούν χωρίς δυσκολία. Πρόβλημα ίσως υπάρξει αν μεταφέρετε κοντά αθλητικά παντελόνια (σ.σ. ο οδηγός κυκλοφόρησε με αφορμή τη διεθνή αθλητική εκδήλωση). «Νέα» είδη όπως οι φωτογραφικές μηχανές και ιδίως τα ρούχα, τα παπούτσια, τα γάντια κ.λπ., που δεν τα φοράτε αλλά βρίσκονται στις βαλίτσες σας, υπόκεινται σε αρκετά υψηλούς δασμούς».

(συνεχίζεται)

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News