Το δικό σου πάπλωμα
Το δικό σου πάπλωμα
Τρία σκεπάσματα ρίχνω αυτές τις τελευταίες νύχτες επάνω μου και δεν μπορώ να ζεσταθώ. Παρ’ όλο που κοιμούμαι σε σπίτι μέσα και επάνω σε στρώμα. Θυμούμαι, καθώς τρέμω, που κάποιος άστεγος πριν μερικές εβδομάδες μου εξηγούσε πόση ζημιά έπαθαν εκείνος και όσοι σαν κι αυτόν κοιμούνται στο δρόμο. Από τότε που σταμάτησαν οι γιγαντοαφίσες! Διότι κάθε τόσο οι αφισοκολλητές έριχναν κάτω το παχύ στρώμα χαρτιού που σχηματιζόταν από τις αλλεπάλληλες αφισοκολλήσεις για να ελευθερωθεί το πλαίσιο και να κολλήσουν τις επόμενες. Ένα κομμάτι από αυτό το χάρτινο στρώμα το έπαιρναν οι άστεγοι γιατί τους ήταν χρήσιμο στο να κόβει κάπως το κρύο που ερχόταν από το τσιμέντο και τις πλάκες του πεζοδρομίου.
Θυμούμαι ακόμη με πόσο καμάρι οι παλαιότεροι διηγούντο για την κατάσταση στην Αμερική και τις άλλες πλούσιες χώρες: «Εκεί όταν πέφτεις στο δρόμο κανείς δεν νοιάζεται να σε σηκώσει, κανείς δεν σε πηγαίνει στο νοσοκομείο». Και κοιτάζονταν με βλέμμα που ήθελε να πει πως «εμείς εδώ δεν τα ανεχόμαστε αυτά. Τς,τς,τς. Τρέχουμε από πάνω και νοιαζόμαστε όποιον είναι πεσμένος».
Και φθάσαμε στο 2011, πιο ταξιδεμένοι από τους τότε, με πολύ περισσότερα πτυχία, μεταπτυχιακά και μεταπτυχιακά μεταπτυχιακών και αδιαφορούμε που τριακόσια άτομα αργοπεθαίνουν μέσα στην πόρτα μας. Και οι «μετανάστες» του χθες, που μέσα σε αυτούς ήταν και κάποιοι δικοί μας άνθρωποι σε άλλες χώρες, έγιναν στις κουβέντες μας «λαθρο-μετανάστες» και τώρα, όπως κατάλαβα από τις συζητήσεις με κάποιον πτυχιούχο και καλά βολεμένο σε θέση, όσοι τους αντιπαθούν χρησιμοποιούν μαζί με την ανάλογη χειρονομία αποστροφής τον νεόκοπο και αδόκιμο όρο «τα μεταναστοειδή».
Βάφεται ζωηρά κόκκινο το στόμα μας αυτή την εποχή από τις φραουλίτσες τις κομμένες στην Ηλεία από τα χέρια κακοπληρωμένων ή και απλήρωτων από τους μάγκες παραγωγούς, «μεταναστοειδών». Τις μασουλάμε και το μόνο που σκεφτόμαστε μετά είναι να εξαφανίσουμε εκείνη τη σταγονίτσα από σαντιγί που έκατσε με αναίδεια στην άκρη των χειλιών. Δεν βαραίνει η συνείδηση πια από το πώς φθάνουν έως εμάς κάτι τέτοια φρουτάκια. «Ο σώζων εαυτόν « που λέμε σε άψογα ελληνικά.
Και εκτός από τους ξένους απεργούς πείνας έχουμε πια βγάλει από το μυαλό μας και τους άστεγους που κοιμούνται στο δρόμο. Συνηθίσαμε να ζούμε «παράλληλα» και μ’ αυτούς. Ας είναι ανάμεσά τους και πολλοί Έλληνες. Που μια άστοχη ή αστόχαστη συναλλαγή με τις Τράπεζες, μια συνομωσία των συγγενών, μια απρόσμενη αλλαγή στον άνεμο που οδηγεί όπου θέλει το χάρτινο καραβάκι με εμάς και τα υπάρχοντά μας μέσα, και νά πως βρίσκεσαι στο δρόμο, να στριφογυρίζεις προσπαθώντας να κοιμηθείς επάνω στο αφισόχαρτο.
Την Κυριακή 27 Φεβρουαρίου μια ομάδα ανθρώπων που τα ξέρει όλα αυτά, οι «Ενεργοί πολίτες», βρέθηκαν στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας για να συγκεντρώσουν στρώματα, υπνόσακους, υποστρώματα και να τα μοιράσουν στη συνέχεια σε όσους κοιμούνται έξω, όντας άστεγοι. Το δικό σου πάπλωμα μπορεί να είναι για δυο άτομα. Χρήσιμο δηλαδή όχι μόνο για σένα αλλά ίσως και για άλλον στη συνέχεια, αν το δώσεις έγκαιρα. Εσύ που κατάγεσαι από αυτούς που… δεν ήταν σαν τους Αμερικάνους κλπ, κλπ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News