Η αρχή έγινε με την πρόταση του Ισίδωρου Ντογιάκου, με τον Εισαγγελέα Εφετών να προτείνει την παραπομπή όλων των βουλευτών της Χρυσής Αυγής σε δίκη. Κι η συνέχεια έρχεται πάλι από τον ίδιο, αφού στο 700 σελίδων σημείωμά του αναφέρει λεπτομέρειες για τη δράση της οργάνωσης, την οποία χαρακτηρίζει εγκληματική και πως δρα με κοινοβουλευτικό μανδύα.
Στην πρότασή του προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, ο Ντογιάκος αναφέρει συγκλονιστικά στοιχεία, τα οποία προέκυψαν από την κατάσχεση ηλεκτρονικών αρχείων των κρατουμένων, με πιο χαρακτηριστικά αυτά που σχετίζονται με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τον Σεπτέμβριο του 2013, στο Κερατσίνι.
Στο μεταξύ, αίσθηση προκαλεί και η συνομιλία που είχε ο Σωτήρης Δεβελέκος με άγνωστη γυναίκα. Ο Δεβελέκος είναι οδηγός του Νίκου Μιχαλολιάκου και φέρεται να λέει: «Εμείς άμα θέλουνε να βγούμε εκτός νόμου, κι ας ακούνε τα μ… να το ξέρουν, έχουμε και πενήντα με εκατό άτομα, τα οποία είναι αποφασισμένα να πέσουνε. Αυτά τα μ… έχουν έτοιμους να πέσουνε;».
Πριν τη δολοφονία Φύσσα
Ο κ. Ντογιάκος περιγράφει πως ειδοποιήθηκαν τα τάγματα εφόδου και επικαλούμενος μαρτυρικές καταθέσεις αναφέρει αλλά και ότι περισσότερα από επτά άτομα φορώντας κουκούλες τύπου full face, κρατώντας στυλιάρα και σιδηρηγροθιές περίμεναν τον μουσικό να αποχωρήσει από την καφετέρια το «Κοράλλι» όπου είχε πάει με την παρέα του να δει ποδοσφαιρικό αγώνα.
Αναφέρει στο σχετικό απόσπασμα της πρότασής του ο εισαγγελέας: «…Τις βραδινές ώρες της 17-9-2013 , ο Ιωάννης ΑΓΓΟΣ , υπεύθυνος της « Ασφάλειας » της Τοπικής Οργάνωσης Νίκαιας του κόμματος « ΛΑΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ – ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ» στη Νίκαια , ο Λέων Τσαλίκηςκαι ο Αναστάσιος Μιχαλαρος, στελέχη της συγκεκριμένης Τοπικής Οργάνωσης, βρίσκονταν στην καφετέρια «Κοράλλι», για να παρακολουθήσουν την τηλεοπτική μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα. Η καφετέρια αυτή βρίσκεται στο Κερατσίνι, στη συμβολή των οδών Παύλου Μελά και Κεφαλληνίας, στην περιοχή της Αμφιάλης. Και οι τρεις ήταν ντυμένοι με στρατιωτική αμφίεση και συγκεκριμένα με παντελόνι παραλλαγής, άρβυλα και μαύρη μπλούζα. Στην ίδια καφετέρια, η οποία ήταν γεμάτη από θαμώνες που παρακολουθούσαν τον αγώνα, σε διπλανό τραπέζι, καθόταν με τη δική του παρέα ο Παύλος Φύσσας, μουσικός, γνωστός στην ευρύτερη περιοχή για τις αντίθετες προς τη «Χρυσή Αυγή» πολιτικές του απόψεις και εν γένει για τις αντιφασιστικές του ιδέες.
Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των ωρών 23.00 – 23.30, ο Ιωάννης ΑΓΓΟΣ ειδοποίησε, μέσω του κινητού τηλεφώνου του, τον επίσης κατηγορούμενο Ιωάννη ΚΑΖΑΝΤΖΟΓΛΟΥ, μέλος του πενταμελούς συμβουλίου της Τοπικής Οργάνωσης Νίκαια, υπεύθυνο πολιτικής δράσης της και επικεφαλής των «ένστολων» μελών της «ασφαλείας» αυτής, για την παρουσία στο συγκεκριμένο χώρο του Παύλου Φύσσα και της παρέας του και ζήτησε την παρέμβασή του. Ο Ιωάννης Καζαντζόγλου, με τη σειρά του, ενημέρωσε αμέσως τον Γεώργιο Πατέλη για τα όσα πληροφορήθηκε και αυτός στη συνέχεια, μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή της Τοπικής Οργάνωσης Νίκαιας, τον οποίο χειριζόταν αποκλειστικά ο ίδιος, έστειλε μήνυμα (sms) στα μέλη της ασφάλειας της Τοπικής, με το εξής περιεχόμενο – εντολή «Ολοι τώρα στην τοπική. όσοι είσαστε κοντά δεν θα περιμένουμε μακρινούς τώρα», με συνέπεια να ενεργοποιήσει τα «Τάγματα Εφόδου», στα πλαίσια και σε εκτέλεση των γενικότερων εντολών του επίσης κατηγορουμένου Ιωάννη Λαγού.
Με τον τρόπο αυτό κινητοποιήθηκαν όλοι, σχεδόν, οι αποδέκτες του εν λόγω μηνύματος, οι οποίοι έφθασαν έξω από τα γραφεία της Τοπικής Οργάνωσης σε εξαιρετικά σύντομο χρόνο , περίπου δέκα – δεκαπέντε λεπτών, από τη λήψη του, υπακούοντας στην παραπάνω εντολή, χωρίς την οποιαδήποτε αντίδραση ή ερώτηση για το σκοπό της κινητοποίησης σε τόπο προχωρημένη ώρα, σε εργάσιμη ημέρα. Τα άτομα αυτά, περίπου σαράντα ( 40 ), επέβαιναν σε δίκυκλες μοτοσικλέτες και ήταν εφοδιασμένα με κράνη, κοντάρια, σιδερογροθιές, ενώ άλλοι πήγαν με Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα. Όλοι μαζί, εν πομπή και προπορευομένων των μοτοσυκλετών ξεκίνησαν, ως «Τάγμα Εφόδου» με κατεύθυνση το Κερατσίνι και προορισμό την καφετέρια «ΚΟΡΑΛΛΙ».
Όπως προκύπτει από τις ένορκες καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, οι οποίοι έχουν εξεταστεί ενόρκως ενώπιον της Ειδικής Ανακρίτριας – Εφέτη, τρία ( 3 ) τουλάχιστον άτομα με μαύρα ρούχα , παντελόνια παραλλαγής, άρβυλα και ξυρισμένα κεφάλια, στέκονταν όρθια ακριβώς απέναντι από την είσοδο της καφετέριας και ανέμεναν την έξοδο του Παύλου Φύσσα. Το ένα εξ αυτών κρατούσε στα χέρια του ένα στειλιάρι, το άλλο ένα ρόπαλο και το τρίτο μία σιδερογροθιά, ενώ τα δύο φορούσαν κουκούλες τύπου full face και κοιτούσαν με απειλητικές διαθέσεις προς την είσοδο της καφετέριας. Τα άτομα αυτά είναι οι κατηγορούμενοι Ιωάννης Αγγος, Λέων Τσαλίκης, οι οποίοι είχαν βγει από την καφετέρια δέκα λεπτά, περίπου, πριν λήξει ο ποδοσφαιρικός αγώνας και Αναστάσιος Μιχαλαρος, ο οποίος και αναγνωρίστηκε από μάρτυρες ενώπιον της Ανακρίτριας του ΣΤ’ Τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς, αλλά και ενώπιον της Ειδικής Ανακρίτριας – Εφέτη.
Η στιγμή της δολοφονίας
«Μετά το τέλος του ποδοσφαιρικού αγώνα, περί τις 23.30’, ο Παύλος Φύσσαςκαι η παρέα του, μεταξύ των οποίων και δύο κοπέλες, βγήκαν από την καφετέρια και αντίκρυσαν τα ως άνω άτομα, τα οποία έδειχναν να έχουν απειλητική σε βάρος τους διάθεση. Λίγα λεπτά αργότερα, άλλη μία ομάδα τριάντα ( 30 ), περίπου, ατόμων, κοντοκουρεμένων , ντυμένων με ομοιόμορφα μαύρα ρούχα και κρατώντας επίσης μαδέρια βρισκόταν λίγο πιο πέρα , στη διασταύρωση της οδού Παύλου Μελά με την οδό Κεφαλληνίας , κάποιοι δε από αυτούς κρατούσαν και κράνη, ενδεικτικό του ότι είχαν πάει εκεί επιβαίνοντας σε μηχανές. Τα άτομα αυτά ήταν τα μέλη του « Τάγματος Εφόδου » της Τοπικής Οργάνωσης της Νίκαιας, τα οποία λίγη ώρα πριν είχαν συγκεντρωθεί για το σκοπό αυτό έξω από τα γραφεία της , με εντολή των ως άνω κατηγορουμένων.
Στη θέα των εν λόγω ατόμων , η παρέα του Παύλου Φύσσα κινήθηκε επί της οδού Κεφαλληνίας με κατεύθυνση τη Λεωφόρο Π. Τσαλδάρη. Ενώ είχαν ήδη απομακρυνθεί και είχαν φθάσει στην ως άνω Λεωφόρο και, χωρίς να προηγηθεί οποιοδήποτε σοβαρό περιστατικό ή να δοθεί κάποια σοβαρή αφορμή, ξαφνικά τα μαυροφορεμένα αυτά άτομα-μέλη του « Τάγματος Εφόδου » που βρίσκονταν επί της οδού Παύλου Μελά, με φωνές και ύβρεις όπως π.χ. «νάτους, αυτοί είναι», «θα σας γαμήσουμε μουνόπανα, πού πάτε;», «κότες, ελάτε θα σας σκοτώσουμε, θα σας σφάξουμε, θα πεθάνετε», «πάμε να τους γαμήσουμε», τρέχοντας, κινήθηκαν συντεταγμένα και μέσω της οδού Κεφαλληνίας έφθασαν στη Λεωφόρο Π. Τσαλδάρη, όπου ήδη βρίσκονταν ο Παύλος Φύσσας και οι υπόλοιποι φίλοι του, αγνοώντας ακόμη και τους αστυνομικούς της ομάδας ΔΙ.ΑΣ , οι οποίοι είχαν μόλις προστρέξει, μετά από εντολή του Κέντρου, οι οποίοι και ακολούθησαν τα μέλη της Χρυσής Αυγής.
Τότε, τόσο τα άτομα αυτά , τα οποία βρίσκονταν εξ αρχής επί της οδού Π. Μελά , όσο και εκείνα τα οποία εμφανίστηκαν κατ’ ευθείαν και για πρώτη φορά στη Λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη με μηχανάκια και αυτοκίνητα, φορώντας επίσης μαύρα ρούχα, παντελόνια παραλλαγής, με ξυρισμένα κεφάλια και κράνη και μερικοί εξ’ αυτών κρατώντας ρόπαλα , συνενώθηκαν και έγιναν μία ομάδα. Φωνάζοντας δε «Εκεί είναι τα μουνιά, να τους γαμήσουμε», καθώς και διάφορα άλλα παρόμοια συνθήματα, επετέθησαν στον Παύλο Φύσσα καθώς και σε δύο από τους φίλους του, ήτοι τους Δημήτριο Μελαχροινόπουλο και Ηλία Κοντονικόλα οι οποίοι είχαν παραμείνει στο σημείο εκείνο, καθόσον οι λοιποί είχαν ήδη απομακρυνθεί τρέχοντας, με προτροπή του Π. Φύσσα, για να σωθούν και κρύφτηκαν στα γύρω στενά.
Κατά τη διάρκεια της επίθεσης σε βάρος του Παύλου Φύσσα και ενώ ουσιαστικά είχαν εξουδετερωθεί από τα χτυπήματα των επιτιθέμενων ατόμων οι εν λόγω δύο φίλοι του, εμφανίστηκε στη Λεωφόρο Π. Ταλδάρη με το αυτοκίνητό του ο Γεώργιος Ρουπακιάς. Στάθμευσε στο μέσον αυτής, στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας , στο ύψος του αριθμού 62 , πολύ κοντά στο σημείο που βρισκόταν ο Παύλος Φύσσας και με γρήγορες κινήσεις, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι δύο – τρία μέλη της Χρυσής Αυγής είχαν επιτεθεί και κρατούσαν τον Παύλο Φύσσας, με ένα μαχαίρι που κρατούσε ήδη πριν ακόμη βγει από το αυτοκίνητο , όπως ομολόγησε κατά τη συμπληρωματική απολογία του ενώπιον της Ειδικής Ανακρίτριας – Εφέτη , επιτέθηκε κατ’ αυτού, από τον οποίο τον χώριζε πολύ μικρή απόσταση ολίγων βημάτων. Αγκαλιάζοντάς τον, κατά τρόπο τινά , τον έπληξε δύο φορές στο αριστερό ημιθωράκιο, στο ύψος της καρδιάς και μία φορά στο μηρό και επέστρεψε στο αυτοκίνητο του, επιχειρώντας να διαφύγει. Πριν όμως το επιτύχει, αστυνομικοί που είχαν ήδη φθάσει στο σημείο και μετά από υπόδειξη του ίδιου του τραυματία Παύλου Φύσσα, ο οποίος ήταν ακόμα εν ζωή , συνέλαβαν το δράστη, ο οποίος είχε ήδη εισέλθει στο αυτοκινητό του και προσπαθούσε να ξεκινήσει. Μάλιστα δε, δίπλα στον μπροστινό αριστερό τροχό του αυτοκινήτου του , βρέθηκε και κατασχέθηκε το μαχαίρι, ήτοι ένα αναδιπλούμενο μαχαίρι, τύπου στιλέτο, με ξύλινη επένδυση στη λαβή του, με το οποίο μόλις είχε πλήξει τον Παύλο Φύσσα και το οποίο είχε πετάξει έξω από το αυτοκίνητο».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News