662
|

Πού είναι η Μπάρμπι να μας σώσει;

Τζίνα Δαβιλά Τζίνα Δαβιλά 12 Ιουλίου 2013, 00:32

Πού είναι η Μπάρμπι να μας σώσει;

Τζίνα Δαβιλά Τζίνα Δαβιλά 12 Ιουλίου 2013, 00:32

Όταν πρωτοείδα αυτήν την κούκλα, που ήταν κάτι παραπάνω από κούκλα, ήμουν κάπου στην εφηβεία μου. Έχω μια αδελφή κατά δέκα χρόνια μικρότερη. Της έφερναν την Μπάρμπι παρέα και τον Κεν, τον καλό της. Η Μπάρμπι, λοιπόν, άλλαξε τα δεδομένα της κουκλοϊστορίας. Δεν ήταν μωρό, δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων να μπει στο καροτσάκι για να την πας βόλτα (πώς να βάλεις την ξανθομαλλούσσα καλλονή στο καρότσι με την υπέρλαμπρη τουαλέτα;), δεν μπορούσες να τη φροντίσεις και γενικώς δεν μπορούσες να κάνεις όσα κάνεις ως παιδί έχοντας μια κούκλα στα χέρια. Απλώς τη χάζευες για την αψεγάδιαστη ομορφιά της και πρόσεχες τα υπέροχα ρούχα της να μη χαλάσουν. Παιχνίδι, επομένως, τύπου μπαρμπούτσαλα. Δεν υπήρχε κατ’ ουσίαν παιχνίδι.
Η αδελφούλα μου, λοιπόν, φύσει ανήσυχη και αιρετική από μικρή, μην μπορώντας να την κανακέψει, επενέβαινε πάνω της. Της έκοβε τα μαλλιά, της έβαφε τα μούτρα, της έβγαζε τα καταπληκτικά ρούχα ντύνοντάς την με κουρέλια που τα μετέτρεπε σε φορέματα. Έφτανες, λοιπόν, να βλέπεις μια κούκλα τύπου Μπάρμπι, αλλά κάτι άλλο. Ακόμα και τα χείλη προσπαθούσε να της ξεβάψει.

Αυτά με τη Μαιρούλα. Διότι τα λοιπά κοριτσάκια αποζητούσαν να μετατραπούν στη δίμετρη, λεπτόμεση, μακρυποδαρούσα και μακρυμαλλούσσα Μπάρμπι. Και σε ό,τι άλλο συνεπαγόταν η εικόνα της. Και όχι μόνο τα κοριτσάκια, αλλά και τα αγοράκια και οι μαμάδες και οι μπαμπάδες. Τι θέλω να πω: πως το φαινόμενο Μπάρμπι δεν είναι απλώς μια κούκλα, αλλά μια στοιχειοθετημένη, ορισμένη στάση ζωής που αρεσκόταν στο ψευδές. Τα ατελείωτα πόδια και τα τεράστια μάτια σε ένα κεφάλι εντυπωσιακό δεν είναι αυτό που συναντάμε ούτε και στην καθημερινότητά μας, αλλά ούτε και στα όνειρά μας. Είναι μια σκέτη ουτοπία. Την ουτοπία την εντάξαμε στην καθημερινότητά μας με κάθε επισημότητα. Από την επαφή μας με τα υλικά που μπορούσαμε τάχα μου-τάχα μου, να αποκτήσουμε μέχρι τους πολιτικούς που επιλέγαμε ως εκπροσώπους ιδεολογίας φαινομενικά, διεκπεραιωτές ατομικών συμφερόντων ουσιαστικά. Κυνηγώντας το όνειρο της ξανθής, συνηθίσαμε στη βρωμιά και στην ψευτιά, ό,τι δηλαδή αντιπροσώπευε η Μπάρμπι. Η Μπάρμπι δεν είχε προσπαθήσει για πολλά. Και, κυρίως, δεν ζητούσε κάτι. Τα είχε όλα.

Μαζί με όλα τα λοιπά που ζούμε, ζούμε και το αποτέλεσμα του φαινομένου Μπάρμπι. Γρήγορα ξεχνάμε, ακόμα πιο γρήγορα ενθουσιαζόμαστε, ακόμα πιο γρήγορα πιστεύουμε ότι κάποιοι ψευδοηγέτες και κάποια κόμματα θα αλλάξουν τη ροή. Αν παρακολουθήσεις τους πολιτικούς να «μιλούν», παίρνεις απαντήσεις γιατί δεν θα αλλάξει κάτι. Ο ένας καβαλά την κουβέντα του άλλου. Δεν ξέρουν να κάνουν διάλογο. Και οι δημοσιογράφοι παριστάνουν τους διαιτητές. Μπάρμπι κι εδώ; Βεβαίως! Όταν οι άλλες κούκλες κατουρούσαν και έκαναν κακά πάνω τους και ζητούσαν κρέμα κλαίγοντας από τις παιδικές μαμάδες τους, όλες οι Μπάρμπι χαμογελούσαν παγωμένα και αστραφτερά σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Και παντού γύρω κόπρανα, βρωμιά και σιχαμάρα. Αυτές, όμως, στον κόσμο τους: στο ψεύτικο αστραφτερό χαμόγελο με την τέλεια οδοντοστοιχία. Δεν είναι ν’ απορείς… Ήταν ο εαυτός τους: ένα υποταγμένο, αυθάδες, ξιπασμένο γύναιο που εκπροσωπούσε όλα τα λιγούρια: άνδρες και γυναίκες στερημένους την αλήθεια.

Τώρα τι σχέση έχει η Μπάρμπι με αυτό που ζούμε σήμερα; Μα σε αυτήν βρίσκουμε τα γιατί τριών δεκαετιών. Τουμπεκί σε όλα, καμία διεκδίκηση που να αφορά στα πανανθρώπινα. Υποταγή στην ύλη, στην ψεύτική ομορφιά, στο μπότοξ και τους κοιλιακούς, στο ξεπούλημα του συναισθήματος. Μετρήσαμε τη ζωή με όρους χρήματος και εμφάνισης, με όρους σολομού και στησίματος για δυο φωτογραφίες. Στη διεκδίκηση συμμετέχουμε μόνο όταν θίγεται το τομάρι μας. Πριν ξανά τουμπεκί. Και αναρωτιόμαστε πώς και γιατί. Μα γιατί η Μπάρμπι δεν πόθησε τη ζωή. Πόθησε την ψευτιά. Από αυτήν δημιουργήθηκε, αυτήν υπηρέτησε και για αυτήν θα αγωνιστεί. Αν τελικά αγωνιστεί ποτέ για κάτι.

Υ.Γ.: το παρόν γράφτηκε αφενός με αφορμή ένα κείμενο του Άρη Μαραγκόπουλου και αφετέρου με αφορμή το γεγονός πως για να αλλάξει τούτος ο τόπος επιβάλλεται το αυτό να επιθυμεί διακαώς ο ίδιος ο άνθρωπος (άρα να αλλάξει ο ίδιος) και να αλλάξουν και οι εικόνες του, δηλαδή να συνηθίσει να ζει σ’ ένα περιβάλλον εντελώς διαφορετικό από αυτό που ζει τώρα. Ειδάλλως… η Μπάρμπι θα καταστρέψει πολύ κόσμο.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News