Μεγάλωσα στην Αθήνα, κατάγομαι από μια μικροαστική οικογένεια. Πάντα η μάνα μου, μου έδινε κάποιο χαρτζιλίκι, άλλοτε μικρό, άλλοτε μεγαλύτερο, ανάλογα με το τι διέθετε ο προϋπολογισμός του σπιτιού. Δεν είχαν όλοι οι φίλοι μου χαρτζιλίκι, δεν ζητούσαν ποτέ δανεικά. Ό,τι είχαμε όμως το μοιραζόμαστε, πληρώναμε ρεφενέ το εισιτήριο στο σινεμά αυτού που δεν είχε. Εκεί που ήταν να φας 3 σουβλάκια έτρωγες 2 και το τρίτο το έτρωγε κάποιος που δεν είχε. Ούτε αυτοί που είχαν αισθανόντουσαν να υπερτερούν, αλλά ούτε και αυτοί που δεν είχαν αισθανόντουσαν να μειονεκτούν. Είμαστε παρέα φίλοι και τα μοιραζόμαστε.
Τους τελευταίους μήνες έχουν αλλάξει τα πράγματα όμως. Μεγάλοι άνθρωποι πια εξηντάρηδες. Δουλέψαμε, αγαπήσαμε, μοιραστήκαμε, απολαύσαμε, αλλά και κλάψαμε και πονέσαμε και ήρθαν μέρες που μείναμε νηστικοί. Τα ξεπεράσαμε όμως όλα. Και ξαφνικά πολλοί από εμάς βρέθηκαν χωρίς δουλειά, άνθρωποι με οικογένεια, με ανελαστικό πρόγραμμα εξόδων, παιδιά σε σχολεία ακριβά, κυρίες που πίνουν καφέ στις καφετέριες της Κηφισιάς και αφεντικά που σε καλούν και σου προτείνουν μείωση μισθού. Εσύ δεν την δέχεσαι γιατί θεωρείς ότι μειώνεσαι, παίρνεις μια παχουλή αποζημίωση, την τρως εύκολα γιατί εξακολουθείς να ζεις όπως ζούσες και ξαφνικά όλα σβήνουν μπροστά σου. Ούτε χρήματα για τα δίδακτρα, ούτε χρήματα για ψώνια και καφετέρια, καμιά φορά λείπουν και για τα ψώνια του σούπερ μάρκετ.
Λες να πουλήσεις το κτήμα στη νησί, μα ποιος θα το αγοράσει τέτοια εποχή, ή μάλλον θα το αγοράσει κάποιος στο ¼ της πραγματικής του αξίας και μέχρι τότε τι γίνεται; Δανεικά, δανεικά και αγύριστα. Και ποιος έχει να δώσει; Όσοι έχουν κάτι λίγα στην καβάτζα, φοβούνται, σου λένε αύριο θα βρεθούμε και εμείς στην ίδια κατάσταση. Ας τα κρατήσουμε για τα παιδιά μας.
Πήγα σε μια καφετέρια με έναν φίλο μου, αξιοπρεπέστατος άνθρωπος με παρελθόν και χωρίς μέλλον. Γνωρίζαμε την κυρία που είχε την καφετέρια, μας κέρασε τους καφέδες. Φεύγοντας ο φίλος μου ψάχτηκε, είχε ξεχάσει το πορτοφόλι του, μου ζήτησε ένα εκατοστάρικο, το έδωσα μετ’ ευχαριστήσεως. Μα στεναχωρήθηκα πολύ.
Ναι, κυρίες και κύριοι υπάρχουν άνθρωποι στην σημερινή μας αστική κοινωνία που τους λείπει ένα εκατοστάρικο, για να πάρουν ένα κοτόπουλο, λίγες πατάτες, ψωμί και τυρί για την Κυριακή τους. Ξέρετε ποιο είναι το επόμενο βήμα κύριε Υπουργέ; Η βία. Σε λίγο δεν θα το ζητάνε το εκατοστάρικο, θα σου το βουτάνε από την τσέπη.
Δεν ξέρω τι μυστικές συναντήσεις και συμφωνίες έχετε και που θέλετε να καταντήσει η κοινωνία που ζούμε, αλλά κάποια στιγμή παρά τους σωματοφύλακες που διαθέτετε κάποιος θα βουτήξει και την τσάντα της γυναίκας σας, κάποιος θα πάρει και το κινητό του παιδιού σας και τότε θα αγανακτήσετε και θα πείτε πολλές δηλώσεις τύπου μπλα μπλα μπλα.
Η ουσία δεν θα αλλάξει, πεθύμησα την καταραμένη τη δραχμούλα. Αν είχαμε μείνει στη δραχμή υπήρχαν λύσεις ανάπτυξης με πληθωρισμό αναμφίβολα, αλλά και με γρήγορα γύρισμα της οικονομίας. Δεν είμαι οικονομολόγος, αν και έχω σπουδάσει οικονομικά, όμως κάτι πρέπει να γίνει. Κάποιος πρέπει να βοηθήσει τους ανέργους. Όλα μπορεί να τα ανεχθεί ο άνθρωπος του σήμερα, εκτός από την πείνα. Τα παιδιά θα τα στείλουμε στο δημόσιο, σταματήσαμε να κυκλοφορούμε τα ακριβά αυτοκίνητα, θα παίρνουμε το Μετρό, δεν θα ξαναπάμε σε ακριβό εστιατόριο, μπορεί να μετακομίσουμε και στο δικό μας ταπεινό σπίτι που το νοικιάζαμε μέχρι χθες και είναι ανοίκιαστο εδώ και μήνες, όμως πρέπει κάτι να τρώμε και πρέπει να εξακολουθήσουμε να πορευόμαστε με αξιοπρέπεια.
– Μήπως έχετε ένα εκατοστάρικο κύριε Υπουργέ;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News