H είδηση που δημοσιοποιήθηκε χθες, έλεγε πως «η Χ.Κ.Τεγόπουλος κηρύχθηκε σε πτώχευση». Τέτοιες ειδήσεις, με πτωχεύσεις μικρών ή μεγάλων επιχειρήσεων, υπάρχουν πολλές τα τελευταία χρόνια. Πάρα πολλές. Η συχνότητα αυτή, η επανάληψη δηλαδή μιας είδησης που απλά καθε φορά αλλάζει το υποκείμενό της, δεν αγγίζει πολλούς. Μια είδηση που επαναλαμβάνεται με παραλλαγή μειώνει τη δύναμή της. Κάποια στιγμή μάλιστα, παύει να είναι είδηση. Αν κάποιος εξαιρέσει τους ίδιους τους εργαζόμενους των πτωχευμένων επιχειρήσεων που μπαίνουν αφενός στην ανεργία, αφετέρου σε μια ατέρμονη και συνήθως ατελέσφορη πτωχευτική διαδικασία, τέτοιες ειδήσεις δεν «συγκινούν» πολλούς.
Η περίπτωση της «Χ.Κ.Τεγόπουλος», ωστόσο, ειναι ιδιόμορφη. Εξέδιδε την «Ελευθεροτυπία», ένα άλλοτε πανίσχυρο μέσο ενημέρωσης. Και για πρώτη φορά, δημοσιογράφοι που ως τώρα περιέγραφαν τις ζωές των άλλων, τώρα βιώνουν οι ίδιοι αυτό που περιέγραφαν. Ιδιόμορφη υπόθεση η συγκεκριμένη. Και άκρως διδακτική. Όχι μόνο για τους περισσότερους από τους 850 ανθρώπους που απασχολούσε κάποτε. Έχει ένα ευρύτερο ενδιαφέρον, αφού αναδεικνύει το πώς οι νόμοι λειτουργούν πάντα με την πλευρά των ισχυρών, το πώς νόμοι -που χαρακτηρίζονται φιλεργατικοί- στην πράξη έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα και το πώς οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων τις οδηγούν στα βράχια και βγαίνουν άβρεχτοι στη στεριά. Και έτοιμοι να συνεχίσουν απρόσκοπτα τις δραστηριότητές τους.
Δεν έχει νόημα να γράψουμε πολλά, τα περισσότερα άλλωστε γι' αυτήν την υπόθεση είναι γνωστά. Δύο ιδιοκτήτριες (οι αδελφες Μάνια Τεγοπούλου και Ελένη Μακρή) οδήγησαν μία από τις μεγαλύτερες και συγκριτικά υγιέστερες επιχειρήσεις Τύπου στην Ελλάδα, στο κλείσιμο. Αυτό, είχε ένα τεράστιο κόστος για τους εργαζόμενους, αλλά κανένα κόστος για τις ίδιες και τις προσωπικές τους περιουσίες. Ακόμα και σε ποινικό επίπεδο, οι δυο εκδότριες έμειναν αλώβητες.
Αυτό το τελευταίο, η σχεδόν μηδενική δηλαδή επίπτωση για τις δύο ιδιοκτήτριες, αποτελεί το πρώτο σκάνδαλο αυτής της υπόθεσης. Ένα πλέγμα νόμων και η συνήθης πρακτική, επιτρέπουν αυτήν την ασυδοσία και το ακαταδίωκτο. Η επιχείρηση έκλεισε, οι προσωπικές περιουσίες των ιδιοκτητριών (που σε μεγάλο μέρος δημιουργήθηκαν από αυτές τις επιχειρήσεις) παρέμειναν άθικτες, οι ίδιες απολαμβάνουν ανενόχλητες τις ζωές που έκαναν πριν.
Και οι πρώην εργαζόμενοι παρακολουθούν αμήχανοι και ανήμποροι τις εξελίξεις. Οι νόμιμες διεκδικήσεις τους (δεδουλευμένοι μισθοί, αποζημιώσεις κ.α.) δεν εχουν καμία καλή τύχη. Παράδειγμα: Μπορει ο νόμος να περιγράφει γρήγορες (εξάμηνες) διαδικασίες σε περίπτωση εργατικών διαφορών, αλλά υπάρχουν εργαζόμενοι οι υποθέσεις των οποίων δεν εχουν εκδικαστεί ακόμα παρότι εχουν περάσει δυόμιση χρόνια! Την μια φορά απεργουν οι δικαστικοί υπάλληλοι, την άλλη οι δικηγόροι, την τρίτη οι υποθέσεις παίρνουν αναβολές για άλλους λόγους.
Αλλά ακόμα και εκείνοι οι εργαζόμενοι που κέρδισαν τις δίκες τους, δεν έχουν πετύχει τίποτα περισσότερο. Τα πραγματικά μεγάλα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης παραμένουν αδιάθετα, παρά τους χρονοβόρους και με μεγάλο κόστος πλειστηριασμούς. Είτε οι πλειστηριασμοί μπλοκάρονται με νομικά τερτίπια, είτε η κρίση δεν επιτρέπει τις πωλήσεις ακίνητης περιουσίας.
Το πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι άλλο. Πως παρά το οτι η εφημερίδα έκλεισε από τον Δεκέμβριο του 2011, μετά απο λίγο καιρό εμφανίσθηκε πάλι στα περίπτερα σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Ένας δικηγόρος, δύο ιδιοκτήτριες και πολλά παραθυράκια των νόμων, τους επέτρεψαν να συνεχίσουν να παριστάνουν τους εκδότες. Και ισως να συνεχίσουν να το κάνουν και με τη νεα διαδικασία, την πτωχευτική, η οποία αποτελεί έναν καινούργιο γολγοθά για τους εργαζόμενους. Αλλά μόνο γι' αυτούς.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News