Λέξεις για την 25η Μαρτίου
Λέξεις για την 25η Μαρτίου
Όλη η δόξα, όλη η χάρη…
Η 25η Μαρτίου, ως ημέρα της εθνικής παλιγγενεσίας, γιορτάστηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα του 1838 και από τότε καθιερώθηκε πανελλαδικά.
Αν και υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι όλα οφείλονται στον τότε δήμαρχο της Αθήνας, Δημήτριο Καλλιφρονά (1805-1879), ο οποίος διαφωνούσε και με τη βαυαρική διοίκηση, αλλά και με το υπουργείο Εσωτερικών. Από το υπουργείο υποστήριζαν ότι δεν ήταν καιρός για φιέστες, αφού οι περισσότεροι δεν είχαν να φάνε. Τελικά, ο δήμαρχος οργάνωσε μόνος του τη γιορτή, για τους, περίπου, 17.000 Αθηναίους που έμεναν τότε στην πρωτεύουσα. Οι ετοιμασίες περιελάμβαναν σημαιοστολισμό και καθαριότητες, βασικά, στις ελάχιστες πλατείες.
Η γιορτή ξεκίνησε με τον εσπερινό, την παραμονή της 25ης Μαρτίου, με 21 κανονιές, όπως το ίδιο έγινε και ανήμερα της γιορτής, Παρασκευή καλή ώρα, όπως σήμερα. Οι 21ας κανονιοβολισμοί ήταν συμβολικοί, για να συνδεθεί με το 1821. Μετά, οι καμπάνες των εκκλησιών των ενοριών του δήμου της Αθήνας, άρχισαν να ηχούν χαρμόσυνα.
Εκείνο το πρωί, της Παρασκευής 25ης Μαρτίου 1838, τελέστηκε δοξολογία στην Μητρόπολη της Αθήνας, που τότε ήταν ο Ναός της Αγίας Ειρήνης, στην οδό Αιόλου. Εκεί κατέφτασε και ο Όθων που φορούσε φουστανέλα. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Δήμος οργάνωσε χορό στην πλατεία των παλαιών Ανακτόρων, με νέους όλων των κοινωνικών τάξεων, αλλά και ζώντες αγωνιστές του 1821. Ο εορτασμός έκλεισε με φωταγώγηση κεντρικών δρόμων της πόλης και της Ακρόπολης, με λαδοφάναρα. Μάλιστα, στο Λυκαβηττό έκαναν και εφεδάκι, αφού με φαναράκια σχημάτισαν τεράστιο σταυρό και τις λέξεις «Εν τούτω Νίκα». Σημείωση: Κάποιοι λένε ότι η γιορτή έγινε με χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί για την ανέγερση του Πανεπιστημίου. Ναι, από τότε είχαμε κρούσματα δημόσιας κακοδιαχείρισης.
Γεια σου, τσολιά μου (δις)
Η λέξη «τσολιάς» είναι τουρκική και προέρχεται από το cul (στα αραβικά είναι cull), που σημαίνει «κουρέλι», «παλιόρουχο», το «τσόλι», δηλαδή, που είναι λέξη ομόρριζη. Κατά τον Μπαμπινιώτη, «η λέξη είχε αποδοθεί μειωτικά στους κλέφτες και τους αρματολούς από τους Τούρκους επειδή η φουστανέλα ήταν ραμμένη από πολλά μικρά κομμάτια υφάσματος». Το 1868, πλέον, η λέξη τσολιάς ήταν πια, τιμητική. Για να μη θυμίζει, λοιπόν, τον κουρελή, θυμήθηκαν την ομηρική λέξη «εύζωνος». Ήταν, βέβαια, αμφίσημη και σήμαινε τη γυναίκα που είχε λεπτή μέση-δαχτυλίδι ή τον ελαφριά οπλισμένο στρατιώτη. Εκείνη τη χρονιά, μάλιστα, ιδρύθηκε και η προεδρική φρουρά, που έφερε την παραδοσιακή στολή με τη φουστανέλα.
Φέσι, τσαρούχι, καριοφίλι
Το φέσι, αντίθετα με ό,τι πιστεύεται, δεν είναι τουρκική λέξη, ούτε η… σκούφια του κρατάει από την Τουρκία. Έρχεται από την πόλη Φες ή Φεζ του Μαρόκου, αφού – μέχρι και το 19ο αιώνα – αυτή η πόλη παρήγε αποκλειστικά αυτά τα καπέλα με το κόκκινο χρώμα και τη φούντα. Αντίθετα, στην Τουρκία, απαγορεύτηκε – δια χειρός Ατατούρκ – το να φοράνε φέσι, το 1925. Μάλιστα ο Κεμάλ το είχε χαρακτηρίσει «χαμερπές και αποκλειστικό καπέλο των Ελλήνων».
Η λέξη «τσαρούχι», όμως, είναι τουρκικής προέλευσης. Caruk είναι το σανδάλι που έχει πέτσινη σόλα. Βέβαια, το… original τσαρούχι (charoq) είναι σανδάλι με δερμάτινη σόλα μεν, αλλά με μακριά λουριά δε, που έφταναν να δεθούν ως το γόνατο.
Η λέξη καριοφίλι είναι ιταλική, αφού προέρχεται από την ιταλική εταιρεία κατασκευής όπλων «Carlo e Figli» (Κάρολος και υιοί), οι Έλληνες της εποχής έκαναν την απλοποιημένη σύντμηση και, πλέον, ήταν γνωστό ως «καριοφίλι». Όμως, δεν υπάρχει καταγεγραμμένος κατασκευαστής όπλων, υπό αυτό το όνομα. Άλλοι, πάντως, υποστηρίζουν ότι το 1780 υπήρχε ένας Έλληνας από την Ήπειρο, ονόματι Καριοφίλης, που ήταν πασίγνωστος αργυροχόος, αλλά και κατασκευαστής μακρύκανων όπλων, στα οποία έδωσε το όνομά του.
Στα τουρκικά, πάντως, η λέξη «karanfil» σημαίνει γαρίφαλο. Στο τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα, οι κάνες των τουρκικών όπλων θύμιζαν το άνοιγμα του γαρίφαλου. Μάλιστα, σε πολλά τουρκικά όπλα διασώζονται ανάγλυφα ή ένθετα, μπρούντζινα γαρίφαλα.
Τέλος, και ο Βαλαωρίτης δίνει τη δική του εκδοχή: «Ωνομάσθησαν ούτω, διότι έφερον κεχαραγμένον εν κυκλοειδή ζώνη το ομώνυμον εύοσμον φυτόν, όπερ καλούμεν καρυοφύλλι».
Πηγές
-Λεξικό Μπαμπινιώτη
-Τάκης Λάππας, «Η φορεσιά και τα άρματα των αγωνιστών» – Νέα Εστία
-Νικόλαος Κασομούλης, Απομνημονεύματα
-Robert Elgood, «Τα όπλα της Ελλάδας και των βαλκανικών γειτόνων της κατά την οθωμανική περίοδο» – Polaris, 2009
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News