Ξαφνιάστηκα. Η ευγένεια του οδηγού στο ΚΤΕΛ ήταν άνευ προηγουμένου. «Καλώς ήρθατε στο ταξίδι για Θεσσαλονίκη, είμαι ο προσωπικός σας σοφέρ (σαν τον Λάμπρο Κωνσταντάρα ένιωσα με καμπάνα στον Αστέρα). Σας παρακαλώ ό,τι χρειαστείτε μη διστάσετε να με ειδοποιήσετε». Δυστυχώς, η ευγένεια δεν συνοδεύεται πάντα από τύχη. Ούτε φυσικά σημαίνει ότι είναι και αποτελεσματική. Τρεις ώρες αργότερα, μετά τη στάση στον Πασιάκο – αν στο λεωφορείο δεν επέβαιναν στρατιώτες θα πίστευα ότι δεν είμαι στην Ελλάδα, άκουγα τους επιβάτες να συνεννοούνται στα ρουμάνικα και στα βουλγάρικα με τους υπαλλήλους αυτού του παλαιομοδίτικου εστιατορίου και κόντευα να ξεχάσω άθελα μου τον τελικό μου προορισμό- το πούλμαν κουράστηκε. Αφού ακούστηκαν διάφοροι περίεργοι, μακρόσυρτοι και βασανιστικοί ήχοι από τη μηχανή του, εν τέλει τα κακάρωσε.
Ήταν γύρω στις 2.00 τη νύχτα. Αφόρητη υγρασία, εκατοντάδες λαίμαργα κουνούπια και μια απαίσια μυρωδιά, που απλωνόταν απειλητικά σε όλη την ατμόσφαιρα. Δίπλα μας, στο απέναντι βουνό, ήταν η (νόμιμη) χωματερή της περιοχής. Δυσωδία. Έτσι όπως λαμπάδιαζε η νύχτα από τη ζέστη, σκέφτηκα προς στιγμήν το γαλατικό χωριό της Κερατέας- άραγε εκεί τι γίνεται τώρα; Τα Μ.Α.Τ άφησαν των κατοίκων τα μπαλκόνια κι έπιασαν εσχάτως τα μαρμάρινα σαλόνια. Η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη που επιμένει στην ταφή των απορριμμάτων. Σε λίγο δεν θα έχουμε χώρο για νεκροταφεία. Η απελπισία της μπόχας με επανέφερε στη δική μου, κολασμένη πραγματικότητα. Τα κουνούπια είχαν στήσει πάρτι στα κορμιά μας, ο οδηγός έβριζε στο τηλέφωνο τα αφεντικά του, κανείς δεν ήξερε τι γινόταν. Είχαμε το ξενέρωμα από την απροσδόκητη βλάβη, τα μάτια έκλειναν από την ταλαιπωρία κι οδηγός δεν ενημέρωνε κανέναν. Απελπισμένος κι αμίλητος, κοιτούσε μια τη μηχανή και μια τα λάδια που είχαν ποτίσει την άσφαλτο. Ουδείς γνώριζε τη συνέχεια.
Όπως ακριβώς συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα. Ουδείς πολίτης γνωρίζει τι μέλλει γενέσθαι. Όλα βρίσκονται σε μια αόρατη εκκρεμότητα. Μια κατάσταση λευκής απεργίας, όπου όλοι προσποιούνται πως δουλεύουν, ενώ μέσα τους αρνούνται να κάνουν το οτιδήποτε. Μάλιστα, αρκετοί κάνουν την άρνηση πράξη. Τα περιστατικά δεν στριμώχνονται στα δάχτυλα μιας παλάμης. Πρόκειται για αληθινά συμβάντα, ωστόσο επιτρέψτε μου να τα αναφέρω αόριστα, μην αρχίσουν τα ψαξίματα. Ορισμένοι εφοριακοί αρνούνται να εισπράξουν τους φόρους. Κάποιοι ελεγκτές στον Ο.Σ.Ε δεν κόβουν εισιτήρια. Φύλακες στους αρχαιολογικούς χώρους αφήνουν τον κόσμο να περνάει δωρεάν. Υπάλληλοι των διοδίων -υπό τον τραμπουκισμό των καταληψιών- έχουν μόνιμα σηκωμένες τις μπάρες. Οι ταξιτζήδες κουράστηκαν να βαριούνται στις πιάτσες –αυτοί που προώθησαν την απελευθέρωση του επαγγέλματος έπρεπε πρώτα να δημιουργήσουν καινούριες πιάτσες για να χωρέσουν και οι καινούριοι- κι είπαν να κάνουν διήμερη βόλτα στην πρωτεύουσα. Οι τροχονόμοι ή οι δημοτικές αστυνομίες δεν γράφουν κλήσεις- καλά εντάξει, αυτό αγγίζει τα όρια της φιλανθρωπίας. Και οι βουλευτές σε λευκή απεργία. Αντί να ασκούν τα κοινοβουλευτικά τους καθήκοντα, γεμίζουν τις επιφυλλίδες των εφημερίδων- μα, για αυτή τη δουλειά είναι τα έδρανα, helloooooo.
Αποτέλεσμα: τα κρατικά έσοδα μειώνονται συνεχώς, τους στόχους του μνημονίου δεν θα τους φτάσουν ποτέ. Εξήγηση: οι πολίτες αρνούνται να δουλέψουν καθώς νομίζουν ότι έτσι διευκολύνουν την κυβέρνηση. Αιτία: Η απουσία ενημέρωσης. Απουσία ειλικρινούς ενημέρωσης συνεπάγεται απουσία λαϊκής συναίνεσης. Απουσία λαϊκής συναίνεσης σημαίνει κατά βάση ανεφάρμοστα μέτρα. Κανένας δεν ενημερώθηκε στην ώρα του για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Σε κανέναν δεν εξηγήθηκε αναλυτικά τι πρέπει να κάνει. Και σε κανέναν δεν δόθηκε η δυνατότητα της επιλογής (η μεταπολιτευτική ιστορία τούτου του κράτους συνέχισε να γράφεται με διλήμματα μπροστά από τεχνητά αδιέξοδα). Κι έτσι οι πολίτες αυτοδικούν με την άρνησή τους. Θεωρούν την κυβέρνηση παράνομη και παίρνουν το νόμο στα χέρια τους. Τους σιγοντάρει και η λευκή απεργία των δικαστικών.
Βέβαια, κάποια στιγμή το γαλανόλευκο πούλμαν θα κλατάρει και κανείς δεν έχει προβλέψει για δεύτερη μηχανή- καλά, για επιδιόρθωση της ίδιας ούτε για αστείο. Καλύτερα με τα πόδια. Μόνο τα κουνούπια είναι το πρόβλημα. Α! Και ο τελικός προορισμός. Αλήθεια, που είπαμε ότι πάμε;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News