1059
|

Ήρθε η ώρα σας

Ήρθε η ώρα σας

Εχω κουραστεί. Ειλικρινά έχω κουραστεί να προσπαθώ να καταλάβω και να συμμεριστώ του καθενός την οπτική γωνία. Πονάει το σώμα μου πια από την προσπάθεια, ο αυχένας μου είναι σαν νάχει φάει μπουνιές από παντού, η ψυχή μου μαύρη από τούς μώλωπες. Και το κεφάλι μου βουίζει ενώ διαβάζω κείμενα και «σχόλια» στη σελίδα μου στο facebook και στο protagon και αλλού, στα μεγάλα sites και τα φανατισμένα, από δώ μεριά ή από κει μεριά δεν έχει σημασία, μπλόγκς. Και ανησυχώ γιατί δεν καταλαβαίνω και συγχρόνως καταλαβαίνω τόσα πολλά που δεν μπορώ να τα σηκώσω πια στην πλάτη μου, βαραίνουνε πολύ και με εξοντώνουν. Εξοντώνουν το χαμόγελο, την χαρά, την ελπίδα. Η μάλλον όχι – υπερβάλλω. Αυτά δεν εξοντώνονται. Έχω πολλή πίστη, δόξα τω Θεώ, και τα τελευταία χρόνια μου έχει χαριστεί και πολλή αγάπη από παντού. Γι’ αυτό τα βγάζω πέρα.

Αλλά είναι δύσκολο. Δύσκολο να καταλάβω πώς μπορεί ένας συνάνθρωπος, δύο, τρείς, δέκα συνάνθρωποι, να γράφουν τόσο πικρά σχόλια σ΄ένα κορίτσι, μια γυναίκα μάλλον, σαν την Αλέξια Μπακογιάννη – που στυγνοί πληρωμένοι από επιχειρηματικά/πολιτικά συμφέροντα εγκληματίες, δολοφόνησαν τον πατέρα της – και τη μέρα που, κακώς η καλώς, νοιώθει ότι η μάννα της αδικήθηκε σπεύδει να μιλήσει με καθαρή καρδιά και αγάπη πολλή στην κοινωνία, υπερασπίζοντας το σπίτι της, την οικογένειά της, την σάρκα από τη σάρκα της : Την γιαγιά Μαρίκα, ναι, τον παππού τον Κώστα, ναι, αυτοί είναι οι δικοί της, τους αγαπάει, θέλει να ενδυναμώσει τη μάννα της – κάνει αυτό που μπορεί και το κάνει με γενναιότητα και τόλμη γιατί είναι άνθρωπος κανονικός, ξέρει να αγαπάει στην πράξη και να συγχωρεί και να ονειρεύεται και να θυμώνει και «να είναι εκεί». Οι «σχολιαστές» της, αυτοί οι αδυσώπητα σκληροί φανατικοί, στα δικά μου μάτια μοιάζουνε τόσο τυφλωμένοι από μια πίκρα και μια εχθρότητα που αγγίζει το μίσος, ώστε, το παραδέχομαι, τρομάζω. Αυτή είναι τελικά η τρομοκρατία σκέφτομαι όμως μετά – και λέω «όχι» δεν θα το καταπιείς και αυτό. Γράψε δύο κουβέντες, πες ένα μπράβο στην Αλεξία και προχώρα.

 

Προχώρα λοιπόν – αλλά που; Έγραψα κάποια στιγμή ένα κομμάτι στο protagon με τίτλο «Ο πιο καλός συμμαθητής» σχολιάζοντας την επίκαιρη, εκείνες τίς μέρες, συνέντευξη του Βγενόπουλου στον Παπαχελά. Από εκείνη την ώρα, σου λέει πάλι ο ίδιος Κωλοέλληνας «σχολιαστής», είμαι στο payroll του Βγενόπουλου και γράφω ότι γραφώ γιατί «μαζί του» (από ηθικής απόψεως) κλειδώσαμε, υπό την απειλή απολύσεων, τους συνανθρώπους μας (που έκαψαν οι άλλοι συνάνθρωποί μας), στο κτίριο της Marfin στη Σταδίου που ήταν παλιό και δεν είχε, λένε, επαρκή πυρόσβεση. Εντάξει, είναι ηλίθιοι λέω, είναι κακόβουλοι, δεν τους ανακάλυψα τώρα, ας τούς πάρει το ποτάμι κι αυτούς όπως πήρε και τούς εκατοντάδες χιλιάδες αυριανιστές που νομίζανε ότι θα μου βγάλουνε την πίστη – αλλά πετύχανε το ακριβώς αντίθετο δόξα τω Θεώ. Και οι μεγάλοι και οι τρανοί σημερινοί Αυριανιστές, οι «Σωμερίτηδες», που με λένε «συκοφάντη» αλλά δεν καταδέχονται να μου εξηγήσουν γιατί όταν, ευγενικά και ήρεμα τους ζητάω μιαν απάντηση. Αστους κι΄αυτούς, τους στριμώχνουνε πια τα γεγονότα τόσο πολύ ώστε αποκαλύπτεται περίτρανα η θλιβερή, ξεπουλημένη μοναξιά τους – και το κρίμα στο λαιμό μου αν τους αδικώ. Να μην κολλάμε. Η ζωή προχωράει λέω, δεν κάνει να συννεφιάζουμε ενώ μας τα χαρίζει όλα – επειδή κάποιοι είναι βουτηγμένοι στις ηθικές αναποδιές, αποτυχίες και μιζέριες τους. Αλλά , κακά τα ψέματα, μην κάνω και τον τζάμπα μάγκα. Δεν περνάνε όλα αυτά χωρίς να πονέσουν. Πονάω πολύ. Και ακόμα τρομάζω.

Τρομάζω ξανά – αλλά για άλλο λόγο τώρα. Λέω, δηλαδή, αυτοί που κάψανε ζωντανούς ανθρώπους εργαζόμενους με έρωτες, παιδιά, γονείς, όνειρα, σχέδια, αγάπες, τούς κάψανε γνωρίζοντας ότι ο Βγενόπουλος τους είχε δέσει με αλυσίδες και δεν μπορούσαν να ξεφύγουν γιατί θα τους απέλυε; Γι΄αυτό τούς κάψανε; Επειδή ήταν δεμένοι (όπως λένε οι ίδιοι και οι υπερασπιστές τους, κάτι παράξενα ανθρωποειδή σαν την Αλέκα Παπαρήγα); Και, καλά, αυτοί που πέταξαν ένα τεράστιο μπιντόνι πετρέλαιο και μετά δέκα μολότοφ, ο ένας, οι δύο, οι τρείς «κουκουλοφόροι», ας πούμε ότι είναι ψυχικά άρρωστοι – ή εκτελούν υπηρεσία, σαν την κυρία του Περισσού και τούς ομοίους της. Οι εκατό, εκεί δίπλα τους, οι διακόσιοι, οι πεντακόσιοι, τι κάνανε; Γιατί δεν τούς αρπάξανε αυτούς τους «κουκουλοφόρους» να τούς κάνουνε μαύρους στο ξύλο και να τρέξουνε συγχρόνως να βοηθήσουνε να σβήσει η φωτιά, παραδίνοντάς τους εμπρηστές κατευθείαν στην κλούβα εκεί δίπλα;

Αυτοί οι «φιλήσυχοι διαδηλωτές» δεν ήτανε «κουκουλοφόροι» – μια εικόνα που εντέχνως φτιάξαμε όλοι για να είμαστε ήσυχοι, περιγράφοντας μια κατάσταση τύπου «κου-κλουξ-κλάν» που την απομονώνουμε ηθικά και λέμε «δεν είναι δικό μας κομμάτι». Αυτοί, όσοι ήταν δίπλα εκεί παρόντες, είναι «ειρηνικοί διαδηλωτές» – μπορεί, γιατί όχι, να ήσουνα εσύ που με διαβάζεις, παλιομαλ*κα, αρ**δι, φασισταριό του κερατά. Καθόσουνα και κοιτούσες, ε; Και τι σκεφτόσουνα, τι ένοιωθες, τι έλεγες στον διπλανό σου; Και μετά, που πήγες σπίτι, τι διηγήθηκες στη μάννα σου, στην κόρη σου, στον εγγονό σου; Που είσαι τώρα; Σε ποιά γωνία με περιμένεις «να με κάψεις ζωντανό» όπως απειλούσες τα παιδιά που δουλεύουν απέναντι στον «ΙΑΝΟ» και είχαν αποφασίσει όλοι μαζί να μείνουν εκεί, ελπίζοντας ότι βλέποντάς τους θα ταυτιζόσουνα μαζί τους, με τους συνανθρώπους σου που ξυπνάνε στις 6 το πρωί και αλλάζουνε δύο λεωφορεία για τα 800 ή τα 700 ή τα 1000 ευρώ με τα οποία ζούνε τα παιδιά τους, και αγοράζουνε σαπούνι για το πλυντήριο και πληρώνουν ΔΕΗ και ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ και φόρους και δόση για το δάνειο ή την κάρτα;

Ελπίζανε, όπως μου είπανε την Πέμπτη το μεσημεράκι που πήγα εκεί, ότι αν τους έβλεπες (μαλ*κα, ηλίθιε, δολοφόνε) θα σκεφτόσουνα «άνθρωποι σαν και μένα είναι, δεν είναι εχθροί μου αυτοί, είναι συνάνθρωποι, σύντροφοι, αδέρφια μου». Εσύ όμως τους κοίταξες στα μάτια κα τούς είπες «θα σας κάψουμε όλους ρε» και άστραφτε η τρέλλα στο μάτι σου – και τρελαίνομαι κι΄εγω όταν σε σκέφτομαι γιατί δεν το χωράει ο νους μου πως φτάσαμε ως εδώ.

Να συνεχίσω; Δεν συνεχίζω. Είναι τόσα πολλά αυτά που δεν καταλαβαίνω πια ώστε το μόνο που ξέρω είναι πως δεν θα σας περάσει παλιοπού***δες, δεν θα σας περάσει. Είστε το χάος και έχετε απέναντί σας την μέγιστη δύναμη του σύμπαντος ― την αρμονία και την αγάπη, την αυγή και τη δύση, τα βουνά και τη θάλασσα, τ΄αστέρια και τον ήλιο, το θαύμα και την γνώση. Θα σας τσακίσουμε και θα λουφάξετε πολύ γρήγορα. Ακούστε με που σας το λέω ― ήρθε η ώρα σας, βδελύγματα της ανομίας, ανθρωπάκια του κερατά.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News