Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
Δεν υπάρχει γωνιά αυτού του τόπου αδιαπέραστη από την ιστορικότητα που ζούμε. Σε κάθε σπίτι, κάθε στενάκι, κάθε εργασιακό χώρο διαξιφίζονται αντικρουόμενοι λόγοι, αγχωμένα βλέμματα, ψίθυροι φόβου και κραυγές οργής. Όλοι συζητάμε με περισσότερο πάθος και θυμικό και διαρκώς μειούμενη ψυχραιμία σ’ ένα μουσικό χαλί χολιγουντιανού θρίλερ και στο φόντο ενός αλλόφρονα καιρού γι’ αυτό που μας συμβαίνει. Και προτού καλά-καλά το χωνέψουμε μας έχει ξεπεράσει ήδη εξελισσόμενο σε κάτι χειρότερο. Δεν επεξεργαζόμαστε τα γεγονότα, μας καταπίνουν τα γεγονότα. Σ’ αυτό τον ίλιγγο των εξελίξεων αρθρώνουμε «Ναι» η «Όχι», αλλάζουμε ή μπετονάρουμε τις απόψεις μας σ’ ένα σκηνικό ακραίας πόλωσης. Προσπαθούμε να αξιολογήσουμε τι θα χάσουμε και αν μπορούμε να θεμελιώσουμε νέες προσδοκίες. Γιατί σίγουρα, παρά τις πιέσεις που δεχτήκαμε, μας μένει ακόμα κάτι να χάσουμε.
Δίπλα μας συμβιώνει ο παράλληλος κόσμος της απόλυτης εξαθλίωσης. Χιλιάδες άνθρωποι που παρακολουθούν με κάποια παγωμένη απόσταση την επικαιρότητα, γιατί αυτή δεν τους εμπλέκει τόσο άμεσα. Για την ακρίβεια τους έχει θέσει εκτός. Δεν στήνονται στις ουρές των ΑΤΜ αλλά πέρασαν όλα τα προηγούμενα χρόνια από κάθε είδους ουρά. Εφορία, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΚΕΠΑ, Πρόνοια, Συσσίτια. Η ουρά έγινε γι’ αυτούς μια σημειολογία ταπείνωσης. Τα δικά τους capital controls έχουν εφαρμοστεί προ πολλού και έχουν μηδενικό όριο ημερήσιας ανάληψης. Γι’ αυτούς ο «πάτος του βαρελιού» δεν είναι ρητορικό σχήμα, ούτε τρομολαγνικό σενάριο. Είναι το σπίτι τους. Αποφάσισα, λοιπόν, να βρω κάποιους απ’ αυτούς τους ανθρώπους. Να μάθω πώς τα βιώνουν όλα αυτά εκείνοι που δεν έχουν τίποτα να χάσουν.
Βασίλης Δημόπουλος
Ο Βασίλης είναι 54 ετών. Δούλευε πολλά χρόνια ως πωλητής σε μηχανήματα και αναλώσιμα γραφικών τεχνών. «Είχα μεγάλους πελάτες και έβγαζα πολλά λεφτά» θυμάται. Το 2005, ο κλάδος συρρικνώθηκε και βρέθηκε πρόσκαιρα χωρίς δουλειά, συνθήκη που μονιμοποιήθηκε μετά το 2008. Είχε αγοράσει ένα σπίτι με δάνειο. Φοβήθηκε ότι δε θα μπορούσε να το αποπληρώνει και το πούλησε. Μετά νοίκιασε ένα σπίτι , ώσπου τελείωσαν τα χρήματα του και άρχισαν τα προβλήματα. Έζησε για ένα χρόνο με κομμένο ρεύμα και από τον Ιούνιο του 2011 βρέθηκε στο δρόμο. «Έβαλα ένα ντιβάνι κάτω από ένα υπόστεγο απέναντι από το σπίτι μου. Ευτυχώς η γειτονιά με ήξερε και με βοηθούσε. Από τον Οκτώβρη του 2011 μέχρι σήμερα μένω σ’ έναν ξενώνα του Ερυθρού Σταυρού». Τον ρωτάω αν φοβάται αυτές τις μέρες: «Τι να φοβηθώ; Δε υπάρχει τίποτα χειρότερο να συμβεί όταν ήδη είσαι στον πάτο. Ανασφάλεια νιώθω εδώ και πέντε χρόνια. Εγώ δεν έχω τίποτα να βγάλω από την τράπεζα. Ο κόσμος που έχει ανάγκη τα λεφτά καλά κάνει και περιμένει στην ουρά για να τα πάρει. Δεν πρόκειται να κοροϊδέψω κανέναν. Όχι όμως από πανικό. Ο πανικός θολώνει τη σκέψη» καταλήγει.
Τάσος Σισμανόγλου
Ο Τάσος είναι 55 χρονών. Κάποτε είχε ένα εργαστήρι ξυλογλυπτικής, από το οποίο του έμεινε μόνο ένα χρέος 26.000 ευρώ στο ΤΕΒΕ. Από το Σεπτέμβρη του 2011 είναι άνεργος και ανασφάλιστος. Το 2013 διαγνώστηκε με καρκίνο στους λεμφαδένες. Μπήκε στον Ευαγγελισμό για χημειοθεραπέια κι όταν βγήκε τον περίμενε στο Λογιστήριο ένα χρέος 16.000 ευρώ, το οποίο προφανώς αδυνατούσε να αποπληρώσει. «Η υπόθεση μου είχε βγει στη δημοσιότητα και ο τότε Υπουργός Άδωνης Γεωργιάδης είχε δεσμευτεί ότι θα διαγράψει το χρέος και θα καλύψει το κόστος της υπόλοιπης θεραπείας. Το χρέος όμως παραμένει με τον κίνδυνο να πάει στην Εφορία και να μεταφερθεί κάποια στιγμή στα παιδιά μου» αναφέρει. Σήμερα ο Τάσος έχει ένα βιβλιάριο Πρόνοιας, οπότε καλύπτει ορισμένες ιατροφαρμακευτικές ανάγκες. Περιμένει ένα νέο κύκλο εξετάσεων για να διαπιστώσει αν θα χρειαστεί πρόσθετες θεραπείες. Δεν έχει όμως κανένα εισόδημα και μετά από ένα διαζύγιο, αναγκάστηκε να επιστρέψει στο σπίτι της μητέρας του. Αναρωτιόμουν αν τον επηρεάζει αυτό που ζούμε: «Δεν υπήρχε κανένας λόγος να πάω στο ΑΤΜ, άρα δεν με επηρεάζει και πολύ, όπως καταλαβαίνεις» απαντά. «Δε βλέπω καμία προοπτική, όλα υποβαθμίστηκαν. Ούτε δουλειά μπορώ να βρω, ούτε σπίτι να ανοίξω. Ένα φαύλο κύκλο καταστροφής ζούμε τόσα χρόνια» μου εξηγεί. Ο Τάσος δε θεωρεί λάθος την διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Υπερθεματίζει κιόλας: «Κι όταν μπήκαμε στα Μνημόνια έπρεπε να μας ρωτήσουν. Δυστυχώς η βαρβαρότητα κυριαρχεί στην Ευρώπη κι όλοι περιμένουν να συμβεί κάτι διαφορετικό σ’ αυτή τη χώρα. Ελπίζω να μη τους απογοητεύσουμε»
Σωκράτης Δημοτίκαλης
Παρόμοια είναι και η ιστορία του Σωκράτη. Μέχρι το 2008 ζούσε μια κανονική ζωή, με δουλειά και οικογένεια. Μετά η χώρα μπήκε στον κύκλο της ύφεσης. Ο Σωκράτης είχε τη διπλή ατυχία να σπάσει το πόδι του και να επιδεινωθεί η κατάσταση του από μια ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. «Ο,τι αποταμιεύσεις είχα εξαντλήθηκαν. Δεν υπήρχαν καθόλου χρήματα. Ήμουν άνεργος και ανασφάλιστος. Έπαθα και καρδιά μετά από τη στεναχώρια» μου λέει. Βρήκε ένα αποκούμπι στο περιοδικό δρόμου Σχεδία. Κάθε μέρα πηγαίνει έξω από το σταθμό του μετρό και πουλάει το περιοδικό. Έτσι , εξασφαλίζει ένα μικρό εισόδημα και καλύπτει κάποια από τα καθημερινά έξοδα. Τον ρώτησα αν φοβάται: «Όχι, ούτε ντρέπομαι ούτε φοβάμαι. Ο φόβος είναι ένα εργαλείο για να καθυποτάξουν τον κόσμο» απάντησε και συνέχισε με την ίδια αποφασιστικότητα: «Καλά κάνουν με το δημοψήφισμα. Νωρίτερα έπρεπε να γίνει. Να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα όχι για τη δική μας γενιά, για την επόμενη»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News