Το κοινό μέλημα όχι απλώς των τελευταίων ημερών αλλά των τελευταίων ετών, είναι η παραμονή της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτό είναι το νέο Ευαγγέλιο της εποχής μας. Όλοι -ακόμα κι από πολύ διαφορετικές αφετηρίες- συντάσσονται σ’ αυτόν τον σκοπό. Παρακάμπτοντας μια σχετικά αυθαίρετη ταύτιση της Ευρώπης με την εφαρμογή ακραίων πολιτικών λιτότητας, οι οποίες ούτως ή άλλως δεν εφαρμόζονται συλλήβδην στα ευρωπαϊκά κράτη αλλά προβάλλονται ως «μονόδρομος» για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης των χωρών του Νότου, παρακάμπτοντας ακόμα και τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις αυτών των πολιτικών στις κοινωνίες που υιοθετήθηκαν, νομίζω ότι μπορεί να παρατηρήσει κανείς μια α λα καρτ ευρωπαϊκή ευαισθησία. Ενώ δηλαδή πολύ συχνά βγάζουμε τα τεφτέρια του ΟΟΣΑ και της Eurostat και κάνουμε συγκρίσεις για τον κατώτατο μισθό, το μέγεθος του δημόσιου τομέα, τις ιδιωτικοποιήσεις -προχωρώντας καμιά φορά και σε εξόφθαλμες ανακρίβειες, όπως για παράδειγμα έκανε πρόσφατα ο Τζέρι Ράις μιλώντας για τις συντάξεις σε Ελλάδα και Γερμανία- δεν πράττουμε απαραίτητα το ίδιο για το δικαιωματικό υπόβαθρο των ευρωπαϊκών κρατών που εδράζεται στο πιο σημαντικό κεκτημένο της Γηραιάς Ηπείρου, στον Διαφωτισμό.
Όταν η κουβέντα φτάνει σ' αυτό το επίπεδο, τότε ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου αβίαστα πετάει την ταυτότητα του «φιλοευρωπαϊστή» και αναδιπλώνεται στην «ελληνική παράδοση». Ενδεικτικά, υπάρχουν δύο πρωτοβουλίες που πήρε αυτές τις μέρες η ελληνική κυβέρνηση και οι οποίες ευθυγραμμίζονται με τις ισχύουσες ευρωπαϊκές πρακτικές, και όχι μόνο δεν αγκαλιάζονται από όλους αλλά συναντούν και την έντονη αντίδραση ορισμένων κομμάτων ειδικά στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, της Εκκλησίας και δυστυχώς ενός τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Η πρώτη αφορά στο νομοσχέδιο για την ιθαγένεια που συζητιέται αυτές τις μέρες στη Βουλή. Η ρύθμιση έρχεται να καλύψει μια έλλειψη που είχε τα χαρακτηριστικά της αδικίας για την πρόσβαση στην ιδιότητα του πολίτη των παιδιών των μεταναστών που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Κατά την άποψή μου μάλιστα είναι αρκετά δειλή, καθώς θέτοντας ως προϋπόθεση να έχει ο ένας τουλάχιστον γονέας άδεια παραμονής μακράς διάρκειας, περιορίζει αρκετά τον αριθμό αυτών που μπορούν να εμπίπτουν στη διάταξη. Η ίδια η αναπληρώτρια Υπουργός εκτίμησε ότι περίπου 100.000 άτομα θα μπορέσουν να κάνουν χρήση του νόμου. Παρόλα αυτά, είναι ένα βήμα απεμπλοκής της χώρας από το αναχρονιστικό δίκαιο του αίματος και προσεγγίζει τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν προνοήσει για μια περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκή πρόσβαση της δεύτερης γενιάς μεταναστών στην ιθαγένεια, είτε αυτόματα με τη γέννηση, είτε μετά 3-5 έτη. Πιο συγκεκριμένα, με βάση τον ευρωπαϊκό δείκτη MIPEX που μελετάει τις πολιτικές ένταξης των μεταναστών, στο κριτήριο της ιθαγένειας η πλειοψηφία των χωρών (Φινλανδία, Σουηδία, Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γαλλία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Ισλανδία) τοποθετούνται στις δύο υψηλότερες κατηγορίες (60-100), στη μεσαία κατηγορία (41-59) κατατάσσονται η Ιταλία, η Ισπανία, η Νορβηγία και η Πολωνία, και η Ελλάδα βρίσκεται επί της ουσίας στην προτελευταία κατηγορία (21-40) μαζί με την Αυστρία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, την Κροατία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τη Λιθουανία.
Η δεύτερη αφορά στο σχέδιο νόμου που δόθηκε στη δημοσιότητα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, σύμφωνα με το οποίο επεκτείνεται το Σύμφωνο Συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια. Η ρύθμιση καταρχήν έρχεται να ικανοποιήσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα τον Νοέμβρη του 2013, που καταδίκασε την Ελλάδα για τη διεθνή της πατέντα να θεσπίσει Σύμφωνο Συμβίωσης αποκλειστικά για ετερόφυλα ζευγάρια. Πρόκειται, επίσης, για ένα πρώτο βήμα και όχι για πλήρη κατοχύρωση της ισότητας, αφού δεν προβλέπονται η δυνατότητα γάμου και υιοθεσίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της IGLA – Europe ο γάμος μεταξύ ομοφυλόφιλων έχει θεσμοθετηθεί σε Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Ισλανδία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ η δυνατότητα θεσμικής αναγνώρισης μέσω του Συμφώνου έχει κατοχυρωθεί σε Αυστρία, Κροατία, Φινλανδία, Γερμανία, Λίχτενσταϊν, Μάλτα, Ολλανδία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο και πρόσφατα ξεκίνησε η διαδικασία σε Ιρλανδία και Κύπρο.
Άρα, η Ελλάδα μ' αυτές τις δύο πρωτοβουλίες και με πολλές ακόμα που χρειάζεται να πάρει κινείται εντός ευρωπαϊκών πλαισίων, για την ακρίβεια πατάει πάνω στο χνάρι του ουμανισμού. Είναι κι αυτή μια πτυχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αρκετά λησμονημένη αλλά εξαιρετικά σημαντική για τη λειτουργία της δημοκρατίας, που δεν χρειάζεται Μνημόνια για να επιβληθεί. Αρκεί η πολιτική βούληση και μια ανοιχτόμυαλη κοινωνία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News