DNA Αποτύπωμα
DNA Αποτύπωμα
Ήμουν κι εγώ από αυτούς που πίστευαν ότι βιολογικό υλικό από ένα δράστη, όταν βρεθεί στον «τόπο του εγκλήματος», με βάση το DNA των κυττάρων του, τον ξεχωρίζει από όλους τους άλλους στον κόσμο αυτόν. Με δυο λόγια ότι μπορεί να μας οδηγήσει με ασφάλεια και χωρίς να ενοχοποιήσουμε κάποιον αθώο, στον πραγματικό δράστη. Κυρίως όταν δεν υπάρχουν δακτυλικά αποτυπώματα αλλά κάτι τόσο απειροελάχιστο όσο μια ξεραμένη κηλίδα από αίμα ή ακόμη και κάποια τρίχα του μόνο. Αν και η ελληνική αστυνομία σπάνια φαίνεται να ασχολείται με τέτοιου είδους πειστήρια (αίμα, τρίχες), δηλαδή με βιολογικό υλικό γνωστού τύπου. Συνήθως κάνει σαρώσεις με μπατονέτες σε αντικείμενα με την ελπίδα να μαζέψει δερματικά κύτταρα που μπορεί να άφησε εκεί όποιος ακούμπησε το αντικείμενο.
Με αφορμή μια δίκη που μόλις άρχισε (ξανά) και εκεί αυτό το λεγόμενο DNA-Fingerprinting παίζει αποφασιστικό ρόλο, προσπάθησα να μάθω περισσότερα για τη μέθοδο και να καταλάβω πόσο σίγουρα μπορούμε να δεχθούμε τα όσα μας έρχονται από τα εργαστήρια της Αστυνομίας. Μήπως δηλαδή δεν πρόκειται για κάτι το εντελώς απλό, που να δείχνει με 1000 τοις εκατό ασφάλεια τον ένοχο. Ενώ μπαίνει και το ερώτημα πόσο καλά εκπαιδευμένοι δικαστές υπάρχουν και ποια εξοικείωση έχουν οι ένορκοι με τη μέθοδο αυτή.
Όλα λοιπόν αρχίζουν από το DNA. Ένα μόριο που περιέχεται σχεδόν σε κάθε κύτταρο του οργανισμού μας (σε λίγα κύτταρα όπως αυτά των ερυθρών αιμοσφαιρίων δεν βρίσκουμε DNA). Δεν κάνει κακό να το φανταζόμαστε και σαν ένα κολιέ με δυο σειρές χάντρες. Το αποτελούν χάντρες, αν θελήσουμε να το πούμε έτσι παραστατικά, σε τέσσερα μόνο διαφορετικά χρώματα και υπάρχουν επάνω σε αυτές ένα από τα σύμβολα A, T, G ή C. Στην πραγματικότητα το μόριο του DNA το φτιάχνουν σάκχαρα και φωσφορικές ομάδες που επάνω τους είναι προσκολλημένες κάποιες ενώσεις του αζώτου που τις λέμε βάσεις. Δηλαδή η κάθε χάντρα του κολιέ αποτελείται από ένα σάκχαρο, μια φωσφορική ομάδα και μια βάση. Οι βάσεις είναι τέσσερις διαφορετικές και η κάθε μια (άρα και η κάθε χάντρα)συμβολίζεται με ένα από τα γράμματα A,T,G,C. Οι δυο σειρές του κολιέ ενώνονται μεταξύ τους με χημικούς δεσμούς χάρη στις χάντρες. Μόνο που η Α θα βρίσκεται πάντα ενωμένη μόνο με χάντρα Τ στην άλλη σειρά και η G μόνο με χάντρα C. Έτσι φτιάχνεται η διπλή έλικά. Το ανθρώπινο DNA είναι πακεταρισμένο σε 23 χωριστά μεταξύ τους συγκροτήματα που τα ονομάζουμε χρωμοσώματα και βρίσκονται στον πυρήνα του κυττάρου (υπάρχει και το μιτοχονδριακό που δεν είναι στον πυρήνα). Αν όπως λέγεται, οι βάσεις είναι τα τέσσερα μοναδικά γράμματα ενός αλφαβήτου που όταν συνδυαστούν και διαβαστούν σωστά καθορίζουν την κληρονομικότητα (μάτια, μαλλιά, συκώτι κλπ) το κάθε χρωμόσωμα είναι και ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη τη σχετική με την κληρονομικότητα ενώ ο πυρήνας είναι το ράφι, στο εσωτερικό του κυττάρου όπου είναι ακουμπισμένα τα βιβλία. Όλα τα κύτταρα περιέχουν την ίδια βιβλιοθήκη. Μέσα λοιπόν σε αυτά τα 23 διπλά «βιβλία» που είναι τα χρωμοσώματα, περιέχονται συνολικά κοντά στα 3 δισεκατομμύρια γράμματα. Ο τρόπος που είναι βαλμένα διαφέρει ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και σε έναν άλλο, αντίθετα από ό,τι θα νομίζαμε, μόνο στο 0.1% ενώ είναι όμοια κατά το 99.9%! Και όμως αυτό το λίγο είναι αρκετό για όλες τις μεταξύ μας διαφορές. Γονίδιο είναι ένα συγκρότημα από 1000 έως 10 000 ζευγάρια βάσεων μέσα σε κάποιο χρωμόσωμα, σε συγκεκριμένη τοποθεσία, γνωστή και ως locus, που όλο μαζί αποτελεί στην ουσία ένα πρόγραμμα με εντολές για το πώς θα φτιαχτεί κάποιο χαρακτηριστικό σε έναν επόμενο οργανισμό.
Ανάμεσα στα διάφορα γονίδια μεσολαβούν τοποθεσίες με συγκροτήματα βάσεων που δεν έχει εντοπιστεί κάποια συγκεκριμένη χρήση τους, είναι οι περιοχές του λεγόμενου junk DNA, του μη χρήσιμου δηλαδή DNA. Τοποθεσίες στα γονίδια όπου όλοι οι άνθρωποι έχουν την ίδια σειρά βάσεων ονομάζονται μονομορφικές. Εκεί που συναντάμε σε διαφορετικούς ανθρώπους στην ίδια θέση διαφορετικά συγκροτήματα βάσεων μιλάμε για πολυμορφικές τοποθεσίες (και οι αντίστοιχες «παραλλαγές» ονομάζονται αλληλόμορφα). Το γονίδιο δηλαδή είναι μια σημαντική παράγραφος στο κείμενο της κληρονομικότητας και τα αλληλόμορφα δίνουν δυο διαφορετικές εκδοχές της ίδιας παραγράφου. Και εδώ φθάνουμε στην ίδια τη μέθοδο που μας ενδιαφέρει. Αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κάποιος η μέθοδος ενασχολείται με τις περιοχές στο DNA μας που δεν αντιστοιχούν σε γονίδια, δηλαδή εκεί όπου υπάρχει το αχρησιμοποίητο DNA, ή αλλιώς το junk DNA.Γιατί; Διότι εκεί υπάρχουν οι μεγαλύτερες διαφορές από άνθρωπο σε άνθρωπο, η μεγαλύτερη πολυμορφία όπως λένε οι ειδικοί. Μόνο που δεν πρέπει να νομίσουμε ότι με τη μέθοδο αυτή καταγράφουμε ακριβώς όλη την αλυσίδα και την πλήρη σειρά διαδοχής των βάσεων και με μια ματιά διακρίνουμε τις διαφορές. Ούτε βέβαια να νομίσουμε ότι χαρτογραφούμε ολόκληρο το DNA από τα κύτταρα που βρέθηκαν σε κάποια ποσότητα σπέρματος και έχουμε στο πιάτο τις διαφορές με το DNA κάποιου κατηγορουμένου. Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Υπάρχει μια μέθοδος, η PCR (Polymerase Chain Reaction), που επιτρέπει με ιδανικές συνθήκες και από απειροελάχιστες ποσότητες ενός ίχνους όπως είναι λίγο ξεραμένο αίμα ή ελάχιστα δερματικά κύτταρα του δράστη, που βρέθηκαν κάτω από τα νύχια ενός θύματος βιασμού, να αναπαραχθούν εκατοντάδες χιλιάδες έως και εκατομμύρια αντίγραφα των 15 περιοχών που εξετάζονται και είναι γνωστές με τα αρχικά: STR (από το Short Tandem Repeat δηλ. σύντομες διαδοχικέ επαναλήψεις). Αφού λοιπόν αποκτήσουμε αρκετό προς εξέταση υλικό με ειδικές ουσίες που αναμιγνύουμε μαζί με το DNA πηγαίνουμε και μαρκάρουμε τις 15 περιοχές που μας ενδιαφέρουν. Γιατί εκεί παρατηρούνται αρκετές διαφορές από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Άλλες ουσίες στη συνέχεια βοηθούν να απομονώνονται και να αντιγράφονται σε εκατομμύρια αντίγραφα οι ενδιαφέρουσες περιοχές, που είναι κάπου δεκατρείς με δεκαπέντε. Βέβαια μπορούμε να διαχειριστούμε ταυτόχρονα από όλο αυτό το τεράστιο σε μήκος μόριο και να αντιγράψουμε όσες θέλουμε, απλά οι 15 θεωρούνται αρκετές για να δώσουν ένα «λεπτομερές» προφίλ. Στις ενδιαφέρουσες περιοχές υπάρχει ένας συνδυασμός από 2 έως 7 βάσεις. Π.χ. ο ATT, επαναλαμβάνεται σε κάποιο σημείο για έναν άνθρωπο ας πούμε εννέα φορές, για έναν άλλο δέκα και για ένα τρίτο έντεκα. Υπάρχουν δηλαδή στην περιοχή αυτή τρία αλληλόμορφα στοιχεία. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Ψάχνουμε για ανάλογες επαναλήψεις όπως είπαμε σε δεκαπέντε διαφορετικές περιοχές. Μαζεύονται τα κομμάτια, που έχουν διαφορετικό μήκος άρα και φορτίο, μπαίνουν σε ένα ζελατινώδες υλικό, δημιουργούμε ηλεκτρικό πεδίο διότι τα οξυγόνα τη φωσφορικής ομάδας είναι αρνητικά φορτισμένα και θα έλκονται από το θετικό πόλο. Μετακινούνται λοιπόν μέσα από το πλέγμα των μορίων του ζελατινώδους υλικού, όλα μαζί, αλλά προφανώς με διαφορετική ευκολία άρα και διαφορετικές ταχύτητες ανάλογα με το μήκος τους. Κατά την σύνθεσή τους, ενσωματώνονται στα κομμάτια αυτά ειδικες φωσφορίζουσες ουσίες που «εκπέμπουν» ένα σήμα το οποίο καταγράφεται από το μηχάνημα ανάλυσης και έτσι καθορίζεται η θέση τους μέσα στο πηκτό αυτό υλικό κι επομένως το μεγεθός τους (θέση κορυφής). Το σήμα που εκπέμπεται έχει γενικά ισχύ (ύψος κορυφής) ανάλογη με την ποσότητα του DNA που αναλύεται και όταν αυτή είναι πολύ μικρή το σήμα μπορεί να μην ξεχωρίζει από τυχαίο θόρυβο. Στις ενδιάμεσες περιπτώσεις, είναι πολύ σημαντική η θέση συγκεκριμένου ορίου (ύψους κορυφής) κάτω από το οποίο το σήμα θεωρείται αναξιόπιστο.
Η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται με ό,τι βρέθηκε στη σκηνή του εγκλήματος και γίνεται η σύγκριση των δυο. Στην τελική ανάλυση αυτό που παίρνουν στα χέρια τους οι δικαστές και οι ένορκοι είναι δυο σειρές από αριθμούς, από το ίχνος στον τόπο του εγκλήματος και του φερόμενου ως δράστη. Θα πρέπει λοιπόν να αποφασίσουν αν αυτά τα δυο όχι απλά συμπίπτουν αλλά αν ταυτίζονται απόλυτα ώστε να θεωρηθεί ότι ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο.
Με βάση τα παραπάνω μπορούν να διατυπωθούν κάποιες επιφυλάξεις για την αξιοπιστία της μεθόδου όπως εφαρμόζεται και εδώ στην Ελάδα:
• Είναι τα εργαστήρια της Αστυνομίας πιστοποιημένα για την εφαρμογή τη μεθόδου και ελέγχονται τακτικά για τον τρόπο που διεξάγουν την εξέταση των δειγμάτων;
• Υπάρχει εκτεταμένη Βάση Δεδομένων με αρκετά δείγματα από τον ελληνικό πληθυσμό ώστε να αποφεύγονται τα στατιστικά λάθη που υπεισέρχονται; Όμως και αν υπήρχαν, ακόμη δεν υπάρχουν προφανώς για τις άλλες εθνότητες που κινούνται στον ελληνικό χώρο. Οι Άγγλοι για παράδειγμα έχουν δημιουργήσει ήδη μια Βάση με 4 εκατομμύρια δείγματα και πάλι πιστεύουν ότι πρέπει να διευρυνθεί.
• Μερικές φορές το δείγμα είναι τόσο λίγο που ούτε με τη βοήθεια της PCR μπορεί να έχουμε αξιόπιστες ενδείξεις. Αυτό ποιος το ελέγχει;
• Λέγεται ότι μπορεί να βρεθεί το γενετικό προφίλ ενός δράστη ακόμη και από μια τρίχα μόνο που αυτό ανήκει λίγο στο μύθο γύρω από τη μέθοδο αφού είναι απαραίτητο να συνοδεύεται η τρίχα και από τη ρίζα της για να δώσει αποτέλεσμα η εξέταση. Διότι η πεσμένη τρίχα γενικά δεν δίνει DNA.
• Ο χειρότερος εχθρός της μεθόδου είναι η λεγόμενη επιμόλυνση. Αν δηλαδή πριν ή κατά τη συλλογή ή την αποθήκευση, ή – πιο σημαντικό – κατά την ανάλυση του δείγματος αυτό «μολυνθεί» με το DNA κάποιου περαστικού ή κάποιου άσχετου που μπορεί να είναι και ο αστυνομικός που ανακατεύθηκε για τον εντοπισμό του ίχνους τα αποτελέσματα μπορεί να είναι παραπλανητικά. Πόσο μάλλον που εδώ στην Ελλάδα όλα τα δείγματα αναλύονται σε ένα μοναδικό εργαστήριο και επομένως είναι πολύ αυξημένες οι πιθανότητες ψευδούς ταύτισης δειγμάτων λόγω κοινής πηγής επιμόλυνσης.
• Έχουν περάσει από ειδικά σεμινάρια οι δικαστές που καλούνται να λάβουν υπόψη τους τα πειστήρια;
• Τι γνωρίζουν οι ένορκοι για τη μέθοδο και τι καταλαβαίνουν από τους αριθμούς;
Τις ημέρες αυτές έχει αρχίσει στην Αθήνα και πάλι η δίκη του Άρη Σειρηνίδη και στο κέντρο της υπόθεσης βρίσκεται μια μάσκα από αυτές που χρησιμοποιούν οι ελαιοχρωματιστές όταν έχουν να δουλέψουν με τοξικές ουσίες. Αυτή τη μάσκα, κάποιος μάρτυρας, που μετά την κατάθεσή του έχει εξαφανιστεί για πάντα(;) μαζί με τον αστυνομικό στον οποίο έδειξε τη μάσκα(!) είπε πως είδε να την πετάει κάποιος που είχε πυροβολήσει μια αστυνομική κλούβα. Η αστυνομία με την αγαπημένη της μέθοδο της…μπατονέτας, αφού έτριψε επανειλημμένα λίγο βαμβάκι στην επιφάνεια της μάσκας εξέτασε στα εργαστήριά της το εύρημα με σκοπό να βγάλει το γενετικό προφίλ του δράστη. Τελικά έβγαλε 6 προφίλ από τη μάσκα, 2 εκ των οποίων έδειξαν ανάμειξη με γενετικό υλικό δεύτερου ατόμου. Στη συνέχεια, όταν έπεσε στα χέρια της ο Σειρηνίδης μετά από τυχαία προσαγωγή, πάλι με την ίδια μέθοδο, από το πορτοφόλι του λέγεται ότι προέκυψε ταυτοποίηση με το γενετικό προφίλ του χρήστη της μάσκας. Αυτή τη στιγμή λοιπόν δικάζεται ένας άνθρωπος και στο κέντρο της δίκης του έχουμε τη μέθοδο του γενετικού αποτυπώματος με βάση το DNA. Με τα όσα αναφέραμε όμως και τις συνθήκες λήψης του υλικού υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων της.
Πέρα από τις αδυναμίες της μεθόδου, θεωρητικές (πόσο σπάνιο είναι τελικά ένα προφίλ DNA;) και τεχνικές (κυρίως επιμόλυνση, που γίνεται πιο πιθανή λογω της μικρής ποσότητας του αναλυόμενου DNA και λόγω της πραγματοποίησης όλων των αναλύσεων από τα ίδια άτομα στον ίδιο χώρο), πέρα από την έλλειψη πραγματικού δείγματος αναφοράς (αίμα ή παρειακό επίχρισμα του κατηγορούμενου) ενώ αντ’ αυτού χρησιμοποιείται το πορτοφόλι, ως προέκτασή του σώματός του(;), το πιο σημαντικό σ’αυτή την υπόθεση είναι ότι δεν έχει συνδεθεί η ίδια η μάσκα με το περιστατικό. Στην ουσία, είναι σαν να έχουμε έναν αυτόπτη μάρτυρα που αναγνωρίζει κάποιον και λέει ότι τον είδε να περνά από τον τόπο του εγκλήματος αλλά δεν θυμάται πότε τον είδε, ούτε θυμάται τι τον είδε να κάνει και η αστυνομία προσπαθεί να ενοχοποιήσει τον ύποπτο αυτό με βάση την ξεκάρφωτη σύνδεσή του με μια μάσκα χάρη στη μέθοδο DNA. Φαίνεται δηλαδή πως εδώ η επιστήμη πάει να χρησιμοποιηθεί εντελώς αντιεπιστημονικά.
ΥΓ: Όποιος θέλει περισσότερα στοιχεία για βασικές έννοιες από τη Βιολογία, για καλύτερη κατανόηση της μεθόδου μπορεί να τα βρει εδώ:
Εν αρχή οι πρωτεΐνες
Η μορφή και η λειτουργία κάθε κυττάρου καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το είδος των πρωτεϊνών που παράγει και περιέχει. Οι πρωτεΐνες είναι οργανικά πολυμερή μόρια, που αποτελούνται από αμινοξέα, ενωμένα κατά εκατοντάδες σε γραμμικές αλυσίδες. Η δομή και επομένως η λειτουργία κάθε πρωτεΐνης καθορίζεται από τον αριθμό και το είδος των αμινοξέων που περιέχει (υπάρχουν περίπου 20 αμινοξέα στη φύση) αλλά και τη σειρά με την οποία ενώνονται για να σχηματίσουν την πρωτεϊνική αλυσίδα.
A,T,G,C
Κάθε κύτταρο κατασκευάζει διαρκώς τις πρωτεΐνες που χρειάζεται, ενώνοντας αμινοξέα μεταξύ τους. Για να συνθέσει μια πρωτεΐνη, το κύτταρο χρησιμοποιεί σαν καλούπι, σαν συνταγή, το DNA. Το DNA είναι επίσης μια πολυμερής οργανική ένωση, που αποτελείται από νουκλεοτίδια (όπως η πρωτεΐνη αποτελείται από αμινοξέα). Υπάρχουν 4 είδη νουκλεοτιδίων που συμβολίζουμε με τα γράμματα
A, T, G και C, ανάλογα με το αν περιέχουν την αζωτούχο βάση αδενίνη,θυμίνη, γουανίνη ή κυτοσίνη, αντίστοιχα. Για κάθε πρωτεΐνη που παράγει ένας οργανισμός υπάρχει σε κάθε κύτταρό του μια αλυσίδα, μια αλληλουχία DNA που περιέχει τη συνταγή για την κατασκευή της. Ειδικά ένζυμα «διαβάζουν» το DNA και σύμφωνα με την αλληλουχία των νουκλεοτιδίων, δηλαδή των γραμμάτων A, T, G και C, παράγουν τη νέα πρωτεϊνική αλυσίδα. Η αντιστοιχία της αλυσίδας, της αλληλουχίας του DNA, με αυτή της πρωτεΐνης, καθορίζεται με έναν πολύ απλό τρόπο: κάθε τρία νουκλεοτίδια αντιστοιχούν σε ένα αμινοξύ – π.χ. όταν το ένζυμο «διαβάσει» CAA θα προσθέσει ένα μόριο του αμινοξέος γλουταμίνη στην πρωτεϊνική αλυσίδα ενώ αν διαβάσει CGA θα προσθέσει αργινίνη.
Πρόκειται λοιπόν για ένα είδος κώδικα, αφού η αλληλουχία κάθε πρωτεΐνης βρίσκεται ως κωδικοποιημένη πληροφορία στην
αλληλουχία του DNA. Η αλληλουχία DNA που αντιστοιχεί σε μια πρωτεΐνη ονομάζεται γονίδιο. Οι αλυσίδες αυτές είναι ενωμένες κατά μήκος, σχηματίζοντας μεγαλύτερες αλυσίδες, τα χρωμοσώματα. Στις αλυσίδες αυτές, συχνά ανάμεσα σ’ ένα γονίδιο και το επόμενο, υπάρχει και μεγάλη ποσότητα DNA που δεν κωδικοποιεί πληροφορίες και η περιοχή ονομάζεται ιντρόνιο ή ενδόνιο(junk DNA).
23
Κάθε φορά που το κύτταρο διαιρείται για να μεγαλώσει ο οργανισμός ή για να αναπληρωθούν απώλειες, ένα ειδικό ένζυμο δημιουργεί το πλήρες αντίγραφο κάθε χρωμοσώματος ώστε τα δύο θυγατρικά κύτταρα που θα προκύψουν να περιέχουν ακριβώς το ίδιο DNA. Έτσι, όλα τα κύτταρα ενός σώματος περιέχουν το ίδιο DNA, αφού όλα έχουν προέλθει από το ίδιο πρώτο κύτταρο του οργανισμού (ζυγωτό), που δημιουργήθηκε από την ένωση του ωαρίου της μητέρας και του σπερματοζωαρίου του πατέρα. Το ανθρώπινο ωάριο και το σπερματοζωάριο περιέχουν 23 χρωμοσώματα το καθένα. Αυτά τα 23 χρωμοσωματα περιέχουν όλα τα γονίδια του
οργανισμού, δηλαδή όλη την πληροφορία για την κατασκευή κάθε πρωτεΐνης του οργανισμού. Επομένως, το ζυγωτό περιέχει στον πυρήνα του 46 χρωμοσώματα, έχοντας κληρονομήσει 23 από τον πατέρα και 23 από τη μητέρα. Όλα τα κύτταρα του σώματος που θα προκύψουν θα περιέχουν 46 χρωμοσώματα το καθένα, δηλαδή 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων (εκτός από τα ωάρια ή σπερματοζωάρια που θα παράγει και θα περιέχουν 23, ένα τυχαία επιλεγμένο από κάθε ζεύγος).
Μεταλλάξεις
Η δομή μιας πρωτεΐνης καθορίζει και τη λειτουργία της. Οι μεταλλάξεις, οι διαφορές στην αλληλουχία του DNΑ, που μπορούν να προκύψουν από λάθη στη διαδικασία της αντιγραφής που αναφέρθηκε, μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία πρωτεϊνών με αλλαγμένη δομή άρα και λειτουργία. Συνήθως τέτοιες αλλαγές είναι βλαβερές αφού η πρωτεΐνη δεν μπορεί να επιτελέσει την λειτουργία της. Π.χ. μεταλλάξεις στο γονίδιο που κωδικοποιεί την πρωτεΐνη ινσουλίνη μπορούν να προκαλέσουν διαβήτη. Υπάρχουν βέβαια πολλές μεταλλάξεις που απλά παράγουν πολυμορφισμό. Π.χ. διαφορετικές παραλλαγές κάποιων γονιδίων που κωδικοποιούν πρωτεΐνες της ίριδας παράγουν διαφορετικά χρώματα ματιών.
Πόσο μοιάζουμε;
Η μορφή και η βιολογική λειτουργία διαφορετικών ατόμων του
ίδιου είδους είναι κατά πολύ μεγάλο ποσοστό η ίδια, και το ίδιο ισχύει και για το DNA τους. Το DNA ενός ανθρώπου είναι κατά μέσο όρο 99.9% ίδιο με οποιουδήποτε άλλου, και εφόσον κληρονομείται από τους γονείς, όσο πιο στενή είναι η συγγένεια δύο ατόμων τόσο πιο όμοιο είναι και το DNA τους. Οι μέθοδοι ταυτοποίησης με βάση το DNA βασίζονται στο 0.1% του πολυμορφικού DNA, αυτού που ποικίλλει από άτομο σε άτομο. Καμία μέθοδος ταυτοποίησης
με βάση το DNA δεν μπορεί να ξεχωρίσει δύο μονοζυγωτικά δίδυμα, αφού το DNA τους είναι πανομοιότυπο. Το μεγαλύτερο ποσοστό πολυμορφικού DNA βρίσκεται ανάμεσα στα γονίδια, σε αλληλουχίες που δεν περιέχουν πληροφορίες για την κατασκευή πρωτεϊνών
(junk DNA), και τείνουν να συσσωρεύουν μεταλλάξεις. Σε τέτοιες περιοχές βρίσκονται και τα σημεία που αναλύονται κατά την εφαρμογή της μεθόδου ταυτοποίησης PCR-STR. Η ελληνική αστυνομία χρησιμοποιεί 15 τέτοια σημεία για να χαρακτηρίσει ένα δείγμα γενετικού υλικού, να του αποδώσει ένα μοναδικό προφίλ. Κάθε ένα από αυτά τα σημεία, τα STR, παρουσιάζουν από 6 ως 18 παραλλαγές το καθένα στον ελληνικό πληθυσμό. Είναι λοιπόν πολυμορφικά αλλά όχι μοναδικά, όπως πολλά άλλα βιολογικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει για την ταυτοποίηση ενός προσώπου, π.χ. χρώμα δέρματος ή μαλλιών ή ομάδα αίματος. Όσο πιο πολλά τέτοια πολυμορφικά χαρακτηριστικά συνδυάσει κανείς σε μια περιγραφή, τόσο πιο λεπτομερής
γίνεται αυτή. Αντίστοιχα, η εξέταση ενός STR σε ένα δείγμα DNA θα μας δώσει μια πληροφορία για το άτομο από το οποίο προέρχεται το δείγμα αυτό αλλά θα υπάρχουν πολλά άτομα με αυτό τον τύπο του συγκεκριμένου STR και όσο πιο πολλά STR εξετάζονται, τόσο πιο συγκεκριμένη γίνεται η «περιγραφή» του ατόμου. Τα 15 STR θεωρούνται γενικά αρκετά για να προκύψει ένα
προφίλ-ταυτότητα, αφού η πιθανότητα να έχουν δύο άτομα (εκτός από τα μονοζυγωτικά δίδυμα) το ίδιο προφίλ θεωρείται πάρα πολύ μικρή. Δεν είναι όμως μηδενική, αφού έχουν βρεθεί σε βάσεις δεδομένων πολλά άτομα με το ίδιο προφίλ STR, χωρίς να είναι καν συγγενείς και μάλιστα ανήκοντας σε διαφορετικές εθνοτικές ομάδες.
Για να μελετηθεί το DNA από ένα δείγμα αίματος ή ένα πειστήριο, πρέπει να παραχθούν πολλά αντίγραφα από τις 15 περιοχές STR που θα αναλυθούν. Αυτό γίνεται με τη μέθοδο PCR. Η μέθοδος αυτή στην ουσία μιμείται in vitro τη φυσική διαδικασία της αντιγραφής του DNA που γίνεται κάθε φορά όταν το κύτταρο διαιρείται.
*Τις παραπάνω πληροφορίες τις οφείλουμε στη Νατάσα Φύτρου, Βιολόγο- Γενετίστρια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News