Η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά την έξοδο από το πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) περιλαμβάνει εκτιμήσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους και για τους όρους επιστροφής στην ανάπτυξη, υπό το πρίσμα των «εξωτερικών και εσωτερικών κινδύνων» που, όπως σημειώνει, προκύπτουν.
Θεωρώντας ότι η ανάπτυξη επιστρέφει παρά τη βαθιά και παρατεταμένη ύφεση που υπέστη η χώρα, το ΔΝΤ επικεντρώνει στις δυσκολίες της «μεταπρογραμματικής εποχής».
Το αριθμόν ένα πρόβλημα κατά το ΔΝΤ είναι η δυσκολία της μακροπρόθεσμης πρόσβασης στις αγορές χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους. Η πρόσφατη ελάφρυνση του χρέους που συμφωνήθηκε με τους Ευρωπαίους βελτίωσε σε σημαντικό βαθμό τη βιωσιμότητά του, παρατηρεί το Ταμείο, αλλά μεσοπρόθεσμα. Συνολικά, το ΔΝΤ εκτιμά ότι τα πρόσφατα μέτρα χρέους δεν θα αποδειχθούν αρκετά και πως το χρέος θα αρχίσει να αυξάνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2038, καθώς «θα χρειαστεί πρόσθετη ανακούφιση για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους».
Για το πλέγμα των δυσκολιών, οι φράσεις-κλειδιά που χρησιμοποιεί είναι «μεταρρυθμιστική κόπωση», «κοινωνικές πιέσεις», «λιγότερο υποστηρικτικές συνθήκες χρηματοδότησης», «πολιτικό-εκλογικό χρονοδιάγραμμα». Η αναφορά στη «γήρανση του πληθυσμού» γίνεται για να υποστηριχθεί η θέση του για την ενίσχυση της παραγωγικότητας.
«Ευελιξία» στην εργασία, κόψιμο συντάξεων
Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της άρσης των κοινωνικών αποκλεισμών. Προτείνει βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και συνέχιση της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας μέσω της διατήρησης των μεταρρυθμίσεων που αφορούν τον κατώτατο μισθό, τις συλλογικές συμβάσεις και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Σε αυτό το πλαίσιο, το Ταμείο επαναδιατυπώνει τη θέση για τη σημαντική μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών και την περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,5% του ΑΕΠ
Το ΔΝΤ υπενθυμίζει την εκπεφρασμένη θέση του για την πορεία των πλεονασμάτων και του ΑΕΠ, καθώς εκτιμά ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να διατηρήσει μακροπρόθεσμα ένα πρωτογενές πλεόνασμα που δεν θα υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ και πως η ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι κοντά στο 1%. Εκτιμά ότι την περίοδο 2018-2060 το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 2,9%, την ίδια ώρα που η ανάλυση βιωσιμότητας της Ευρωζώνης υπολογίζει τη μέση αύξηση στο 3,1%.
Αναφορικά με την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, το ΔΝΤ ζητεί ταχύτερη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων προκειμένου να αποκατασταθεί η υγεία των τραπεζών και έτσι να είναι σε θέση να συμβάλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας με δανειοδοτήσεις. Υποστηρίζει δε τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στις συναλλαγές βάσει της τραπεζικής ρευστότητας.
Η μεταπρογραμματική εποπτεία
Σύμφωνα με τη προβλεπόμενη διαδικασία του Ταμείου, οι διαβουλεύσεις με την Ελλάδα για την έκθεση του άρθρου 4 θα γίνονται στον τυπικό 12μηνο κύκλο, ενώ η στενή συνεργασία ΔΝΤ – Ευρώπης θα συνεχιστεί μέσα στο πλαίσιο της επικείμενης μεταπρογραμματικής εποπτείας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News