Τις τρεις βασικές προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη, αλλά και την πρόοδο που έχουν πετύχει οι ελληνικές τράπεζες ως προς τη σταδιακή μείωση της εξάρτησής τους από τον μηχανισμό παροχής έκτακτης ενίσχυσης (ELA), υπογράμμισε από το βήμα του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών ο πρόεδρος της Eurobank και της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών, Νικόλαος Καραμούζης.
Οπως είπε, οι τρεις βασικές προκλήσεις για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, η ύπαρξη ισχυρών τραπεζών με ρευστότητα και η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NLP), των οποίων ο μέσος όρος στην Ευρώπη δεν ξεπερνά το 5,5% επί του συνόλου των χορηγήσεων.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι, σε σχέση με το 2015, οι μακροοικονομικές προοπτικές, η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών και η ρευστότητά τους έχουν βελτιωθεί. Ενδεικτικά ανέφερε ότι το ύψος του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης (ELA) ανερχόταν τον Ιούνιο του 2015 σε 86 δισ. ευρώ, μέγεθος που έχει μειωθεί σήμερα σε 16 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, όπως είπε, οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν αξιοσημείωτα κέρδη προ προβλέψεων, περίπου 4 δισ. ευρώ, διαθέτοντας, σε τριετή βάση επιπλέον «μαξιλάρι ρευστότητας» 12 δισ. ευρώ.
Ερωτηθείς κατά πόσο οι έλληνες τραπεζίτες συντάσσονται με τη θέση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, υπέρ της λήψης προληπτικής γραμμής στήριξης μετά το μνημόνιο, ο κ. Καραμούζης τόνισε ότι τα κεφαλαιακά αποθέματα (μαξιλάρια) και η προληπτική γραμμή αποτελούν περισσότερο τεχνικά εργαλεία παρά την ουσία της λύσης.
Η μεγάλη πρόκληση, τόνισε από το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών απαντώντας στην ερώτηση του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου, είναι εάν θα υπάρξουν μια σειρά από προϋποθέσεις προκειμένου να επιστρέψει η χώρα σε τροχιά ισχυρής ανάπτυξης.
Οι προϋποθέσεις αυτές είναι «καθαρή απάντηση για τις τράπεζες, με ολοκλήρωση των stress tests, καθαρή απάντηση για την αναδιάρθρωση του χρέους, πλήρης άρση των capital controls», διαμήνυσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.
Το ζωτικό ερώτημα σήμερα δεν είναι εάν χρειάζεται προληπτική γραμμή στήριξης, αλλά πώς θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό, τόνισε ο κ. Καραμούζης, περιγράφοντας μια όχι και τόσο… «καθαρή» έξοδο από τα μνημόνια.
Καραβίας: Η οικονομία σε σταυροδρόμι
Στην τοποθέτησή του σε άλλο πάνελ του Φόρουμ, ο διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας τόνισε ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και ότι η διαθεσιμότητα κεφαλαίων θα δώσει ώθηση στο να γίνουν περισσότερες επενδύσεις στη χώρα. Τόνισε μάλιστα ότι σήμερα ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ είναι στο 12%, δηλαδή στο 15% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.
«Η χρηματοδότηση επενδύσεων από το εξωτερικό είναι ζωτικής σημασίας άλμα για την Ελλάδα. Το υγιέστερο περιβάλλον, η σταθερά ανοδική τροχιά που θα επιβεβαιωθεί σύντομα και από τα στρες τεστς, είναι σημαντικά στοιχεία και θεωρώ ότι καθιστούν τις 4 συστημικές τράπεζες της Ελλάδας, ικανές να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις. Το 2017 παρατηρήθηκε άλλωστε αύξηση της χρηματοδότησης και πτώση των spreads δανείων», είπε. Στη συνέχεια, ο κ. Καραβίας ανέφερε ότι για την Ελλάδα η προσέλκυση επενδύσεων είναι μία πρόκληση που αντιμετωπίζει προβλήματα τα οποία σχετίζονται κυρίως με τη δημόσια διοίκηση που παραμένει εχθρική. «Οι καλύτεροι τομείς για επενδύσεις είναι ο τουρισμός και οι υποδομές του, ο κλάδος της ενέργειας και ο τομέας των logistics. H Eurobank συμμετέχει σε 4 προγράμματα έρευνας για projects που θα προσελκύσουν 200 δις ευρώ τα επόμενα χρόνια».
Την ανάγκη η νομισματική πολιτική να έχει και σταθεροποιητικό ρόλο, πέραν της συνεισφορά της στην υποστήριξη του τραπεζικού τομέα, υπογράμμισε από την πλευρά του ο συνεργάτης (resident fellow) στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Κέιμπριτζ, Χανς Χέλμουτ Κοτζ (Hans Helmut Kotz). Όπως είπε, εν έτει 2007 υπήρχε γερμανική τράπεζα που θεωρείτο ως ιδιαίτερα επιτυχής και παρουσίαζε δείκτη Roe 24%, μόλις δύο εβδομάδες πριν από τη χρεοκοπία της. Γι’ αυτό, σημείωσε, δεν μπορούμε να βλέπουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο επίπεδο των μεμονωμένων τραπεζών, αλλά χρειάζεται να το προσεγγίζουμε συστημικά, ώστε να αποφευχθούν μελλοντικά προβλήματα.
«Είναι καλό που υπάρχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που μπορεί να παρέμβει. Ο κύκλος αυτός (με τις αρνητικές εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα) έχει κρατήσει πάρα πολύ. Σύντομα ίσως αντιμετωπίσουμε ξανά προβλήματα. Γι’ αυτό και η ΕΚΤ δεν μπορεί να αφήσει τη σημερινή της στάση» υπογράμμισε.
«Η επενδυτική κοινότητα αναμένει το νέο πλαίσιο που θα διαμορφωθεί στην ελληνική οικονομία μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής (…). Η Ελλάδα αποτελεί μία ενδιαφέρουσα αγορά για τις κεφαλαιαγορές» επισήμανε από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Τραπεζιτών στη Μεγάλη Βρετανία, Αντώνης Ντατζόπουλος. Πρόσθεσε ότι, με τον φόβο του Grexit ελαχιστοποιημένο πλέον, οι επενδυτές πιστεύουν ότι στην Ελλάδα θα υιοθετηθεί το μοντέλο που ακολουθήθηκε σε Κύπρο και Πορτογαλία.
Ως ευκαιρία χαρακτήρισε τον ψηφιακό μετασχηματισμό των τραπεζών ο Βασίλης Αντωνιάδης, διευθύνων σύμβουλος και επικεφαλής της Boston Consulting Group, ο οποίος διατύπωσε την εκτίμηση ότι έως και το 70% των τραπεζικών εργασιών θα μπορούσε να αυτοματοποιηθεί. Σημείωσε ότι ελέγχοντας τη βάση του κόστους και το κόστος κινδύνου, οι τράπεζες θα μπορέσουν να πραγματοποιήσουν περισσότερες επενδύσεις στον τεχνολογικό τομέα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News