Ο Μάρτιν Σουλτς το έχει απορρίψει επανειλημμένως. Δεν θέλει, λέει, κυβερνητική συνεργασία με την Ανγκελα Μέρκελ, όπως έκανε το SPD τα τελευταία τέσσερα χρόνια (επί Ζίγκμαρ Γκάμπριελ) και το πλήρωσε με πτώση των ποσοστών του στις πρόσφατες εκλογές. Ομως μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης «Τζαμάικα» (CDU/CSU με Ελεύθερους Δημοκράτες και Πρασίνους), οι πιέσεις προς τον ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών να αποδεχτεί το… μοιραίο και να δεχτεί έναν νέο Μεγάλο Συνασπισμό αυξάνονται δραματικά.
Το ένα μετά το άλλο, στελέχη του SPD τάσσονται υπέρ ενός διαλόγου για έναν νέο Μεγάλο Συνασπισμό, μία μόλις ημέρα πριν από τη συνάντηση του Σουλτς, προέδρου του κόμματος, με τον επίσης σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ο οποίος και έχει αναλάβει πρωτοβουλίες για τερματισμό της κρίσης.
Πολιτικοί του SPD, με δηλώσεις τους καλούν πλέον ανοικτά το κόμμα τους να μην συνεχίσει να αποκλείει την συζήτηση για συγκρότηση νέας κυβέρνησης (του λεγόμενου μεγάλου) συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες.
Ο επικεφαλής της δεξιάς πτέρυγας του SPD Γιοχάνες Καρς είπε στη (σημερινή έκδοση της εφημερίδας) Passauer Neue Presse ότι δεν πρέπει να αποκλείεται ένα νέος Μεγάλος Συνασπισμός με τους Χριστιανοδημοκράτες. «Ο Μάρτιν Σουλτς θα πρέπει να πάει στον πρόεδρο της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ανοιχτός στον διάλογο. Δεν μπορούμε να πούμε στον ομοσπονδιακό πρόεδρο απλώς αυτό ήταν. Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος θα πρέπει να διερευνήσει ποιες δυνατότητες υπάρχουν για σχηματισμό κυβέρνησης. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι δυνατόν εάν το SPD αποκλείει εκ προοιμίου τον Μεγάλο Συνασπισμό».
Ο Μπερντ Βέστφαλ, εκπρόσωπος του SPD για οικονομικά θέματα στην κοινοβουλευτική ομάδα τάχθηκε υπέρ των συνομιλιών με τους Χριστιανοδημοκράτες και κατά των νέων εκλογών. «Το SPD δεσμεύτηκε πολύ (υπέρ των εκλογών), αλλά η μετακίνηση είναι δυνατή. Το SPD πρέπει να διατυπώσει σαφείς όρους και η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση να επιδείξει ευελιξία» είπε χαρακτηριστικά στη Handelsblatt.
Επίσης, ο νομικός εμπειρογνώμονας της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD, Γιοχάνες Φέχνερ, τάχθηκε υπέρ μιας πιο προσεκτικής στάσης στο επίμαχο θέμα: «Το SPD δεν πρέπει να προτρέχει στο θέμα των νέων εκλογών και θα πρέπει να λάβει στα σοβαρά τις συζητήσεις με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας» είπε στην ίδια εφημερίδα.
Λίντνερ: Φταίνε οι Πράσινοι και η Μέρκελ
Στο μεταξύ ο πρόεδρος του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, επιχείρησε να αποποιηθεί των ευθυνών του για το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων και με συνέντευξή του στη Frankfurter Allgemeine Zeitung, υποστήριξε ότι για όλα φταίνε οι Πράσινοι. «Υπάρχουν και όρια στην διάθεση συμβιβασμών, όταν πρόκειται για την ταπείνωση ενός εταίρου. Αυτά που βρίσκονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έπρεπε δυστυχώς να εκληφθούν ως τέτοια ταπείνωση» δήλωσε χαρακτηριστικά στη γερμανική εφημερίδα. «Χωρίς τους Πράσινους θα είχε αναμφίβολα συγκροτηθεί κυβέρνηση. Στο FDP όμως υπήρχε η αντίληψη ότι εμείς θα αποτελούσαμε τον πυρήνα της πλειοψηφίας ενός (κατ΄ουσίαν) χριστιανοδημοκρατικού-πράσινου συνασπισμού» πρόσθεσε ο Λίντνερ.
Ο πρόεδρος των Ελεύθερων Δημοκρατών κατηγόρησε και την καγκελάριο Μέρκελ ότι αδίκησε το κόμμα του: «Ενώ οι Πράσινοι δούλευαν εις βάρος του FDP, η κυρία Μέρκελ δεν παρείχε καμιά υποστήριξη στις συμβιβαστικές μας προτάσεις. Η Τζαμάικα θα είχε τον χαρακτήρα της συνέχειας του μεγάλου συνασπισμού με πράσινες πινελιές και ορισμένους υπουργούς του FDP. Έτσι, όμως δεν επρόκειτο να υπάρξει μια σταθερή κυβέρνηση. Ένας νέος γύρος συνομιλιών για Τζαμάικα δεν έχει νόημα» συμπλήρωσε, για να καταλήξει ότι το κόμμα του «δεν φοβάται τις νέες εκλογές».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News