Καμία πρόβλεψη για τους προσδοκώμενους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας δεν πρέπει να είναι πλέον δεδομένη, όπως προειδοποίησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο πλαίσιο συνεδρίου που διοργάνωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, τη Δευτέρα, με θέμα: «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη».
Στον απόηχο των στοιχείων που δημοσιοποίησε η ΤτΕ αποκαλύπτοντας ότι τον Φεβρουάριο σημειώθηκε εκροή 750 εκατ. ευρώ στις αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα και ότι από τις αρχές του έτους η συνολική μείωση των καταθέσεων ανέρχεται στα 2,3 δισεκ, ευρώ, ο διοικητής της ΤτΕ, επανέλαβε τις προειδοποιήσεις που έκανε νωρίτερα σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Capital.gr. Τόνισε ότι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης «θέτει εν αμφιβόλω όλους ανεξαρτήτως τους στόχους για το 2017, αναπτυξιακούς δημοσιονομικούς και χρηματοπιστωτικούς», σημειώνοντας πως επί της ουσίας ότι ούτε οι προσδοκώμενοι ρυθμοί ανάπτυξης (2,7%), ούτε το υψηλό πλεόνασμα (1,75%), ούτε η απομείωση των «κόκκινων» δανείων θα πρέπει να είναι, πλέον, δεδομένοι.
Επεσήμανε ότι με την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2% του ΑΕΠ το 2016 η χώρα έχει καλύψει το 90% της απόστασης που απαιτείται έως το 2018. Αναφερόμενος στις προοπτικές ανάπτυξης, ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε την αξία των ξένων άμεσων επενδύσεων καθώς, όπως είπε, πριν την κρίση οι επενδύσεις στην Ελλάδα ήταν 24% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα κυμαίνονται γύρω στο 11%.
Πάντως, όπως πρόσθεσε, για την επίτευξη νέου αναπτυξιακού προτύπου, με την ανάδειξη κλάδων ως μοχλών οικονομικής ανάπτυξης αλλά και την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, είναι απαραίτητη προϋπόθεση η δημιουργία ενός κατάλληλου πλαισίου επιχειρηματικότητας.
Και για να μην χαθεί περισσότερος χρόνος, ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι αμέσως μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης θα πρέπει αρθούν τα εμπόδια που «παγώνουν» ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και ότι θα πρέπει να προωθηθεί το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, μέσω των κατάλληλων χρήσεων γης.
Τόνισε επίσης την ανάγκη να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ αναφέρθηκε και στο πρόβλημα του υψηλού δημόσιου χρέους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η βιωσιμότητα του χρέους είναι συμβατή με τη μείωση του δημοσιονομικού στόχου μετά το 2020 σε πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ (από 3,5%), εάν συνδυαστεί με ήπια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, όπως για παράδειγμα με επιμήκυνση της μέσης σταθμισμένης περιόδου αποπληρωμής των τόκων του EFSF κατά 8,5 χρόνια.
Ο κ. Στουρνάρας επέμεινε στο ζήτημα της ανεργίας. Τόνισε ότι η ευελιξία διευκολύνει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στις επιχειρήσεις και πρέπει να διασφαλιστεί για δυο λόγους: «Πρώτον, για να επιτρέψει στην οικονομία να επανέλθει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης, η οποία, σε μια οικονομία έντασης εργασίας όπως η ελληνική, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αύξηση της απασχόλησης. Δεύτερον, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υψηλής ανεργίας και ιδιαίτερα της δομικής ανεργίας, η οποία σχετίζεται με την συρρίκνωση παραδοσιακά ισχυρών κλάδων της οικονομίας όπως οι κατασκευές, το λιανικό εμπόριο και άλλα».
Δραγασάκης: «Η Ελλάδα δεν μπορεί να αντέξει 4ο Μνημόνιο»
Μιλώντας στο ίδιο συνέδριο, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης αναφέρθηκε στην «άστοχη, κακόβουλη και εν δυνάμει επικίνδυνη τη συζήτηση για νέο Μνημόνιο». Οπως είπε, η Ελλάδα ούτε χρειάζεται ούτε μπορεί να αντέξει 4ο Μνημόνιο.
Αποκάλεσε κορυφαία εθνική προτεραιότητα τον τερματισμό της ειδικής επιτροπείας και σημείωσε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η τεχνική συμφωνία να έχει ολοκληρωθεί ως το Eurogroup της 7ης Απριλίου και να απομένει η συμφωνία για το ύψος πλεονασμάτων μετά το 2018, η συγκεκριμενοποίηση μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης για χρέος και η αποσαφήνιση ρόλου ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Αντικρούοντας την κριτική για καθυστέρηση, ο ίδιος σημείωσε ότι δεν καθυστερεί η Αθήνα την αξιολόγηση, προσθέτοντας ωστόσο ότι παραμένουν στο τραπέζι παράλογες απαιτήσεις που η κυβέρνηση ελπίζει ότι στο τέλος θα αποσυρθούν.
Κάλεσε την αντιπολίτευση να πάρει ξεκάθαρη θέση, σημειώνοντας ότι «δεν υπάρχουν περιθώρια για Πόντιους Πιλάτους ή ουδέτερους σχολιαστές».
Μάλιστα, αντέκρουσε την κατηγορία ότι η Ελλάδα παραμένει σε καθεστώς Μνημονίου επειδή δεν εφαρμόστηκαν οι μεταρρυθμίσεις, λέγοντας ότι την αιτία πρέπει να την αναζητήσουμε στα ίδια τα Μνημόνια στο περιεχόμενό τους αντιλήψεις που τα διέπουν.
Εκτίμησε ότι η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε ένα αλληλοτροφοδοτούμενο υφεσιακό σπιράλ, τόσο λόγω της αβεβαιότητας όσο και λόγω του χαμηλού επιπέδου θεσμών της χώρας, ενώ τόνισε ότι «η διέξοδος από αυτή την πολλαπλή κρίση δεν μπορεί να γίνει με νεοφιλελεύθερα κλισέ και όρους λιτότητας αλλά με ένα συνολικό σχέδιο που θα στοχεύει σε κοινωνική Δικαιοσύνη».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News