Η Δημοκρατική Παράταξη και τα κόμματα που διαχρονικά την εξέφρασαν (Φιλελεύθεροι, Ενωση Κέντρου, ΠΑΣΟΚ) είχαν κατά τις περιόδους ακμής τους ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά.
Συγκροτούσαν αφηγήματα γύρω από μεγάλους στόχους του Εθνους-Κράτους ή μεγάλες πολιτικές επιλογές και προπαγάνδιζαν με επιτυχία τη δυνατότητα μαζικής, αλλά, και εξατομικευμένης συμμετοχής και ωφέλειας από την επιτυχία επίτευξης.
Στηρίχθηκαν από τα κοινωνικά μεσοστρώματα. Ανέδειξαν και στήριξαν νέα.
Εξασφάλισαν την κοινωνική πρόοδο και εξέλιξη , κυρίως μέσω μεταρρυθμιστικών αλλαγών στην εκπαίδευση, και στο μέτρο του κάθε φορά εφικτού, προάσπισαν την κοινωνική συνοχή.
Εξέφρασαν με την πολιτική τους συμπεριφορά τον ελληνικό Διαφωτισμό και ενσωμάτωσαν μεγάλα τμήματα του πνευματικού κόσμου.
Ηταν εξ ορισμού κυβερνητικά κόμματα, όχι κινήματα διαμαρτυρίας και αντίθεσης.
Είχαν χαρισματικές ηγεσίες.
Είναι προφανές ότι από το σημερινό πολιτικό Κέντρο λείπουν όλα τα χαρακτηριστικά, που αποτελούν και προϋποθέσεις μια νέας ακμής.
Επιπλέον, υπάρχει αδυναμία προσαρμογής στην πραγματικότητα ότι το εκλογικό σώμα του 2019 έχει τόση σχέση με εκείνο του 2009, όσο εκείνο του 1974 με το 1965. Παραγνωρίζονται, δηλαδή, οι δομικές κοινωνικές μεταβολές που έχουν επέλθει με την κρίση και η αλλαγή στην πολιτική στάση.
Οι μέχρι τώρα προσπάθειες ανασυγκρότησης του Κέντρου είχαν μόνον οργανωτικά χαρακτηριστικά και δυστυχώς οι ίδιες επιλογές επαναλαμβάνονται. Το θέμα δεν επιλύεται με την εκλογή οργάνων και το ανακάτωμα στελεχών, αλλά με πολιτικές αποφάσεις.
Οι βασικές επιλογές που πρέπει να γίνουν, κατά τη γνώμη μου, αφορούν την συζήτηση και την έγκαιρη απόφαση για το κεντρικό θέμα: τι θέλει να είναι το Κέντρο μετά τις εκλογές; «Αξιωματική Συμπολίτευση» ή «Συμπλήρωμα Αξιωματικής Αντιπολίτευσης»;
Μην σπεύσει κάποιος να απαντήσει ούτε το ένα, ούτε το άλλο γιατί στην πολιτική μετρούν απολύτως τα μεγέθη. Αποτελεί μικρομεγαλισμό η συμπεριφορά εκείνων που επιμένουν να θέλουν να αναφέρονται στο ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος, που δυνητικά συγκροτεί την δημοκρατική παράταξη, ενώ αγωνίζονται να καταστούν τρίτοι και αδυνατούν να πετύχουν διψήφιο ποσοστό ψήφων, ή εκείνων που παλεύουν να υπερβούν το κατώφλι εισόδου στη Βουλή, ή εκείνων που δεν μπορούν να συγκροτήσουν, καν, κόμμα.
Η δημιουργία ενός κόμματος του Κέντρου με δυναμική πολιτικής κυριαρχίας ξεκινά από την προσέγγιση, με σύγχρονους όρους, των χαρακτηριστικών-προϋποθέσεων που προανέφερα. Με ειδικά επιλεγμένα και επεξεργασμένα θέματα σε στοχευμένα ακροατήρια. Όσον αφορά τη τελευταία προϋπόθεση –της χαρισματικότητας- οι υπάρχουσες ηγεσίες ή οι δελφίνοι τους να συνειδητοποιήσουν ότι μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ικανές, πάντως χαρισματικές δεν είναι και να αποδεχτούν την ενίσχυσή τους από τη διαμόρφωση ισχυρών ηγετικών ομάδων.
Το κυριότερο, όμως, είναι να συνειδητοποιηθεί η ταύτιση του πολιτικού χώρου με το νεολογικό όρο «κυβερνησιμότητα», που συνεπάγεται την επιλογή: «Αξιωματική Συμπολίτευση». Επιλογή που ευνοείται από την συγκυρία.
Η πολιτική αίσθηση και αριθμητική λένε ότι το κόμμα που προηγείται, άρα θα έχει και το bonus των πενήντα εδρών είναι η ΝΔ. Ένα κόμμα μείγμα παραδοσιακού πελατειακού, οπισθοδρομικό στα δικαιώματα, επιλεκτικά ταξικό, με μειωμένο ενδιαφέρον για την κοινωνική συνοχή, με ασαφώς εκσυγχρονιστική ηγεσία και χωρίς κεντρικό εθνικό αφήγημα.
Η Δημοκρατική και η Συντηρητική Παράταξη είναι, πλέον, ώριμοι πολιτικοί αντίπαλοι.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα ηττηθεί, την έκταση και τις επιπτώσεις της ήττας δεν τις γνωρίζουμε. Η σχέση της Δημοκρατικής Παράταξης με αυτό το συνονθύλευμα αριστερισμού, μετακομμουνισμού, λαϊκισμού, κρατισμού, πολιτικού αμοραλισμού και έστω… παρωχημένης σοσιαλδημοκρατίας είναι χαώδης. Οι αποκλίσεις δεδομένες στην διάκριση των εξουσιών, την προστασία των δημοκρατικών θεσμών, την συγκρότηση συγκεντρωτικού ή αποκεντρωμένου κράτους, την αξιολόγηση, την αξιοκρατία, την αριστεία, την ανοχή στις φασίζουσες συμπεριφορές, την κοινωνική κινητικότητα, την αξιακή σημασία της εργασίας, στον ρόλο της επιχειρηματικότητας, στην ανάδειξη και στήριξη των μεσοστρωμάτων. Για αυτό τον λόγο ελάχιστοι μένουν αναποφάσιστοι μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Η σχέση Δημοκρατικής Παράταξης και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλώς ανταγωνιστική. Εχει καταστεί εχθρική λόγω της επιδίωξης πολιτικής εξόντωσης, που με κυνισμό εισήγαγε η ηγεσία του κ. Τσίπρα.
Το Κέντρο δεν πρέπει να αποστασιοποιηθεί της ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών στην προσεχή πολιτική περίοδο, κατά την οποία, έννοια συμμετοχής στα πολιτικά δρώμενα έχει μόνον η συμβολή στην ανάταξη και ανόρθωση της χώρας. Οφείλει να προσδιορίσει τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται, την εθνική στόχευση και το αφήγημά του. Να υιοθετήσει, πρώτο, την πρακτική της διαπραγμάτευσης με δημοκρατικούς και διαυγείς όρους ώστε να αποδεικνύει την υπεροχή των ιδεών του, την λαϊκότητα των αλλαγών που προτείνει και την επάρκεια των στελεχών του. Να επιβάλει την προσαρμογή της ΝΔ στη νέα πολιτική κουλτούρα. Αυτά συνιστούν τη στρατηγική της «Αξιωματικής Συμπολίτευσης».
Λύση για τη χώρα δεν είναι η αυτοδυναμία της ΝΔ –η αυτοδυναμία που εξαρτάται από τη διείσδυσή της στον κεντρώο χώρο. Το Κέντρο πρέπει να αντιληφθεί ότι βασικός εκλογικός αντίπαλος στις εθνικές εκλογές, με την ψηφο-συλλεκτική έννοια, είναι η ΝΔ, όχι ο ΣΥΡΙΖΑ. Να πει καθαρά ότι στόχος του δεν είναι μόνον το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό ψήφων, αλλά ότι το επιδιώκει με σκοπό την αποτροπή της αυτοδυναμίας της ΝΔ, με ταυτόχρονη αποδοχή των δικών του ευθυνών στην διακυβέρνηση.
* O Iωάννης Δατσέρης είναι ιδρυτικό μέλος της κίνησης «Ώρα Αποφάσεων»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News