Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σίγουρα δεν είναι ο μόνος βιβλιοφάγος πρωθυπουργός. Είναι όμως ίσως ο μόνος που θυμάμαι ο οποίος μίλησε τόσο πολύ και ανοικτά για τα διαβάσματά του, και μάλιστα με έναν τρόπο που, είτε το επιδίωξε είτε όχι, είχε μεγάλο επικοινωνιακό αντίκρισμα. Αυτό είναι μεγάλο πράγμα. Γιατί μιλάμε για το βιβλίο. Eνα «προϊόν», όχι της εύκολης κατανάλωσης.
Από την σχετικά πιο πρόσφατη φουρνιά πρωθυπουργών, για να μη πάμε πολύ πιο πίσω, ξέρουμε ότι βιβλιοφάγοι ήταν, και παραμένουν, ο Κώστας Σημίτης και ο Κώστας Καραμανλής – ο πρώτος με ροπή προς τα πολιτικοοικονομικά συγγράμματα, ο δεύτερος προς την Ιστορία, παλιότερη και σύγχρονη, και στις βιογραφίες επίσης. Ομοίως, υπάρχουν σε όλο το πολιτικό φάσμα πολλά πρόσωπα που, και μόνο από τις ομιλίες, τις συζητήσεις, την αρθρογραφία και τις παρεμβάσεις τους στη δημόσια ζωή, καταλαβαίνεις ότι έχουν διαβάσει και στοχαστεί πολύ.
Όμως, για κάποιον λόγο ίσως και… εθνογραφικό, το βιβλίο στην Ελλάδα είναι περισσότερο μια εσωτερική υπόθεση του καθενός. Μπορεί να προτείνεις βιβλίο σε φίλους, αλλά σπάνια ξανοίγεσαι πιο πολύ. Αυτό είναι περισσότερο δουλειά του κριτικού, λένε, παρά του αναγνώστη. Θεωρείται μάλιστα και κάπως «επιδεικτικό» να αναφέρεται κάποιος, ιδίως δε πολιτικός, στα βιβλία που έχει «καταναλώσει». «Τι θέλει τώρα αυτός, επίδειξη γνώσεων μας κάνει;» θα πει ο συνήθης «αρνητικός», που πάντα παραμονεύει, όποιο θέμα κι αν ξεμυτίσει.
Αυτό που έκανε όμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης την περασμένη Παρασκευή, Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου (23 Απριλίου 1616, την ίδια ακριβώς χρονιά, πέθαναν δύο μεγαθήρια των Γραμμάτων, ο Σαίξπηρ και ο Θερβάντες), να ξεχωρίσει δηλαδή σε ραδιοφωνική συνέντευξη στον Αθήνα 984 τα βιβλία που έχει διαβάσει, και να αναφερθεί έστω επιγραμματικά σε αυτά, το κάνουν πολύ συχνά τα πολιτικά πρόσωπα, ιδίως στις πιο υψηλές βαθμίδες, στον αγγλοσαξονικό κόσμο.
Στο 4ο Πρόγραμμα Ραδιοφωνίας του BBC, για παράδειγμα, στην μακροβιότερη εκπομπή, την Desert Island Discs, οι καλεσμένοι, πολλοί από τους οποίους είναι πολιτικοί, καλούνται να πουν ποιο ένα και μοναδικό βιβλίο θα ήθελαν να έχουν μαζί τους εάν βρίσκονταν ναυαγοί σε ερημικό νησί. Από τις απαντήσεις βγαίνουν καταπληκτικά συμπεράσματα για το ίδιο το άτομο. Όπως πχ για τη Μάργκαρετ Θάτσερ που είπε ότι θα έπαιρνε μαζί της το Εγχειρίδιο Επιβίωσης του SAS, του επίλεκτου σώματος ειδικών αποστολών του βρετανικού στρατού. «Always a survivor», έγραφαν την επόμενη μέρα οι φιλικές της εφημερίδες. Ο Τόνι Μπεν, των Εργατικών, είπε ότι θέλει μαζί του τον Μαρξ. Ο Τζον Μέιτζορ των Συντηρητικών, τη Βίβλο. Ο Μάικλ Φουτ, παλαίμαχος αριστερός του Εργατικού Κόμματος, το Λεξικό της Οξφόρδης.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι περισσότεροι ναυαγοί που θα έπαιρναν μαζί τους τον Μαρξ, ήταν δεξιοί. Οι σοσιαλιστές τον είχαν αποστηθίσει μάλλον, αλλά σίγουρα δεν θα έπαιρναν τον Τζον Λοκ, τον αποκαλούμενο και πατέρα του φιλελευθερισμού.
Ο Μητσοτάκης είναι οπωσδήποτε προϊόν της σχολής που μοιράζεται την βιβλιοθήκη της, και αποκαλύπτει ελεύθερα και με κάποιον ενθουσιασμό τα ενδιαφέροντα και τις σκέψεις της. Ξεχώρισε τον Μαρξ, αλλά και τους Άνταμ Σμιθ (Σκοτσέζο φιλόσοφο-οικονομολόγο , «Τα Πλούτη των Εθνών»), Μαξ Βέμπερ (Γερμανό κοινωνιολόγο και οικονομολόγο, «Η Πολιτική ως Επάγγελμα»), και τον Αλεξίς ντε Τοκβίλ (Γάλλο αριστοκράτη, διπλωμάτη και πολιτικό επιστήμονα, «Η Δημοκρατία στην Αμερική») .
Κρίνοντας από τον τρόπο που μίλησε για τα βιβλία που ξεχώρισε, φάνηκε ότι έχουν εντυπωθεί καλά μέσα του. Ως ρεπερτόριο, η βεντάλια των προτιμήσεών του είναι μεγάλη, και μάλιστα… πολυεθνική! (Στο σχετικό κείμενο που έχουμε στο Protagon, μπορείτε να τα δείτε όλα).
Διαβάζει ελληνικά και αγγλικά βιβλία με την ίδια ευκολία, είπε. Αυτό το διαπιστώνει κάποιος και από τον προφορικό του λόγο. Μεγάλο, για αυτόν, σχολείο ήταν το Χάρβαρντ, που, όπως όλα τα αμερικανικά πανεπιστήμια που προσφέρουν παράλληλα με το συγκεκριμένο πεδίο σπουδών του καθένα και δίπλωμα σε Liberal Arts –Ιστορία, Λογοτεχνία, Φιλοσοφία, δημιουργικές τέχνες, κλπ. Στο καλωσόρισμα των σπουδών τους, σε όλη την Αμερική, οι πρυτάνεις, απευθυνόμενοι στους «νεοσύλλεκτους» θα τους πουν κάτι σαν αυτό: «Όποιοι γίνετε γιατροί, θέλουμε να ξέρετε κι από λογοτεχνία. Όποιοι σπουδάσετε κομπιούτερ, να αγαπήσετε και την όπερα. Όσοι επιλέξατε οικονομικές σπουδές, να αγαπήσετε την μουσική και, γιατί όχι, να γραφτείτε και στις τάξεις μας για πιάνο ή βιολί. Όσοι πάτε για Θεολόγοι, σας θέλουμε και στις αθλητικές μας ομάδες παρόντες».
Δεν ξέρω πόσα απ’ όλα αυτά κράτησε ο Μητσοτάκης. Η αγάπη του για άθληση είναι γνωστή, και στο ποδόσφαιρο, από όσους έχουν παίξει μαζί του, περιγράφεται ως «πολύ ανταγωνιστικός».
Η εύλογη απορία πολλών όμως, ακούγοντας ή διαβάζοντας όσα είπε στην συνέντευξή του στον Αθήνα 9,84, στο «Free Thinking Zone», είναι «πού βρίσκει τον χρόνο για διάβασμα;». Αυτό το ερώτημα «απασχολεί» τους περισσότερους από μας, που μάλιστα δεν έχουμε τόσο ασφυκτικό και απαιτητικό ωράριο. Και μάλλον χαρήκαμε που και αυτός είναι «αποσπασματικός αναγνώστης», δηλαδή έχει «ανοικτούς λογαριασμούς» με αρκετά βιβλία.
Προτιμά, όπως είπε, το χαρτί, αλλά χρησιμοποιεί και την οθόνη, Kindle, κυρίως στα ταξίδια του υποθέτω. Εάν κάποιο «ηλεκτρονικό βιβλίο» του αρέσει, θα το παραγγείλει και σε «κανονική» έκδοση. Δεν ισχύει το αντίστροφο, πρόσθεσε.
Αυτήν την εποχή διαβάζει το «Η Κλάρα και ο Ήλιος» του Ιάπωνα, βρετανού υπηκόου, νομπελίστα συγγραφέα Καζούο Ισιγκούρο, που είναι από τους αγαπημένους του, λέει. Αλλά, αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο, με ηρωίδα μια «τεχνητή φίλη», με εκπληκτικές ικανότητες παρατήρησης, που σκανάρει τα πάντα και τους πάντες, τον έχει ταρακουνήσει, όπως είπε. Τόσο πολύ μάλιστα που, έχοντας διαβάσει ήδη 30 σελίδες, θα συνεχίσει με άλλες 20 περίπου και, εάν εξακολουθήσει να τον αναστατώνει, θα το παρατήσει.
«Αν με ρωτήσετε ποιο είναι το ένα βιβλίο που έχω διαβάσει τελευταία και που με έχει επηρεάσει περισσότερο θα σας έλεγα ότι είναι ένα βιβλίο ενός νομπελίστα Ισραηλινού, του Ντάνιελ Κάνεμαν, το οποίο λέγεται «Thinking, Fast and Slow». Έχει μεταφραστεί στα ελληνικά. Εξηγεί με έναν πάρα-πάρα πολύ ωραίο τρόπο πώς ουσιαστικά δουλεύει ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Πώς παίρνουμε αποφάσεις», είπε.
Ομως, ό,τι κι αν διαβάζει, λέει, επιστρέφει πάντα στον Καραγάτση για λογοτεχνία και στον Θουκυδίδη για ιστορία. Αναφέρθηκε στην σπουδαία βιογραφία του Ελευθέριου Βενιζέλου από τον Νικόλαο Παπαδάκη, και εξέφρασε ικανοποίηση που και στην Ελλάδα έχει αρχίσει να μπαίνει μπρος και η λογοτεχνία της βιογραφίας, που στο εξωτερικό ανθεί εδώ και χρόνια.
Γενικά, στο «αναγνωστικό ρεπερτόριο» του Πρωθυπουργού, τουλάχιστον έτσι όπως μας τα παρουσίασε στον 984, επικρατούν τα ξένα βιβλία και ξένοι συγγραφείς. Ακόμα και τα παιδικά του χρόνια σημαδεύτηκαν, είπε, από την αγγλίδα συγγραφέα Enid Blyton, με τους «Μυστικούς Επτά» ήρωές της – αγόρια και κορίτσια ντέντεκτιβ. Καταπληκτική σειρά – εξομολογούμαι πως εγώ, που έκανα παιδικά χρόνια μακριά από την Ελλάδα, ήμουν σε διαρκή έκσταση!
Πάντως, και μόνο που ακόμα συζητείται αυτή η συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη για το βιβλίο, μέσα σε βιβλιοπωλείο, στην εποχή της καραντίνας, είναι θετικό. Και μακάρι να δώσει ώθηση, σε αυτό για το οποίο με τόσο ενθουσιασμό, όπως φάνηκε, μιλούσε επί μία ώρα: το βιβλίο!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News