«Τα νούμερα τηλεθέασης δεν με επηρεάζουν, όπως δεν με επηρεάζουν και οι πωλήσεις, όπως δεν με επηρεάζει η γνώμη μιας κυρίας που δεν έχει φορέσει ολομέταξα φορέματα και ψωνίζει από καλάθια». Τάδε έφη Αγγελος Μπράτης, σχεδιαστής και κριτής του «Greece’s Next Top Model», μιλώντας στις κάμερες μετά το φινάλε του ριάλιτι.
Μια μικρή ανατριχίλα με διαπέρασε, από το βέλος σνομπισμού που τρύπησε τα αφτιά μου. Σκέφτηκα όλες τις φορές που ψάχνοντας σε ένα καλάθι με ρούχα, χάρηκα με τις ανακαλύψεις μου. Μικροί θησαυροί μιας άλλης εποχής, μιας άλλης γκαρνταρόμπας και ζωής, μιας αισθητικής που δεν θα τη δω να φοριέται μαζικά και μιας ποιότητας που, όχι πάντα, αλλά αρκετά συχνά, δεν συγκρίνεται με τίποτα με την ποιότητα της σύγχρονης βιομηχανίας ρούχων. Πίστεψε με, κύριε Μπράτη, έχω βρει και ολομέταξο φόρεμα μέσα σε καλάθι.
Τα δικά μου καλάθια είναι τα πάμπολλα μαγαζιά thrift και second hand ρουχισμού, μέσα στα οποία γίνομαι Ιντιάνα Τζόουνς του στυλ. Και Γκρέτα Τούνμπεργκ του στυλ γίνομαι, μιας και η επιλογή τού να εξοπλίζεις τη ντουλάπα σου με τέτοιον τρόπο, προωθεί μια οικολογική φιλοσοφία κατανάλωσης, που βάζει φρένο στη μαζική, και άκρως επιζήμια για τον πλανήτη, βιομηχανία μόδας.
Οσο για τη γνώμη μου επάνω στο στυλ, δεν είμαι και ειδήμων, αλλά πολλές φορές με ρωτάνε, «πού το βρήκες αυτό που φοράς και τι ωραίο που είναι». Και με μεγάλη περηφάνια και χαρά, τους ανακοινώνω ότι το έχω αγοράσει πέντε και δέκα ευρώ από ένα καλάθι ενός βιντατζάδικου. Μπορεί όμως να το έχω βρει και σε καλάθι λαϊκής. Σε καλάθι παζαριού. Σε καλάθι ενός καταστήματος ξεχασμένου σε μια στοά, στο κέντρο της πόλης. Υπάρχουν πολλά καλάθια στην αγορά για να αναμοχλεύεις το περιεχόμενό τους και να φεύγεις με κάτι από εκεί μέσα.
Τα καλάθια έχουν σώσει τον κόσμο, κύριε Μπράτη μου. Σε μια εποχή δύσκολη, οικονομικά ζόρικη και ασταθή, όπου το πορτοφόλι σου ανοίγει σπανίως και ό,τι υπάρχει εκεί μέσα βγαίνει με μαθηματικές πράξεις υψηλής ακρίβειας, τα καλούδια των καλαθιών λειτουργούν σαν τζούρα ευφορίας. Ναι, συμφωνώ ότι δεν θα βρεις πάντα εκεί μέσα ένα ρούχο υψηλών προδιαγραφών. Αλλά θα βρεις κάτι που θα ντύσει το σαρκίο σου με το μπάτζετ που διαθέτεις.
Το αποτέλεσμα που θα βγει οπτικά, όταν ντύνεσαι από καλάθια, μπορεί να είναι κακό, μπορεί όμως να είναι και απίθανο. Αυτό εξαρτάται από το γούστο και την αισθητική σου αντίληψη, δεν εξαρτάται από το καλάθι «Ολα πέντε ευρώ».
Μαντέψτε, το ίδιο ακριβώς μπορεί να συμβεί και αν ντυθείς από καλάθια των χιλίων ευρώ. Έχουμε δει κι αν έχουμε δει κακοντυμένες κυρίες με παχιά πορτοφόλια. Είναι όλα ολομέταξα επάνω τους, έχουν τις υπογραφές των πιο μεγάλων σχεδιαστών, μπορεί και της δικής σας, κύριε Μπράτη μου, αλλά το στυλιστικό αποτέλεσμα είναι κακό, όσο ένας πίνακας φτιαγμένος από τον πιο αδέξιο ζωγράφο. Αναρωτιέμαι, η δική τους γνώμη θα σας ενδιέφερε ή εκεί θα παραβλέπατε την κακογουστιά;
Κρίμα, όμως. Γιατί εσείς, ως σχεδιαστής, και καλός μάλιστα, θα έπρεπε να γνωρίζετε ότι το γούστο δεν έχει να κάνει με το πού έχεις βρει αυτό που φοράς, ούτε με την τιμή που γράφει στο ταμπελάκι του. Το καλό γούστο είναι μια υπόθεση που την έχεις μέσα σου και την καλλιεργείς. Και μπορεί να το έχει κι ένας άνθρωπος που ψωνίζει από καλάθια. Είτε από φιλοσοφία είτε από ανάγκη.
ΥΓ. Μια μέρα, που λέτε, περπατώντας μέσα σε γνωστό εμπορικό του Κέντρου, βλέπω μια κυρία μπροστά μου. Και να μην ήθελα, δεν υπήρχε περίπτωση να μην τη δω. Ολα επάνω της είχαν γραμμένη μια μάρκα, από εκείνες που κοστολογούν 500 ευρώ ένα απλό Τ-shirt. Η κυρία πήγαινε με αέρα ντίβας του στυλ. Και η αλήθεια είναι ότι όλα εκείνα που είχε φορέσει είχαν την αισθητική αξία τους, αρκεί να τα έβλεπες μεμονωμένα. Ο συνδυασμός τα κατέστρεφε. Κάποια στιγμή, στάθηκε μπροστά από ένα κατάστημα γνωστού σχεδιαστή. Η πωλήτρια την πλησίασε περιχαρής «Μα τι ωραίο στυλ!», της είπε κι εκείνη καμάρωσε σαν γύφτικο σκεπάρνι, αρπάζοντας ένα ολομέταξο φόρεμα από μια κρεμάστρα, γεμάτο πούλιες, ένα σακάκι με σχέδια σε boho στυλ κι ένα παλτό εξίσου φορτωμένο με μοτίβα. Μπήκε στο δοκιμαστήριο και βγήκε, περιμένοντας τη γνώμη της πωλήτριας για τον συνδυασμό. «Φανταστικό, της είπε». Η κυρία τα πήρε όλα κι έφυγε για το ταμείο. Και τότε, η πωλήτρια έσκασε χαμόγελο και μουρμούρισε κάτι που έφτασε στα δικά μου αφτιά σαν «Ω, Θεέ μου, πόνεσαν τα μάτια μου». Αυτή η κυρία δεν ψωνίζει από καλάθια, το μόνο σίγουρο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News