Παλιά γέμιζε η Αθήνα με τα κοτοπουλάκια του Πάσχα. Χιλιάδες νεοσσοί πωλούνταν αντί ευτελούς αντιτίμου, καταδικασμένοι να βιώσουν τον δικό τους Γολγοθά στα χέρια κάποιου παιδιού που δεν ξεχώριζε το αληθινό ζώο από το λούτρινο, ο οποίος Γολγοθάς στην περίπτωσή τους δεν προέβλεπε Ανάσταση. Είχαμε όμως μάθει, εμείς τα παιδιά, να περιμένουμε το εορταστικό δώρο _ το κοτοπουλάκι που θα ταΐζαμε για μερικές μέρες και που μετά θα πέθαινε μπροστά στα μάτια μας –και οι γονείς μας, μας το αγόραζαν. Επρόκειτο για ένα από τα χειρότερα έθιμα του Πάσχα, το οποίο ευτυχώς στις μέρες μας αν και δεν έχει εκλείψει εντελώς, έχει περιοριστεί. Είδα όμως τις προάλλες, σε μια πάροδο της οδού Αθηνάς, έναν πάγκο με τέτοια κοτοπουλάκια και απόρησα πώς μπορεί να υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που κερδίζουν χρήματα από αυτό το εμπόριο θανάτου και γονείς που διαλέγουν τέτοια παιχνίδια (;) για τα παιδιά τους.
Δεν είναι βεβαίως το μοναδικό εμπόριο θανάτου που γίνεται αυτές τις μέρες. Την εποχή που τα χορτοφαγικά και vegan κινήματα κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος διεθνώς, το θέμα της σφαγής των εριφίων προκαλεί κάθε νέο Πάσχα πιο έντονο προβληματισμό. Πριν από μία περίπου εβδομάδα ακτιβιστές διαμαρτύρονταν στην Ερμού για την δολοφονική όπως τη χαρακτήριζαν παράδοση, κρατώντας φωτογραφίες με ζωντανά αλλά και νεκρά ζώα και με μηνύματα ενάντια στη σφαγή τους, και ζητώντας: «όλοι μαζί να περάσουμε ένα δυνατό μήνυμα για τα εκατομμύρια αρνάκια που θανατώνονται κάθε χρόνο για τη χριστιανική γιορτή της “Αγάπης” καθώς και για τα ζώα που δολοφονούνται τις υπόλοιπες 364 ημέρες του χρόνου. Έχει έρθει η ώρα να καταργήσουμε κάθε μορφή ανήθικης συμπεριφοράς προς τα ευάλωτα πλάσματα και να αναγνωρίσουμε με σεβασμό τα αυτονόητα δικαιώματά τους στη Ζωή και την Ελευθερία, βάζοντας τέλος στις ακραίες και φρικαλέες συμπεριφορές μας».
Καταναλώνω κρέας, λίγο είναι η αλήθεια, το οποίο όμως δεν σκοπεύω να κόψω, οπότε την εκτροφή ζώων που προορίζονται για τροφή δεν την θεωρώ «ανήθικη συμπεριφορά». Θεωρώ όμως πως όπως σε όλα τα πράγματα έτσι και εδώ πρέπει να υπάρχει μέτρο, καθώς η έλλειψη μέτρου μπορεί να οδηγήσει σε ανήθικες συμπεριφορές. Εκείνοι που αντιδρούν όχι επειδή θανατώνονται ζώα αλλά για τον υπερβολικό αριθμό των ζώων που θανατώνονται για τις ανάγκες της πασχαλινής αγοράς, έχουν δίκιο να διαμαρτύρονται. Και αυτό το επιβεβαιώνουν κάθε χρόνο οι σακούλες σκουπιδιών που γεμίζουν τους κάδους (και ξεχειλίζουν από εκείνους) με το που τελειώνει η γιορτή: Σακούλες με κρέατα που δεν φαγώθηκαν γιατί απλώς δεν αντέχαμε να φάμε άλλο. Οπότε, ακόμα και αν θεωρήσουμε τη σφαγή των αμνών ως έθιμο που πρέπει να διατηρήσουμε, θα πρέπει να επανεξετάσουμε αν όχι τι τρώμε τουλάχιστον πόσο θα φάμε. Δεν είναι, βεβαίως, ελληνικό το φαινόμενο. Κάθε χρόνο μόνο στις ΗΠΑ 7,7 δισεκατομμύρια ζώα θανατώνονται για να καταλήξουν στο τραπέζι μας. Την ίδια στιγμή σύμφωνα με έρευνες του 1/3 του φαγητού μας καταλήγει στα σκουπίδια. Ντροπή!
Eχουν αρχίζει ήδη, πριν καν να καθίσουμε στο πασχαλινό τραπέζι, τα δημοσιεύματα που προτείνουν επαναστατικές μεθόδους για «να ξαναβρείτε τη φόρμα σας μετά τις υπερβολές των γιορτών». Αυτό ακριβώς συμβαίνει κάθε χρόνο τις ημέρες του Πάσχα. Υπερβάλλουμε στο θέμα του φαγητού –και μετά υπερβάλλουμε κάνοντας μέσα σε μία εβδομάδα τη δίαιτα και τη γυμναστική που δεν κάναμε όλο το χρόνο. Εδώ που τα λέμε, ακόμα και στο έθιμο των βεγγαλικών υπερβάλλουμε. Eχοντας καταφέρει να το μετατρέψουμε από ολιγόλεπτο αναστάσιμο υπερθέαμα σε πόλεμο, με τις εκατοντάδες κροτίδες που σκάνε πάνω από τα κεφάλια μας, ενίοτε και ακριβώς πάνω στα κεφάλια μας, περισσότερο να μας αγχώνουν παρά να μας καλούν να γιορτάσουμε. Aλλο ένα δείγμα του υστερικού τρόπου με τον οποίο βιώνουμε και τις πασχαλινές αργίες;
Σχεδόν υστερικά αντιμετωπίζουμε και το τραπέζι της γιορτής, γεμίζοντάς το περιττές ποσότητες, τρώγοντας σαν να τρώμε για τελευταία φορά στη ζωή μας, και πετώντας ανενδοίαστα ό,τι περισσεύει. Eβλεπα στις ειδήσεις έναν χασάπη να παίρνει το σφαγμένο και γδαρμένο αρνί που ακόμα έσταζε αίμα και να το πετάει ψηλά στον αέρα ξανά και ξανά, διαφημίζοντας έτσι την πραμάτεια του. Η εικόνα, που ο συνάδελφος δημοσιογράφος παρουσίαζε ως χαριτωμένη, ήταν δυσάρεστη. Γιατί ήταν η εικόνα μιας κοινωνίας που δεν έχει μάθει να σέβεται αυτό που παράγει και με το οποίο τρέφεται. Και που καταναλώνοντας χωρίς μέτρο αλλοτριώνεται και αποκτηνώνεται.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News