Για πολύ καιρό, πάνω από την πεζογέφυρα του περιφερειακού στην Κατεχάκη, υπήρχε κρεμασμένο ένα χειρόγραφο πανό με το οποίο ένας πατέρας διεκδικούσε τη συνεπιμέλεια του παιδιού του. Κάποια στιγμή, το πανό κατέβηκε –η απουσία του ήταν τόσο εμφανής, ώστε οι κάτοικοι στον Καρέα, που είχαν συνηθίσει να το βλέπουν κάθε μέρα στον δρόμο από και προς το σπίτι τους, απόρησαν. Μωρέ μήπως τελικά κέρδισε το δικαστήριο; Δεν πέρασαν λίγες ημέρες και το πανό αντικαταστάθηκε από ένα πολύ καλύτερο: τυπωμένο, καθαρό, με ευδιάκριτο σύνθημα για «υποχρεωτική συνεπιμέλεια». Δεν ήταν τελικά μόνο ένας χωρισμένος πατέρας, ήταν πολλοί. Και πανό αντίστοιχα με εκείνο της λεωφόρου Κατεχάκη ξεφύτρωσαν σε πολλές γωνιές της πόλης –εξαφανίζονται και εμφανίζονται ακόμα κατά καιρούς σε διάφορες γειτονιές.
Το δικαίωμα ενός γονιού να βλέπει και να φροντίζει το παιδί του είναι συγκινητικό. Και ακριβώς σε αυτό το συναίσθημα ποντάρουν οι χωρισμένοι μπαμπάδες που παραμένουν ενεργοί και ζητούν τα ίδια δικαιώματα με τις μητέρες. Ο νόμος που ισχύει και δίνει την επιλογή επιμέλειας στα δικαστήρια είναι εις βάρος τους, υποκειμενικός υπέρ της μητέρας και, κυρίως, παλαιολιθικός, δεν ακούει τις σημερινές ανάγκες των παιδιών. Και οι γυναίκες, εξηγούν όσοι στηρίζουν την υποχρεωτική συνεπιμέλεια, θα έπρεπε να στηρίζουν το αίτημά τους. Θεωρητικά, γιατί «εξ ορισμού» η γυναίκα αναλαμβάνει τον ρόλο της θεραπαινίδας –οι φεμινίστριες, άρα, θα έπρεπε ήδη να έχουν συμφωνήσει στην αλλαγή.
Πρακτικά, γιατί θα μοιράζονται τα βάρη με τους πατεράδες, ειδικά όταν αυτοί χρειάζονται ένα επιπλέον πουσάρισμα για να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Ακούγεται σωστό, έτσι δεν είναι; Αρα γιατί το νομοσχέδιο μπήκε μόλις πριν από λίγες εβδομάδες στη δημόσια διαβούλευση, ενώ το προσχέδιο έχει φύγει εδώ και μήνες από τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή; Γιατί έγκριτοι νομικοί που συμμετείχαν στην επιτροπή εκδηλώνουν ανοιχτά τις διαφωνίες τους με το τελικό draft του νομοσχεδίου; Γιατί οι γυναίκες διαδηλώνουν;
Για τους πολίτες που δεν χρειάστηκε ποτέ να ασχοληθούν με το ζήτημα, η υποχρεωτική συνεπιμέλεια μοιάζει μάλλον λογική. Κι αυτό γιατί ο όρος μπερδεύεται με την κοινή γονική μέριμνα, η οποία βέβαια ισχύει στην Ελλάδα από το 1983. Εδώ και καιρό, ένα συγκεκριμένο λόμπι χωρισμένων πατεράδων προωθεί θέσπιση νόμου με ίσο χρόνο (ή, όπως τελικά προβλέπει το νομοσχέδιο, με ορισμένο διά νόμου ποσοστό χρόνου) με τον κάθε γονιό και υποχρεωτική εναλλασσόμενη κατοικία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για ένα ζευγάρι που δεν έχει πάρει συναινετικό διαζύγιο, καταφεύγοντας στα δικαστήρια για την επιμέλεια. Εκπρόσωποι των υποστηρικτών αυτής της επιλογής, μάλιστα, συμμετείχαν στην νομοπαρασκευαστική επιτροπή –αντίστοιχη εκπροσώπηση των γυναικείων οργανώσεων δεν υπήρχε. Τελικά, το νομοσχέδιο που ανέβηκε στη δημόσια διαβούλευση μιλάει για επιμέλεια εξίσου και από κοινού, που μπορεί να θεωρηθεί υποχρεωτική.
Ενα από τα άρθρα που έχουν συζητηθεί περισσότερο αφορά τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να μην ισχύσει ο γενικός κανόνας που πάει να θεσπιστεί. Αν ένας από τους δύο γονείς δείχνει κακοποιητική συμπεριφορά, θα μπορεί να συνεχίσει να βλέπει το παιδί του μέχρι να υπάρξει αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση –αυτό στην Ελλάδα μπορεί να τραβήξει έως και δέκα χρόνια. Το συγκεκριμένο άρθρο αντιτίθεται, βέβαια, ακόμα και με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, για την οποία τόσος λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα.
Παράλληλα, η έστω έμμεση υποχρεωτική συνεπιμέλεια θα έχει ως φυσικό αποτέλεσμα και τη μείωση της διατροφής –που συνήθως χορηγείται από τον πατέρα στη μητέρα και όχι το αντίθετο. Μπορεί μια σύγχρονη, εργαζόμενη μητέρα να μην πρέπει να ασχολείται με αυτό το θέμα (γιατί θα θεωρηθεί τουλάχιστον κακή φεμινίστρια), όμως η Ελλάδα δεν είναι Σουηδία. Οι μισθολογικές ανισότητες μεταξύ των φύλων είναι τεράστιες, ενώ ακόμα και στο σημερινό πλαίσιο υπάρχει πληθώρα μπαμπάδων που δεν καταβάλουν το ποσό που πρέπει, την ώρα που πρέπει.
Εστω, όμως, πως τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία: αν το σημερινό νομικό πλαίσιο ευνοεί τη μητέρα στη διεκδίκηση της επιμέλειας (οι δικαστές είθισται να της την παραχωρούν), το νομικό πλαίσιο που βρίσκεται στα σκαριά θεωρεί πως η μητέρα ενδεχομένως θα επιχειρήσει σκόπιμα να αποξενώσει το παιδί από τον πατέρα του –και άρα κάνει ό,τι μπορεί για να το αποτρέψει. Το νομοσχέδιο εξ ορισμού, άρα, παίρνει θέση, βασισμένο στο σεξιστικό στερεότυπο της πρώην συζύγου που εκμεταλλεύεται το παιδί της για να πετύχει αυτό που θέλει.
Συναίσθημα, λοιπόν, ή λογική; Οι νομικοί που ασχολούνται με το ζήτημα φωνάζουν εδώ και χρόνια για τη θέσπιση οικογενειακού δικαστηρίου, ακολουθώντας την ευρωπαϊκή πρακτική. Και η μεγάλη ανησυχία τους είναι πως το νομοσχέδιο που έρχεται, αν τελικά δεν αλλάξει, το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να έχουμε περισσότερα δυστυχισμένα παιδιά, που θα γίνονται μπαλάκι ανάμεσα στους γονείς τους. Και, βέβαια, δυστυχισμένους γονείς, που δεν κατάφεραν να τα βρουν, επιλέγουν να λύσουν τις διαφορές τους δικαστικά και θα ακούν το δικαστήριο να τους λέει πως πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News