Το εκλογικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου, βασισμένο στις μονοεδρικές περιφέρειες, καθιστά τις εθνικές εκλογές μια μετωπική αντιπαράθεση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων. Καθώς μάλιστα τα προεκλογικά προγράμματα έχουν ξεχωριστή σημασία και συνταγματική περιωπή μέσω «συνθηκών του πολιτεύματος», η προεκλογική αντιπαράθεση μπορεί να κριθεί ως σύγκρουση μεταξύ δύο κυρίαρχων προγραμμάτων. Και φυσικά αυτή η σύγκρουση μοιραία γίνεται πάνω στο θέμα που δεσπόζει στην προεκλογική επικαιρότητα.
Οι εκλογές αυτές του Ηνωμένου Βασιλείου είναι οι τρίτες κατά σειρά, μέσα σε τέσσερα χρόνια, που κυριαρχούνται από το ζήτημα του Brexit. Tώρα όμως τα πράγματα ίσως ήταν πιο ξεκάθαρα από ποτέ: η ίδια η προκήρυξη των εκλογών ήταν το αποτέλεσμα του συμβιβασμού μεταξύ κυβέρνησης και κοινοβουλίου, μετά και την παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με μια απόφαση που δεν θέλησε τις εκλογές αλλά πάντως τις επιτάχυνε. Ο συμβιβασμός ήρθε ως μια απόφαση παραπομπής στην κρίση του ίδιου του αγγλικού λαού αφενός μεν της συμφωνίας του Μπόρις Τζόνσον με την Ευρωπαϊκή Ενωση αφετέρου ολόκληρης της πορείας εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Τι έλεγαν τα κόμματα πάνω στο κυρίαρχο θέμα της προεκλογικής αντιπαράθεσης; Πώς οραματίζονταν τη μετεκλογική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση στα προεκλογικά τους προγράμματα; Η στάση των Συντηρητικών ήταν σαφής: υπάρχει μια συμφωνία που είχαν συνάψει προεκλογικά και περιμένει την ψήφισή της από το Κοινοβούλιο. Η εφαρμογή της συμφωνίας λοιπόν, καλής ή κακής αλλά πάντως υπαρκτής, ήταν η απόλυτη πολιτική τους προτεραιότητα. Από την άλλη μεριά του δικομματισμού, τα πράγματα ήταν αμφίσημα: ενώ η προεκλογική αντιπαράθεση κυριαρχούνταν από το ζήτημα της εξόδου και οι πολίτες περίμεναν απαντήσεις στα ερωτήματά τους για να πεισθούν, οι Εργατικοί βρέθηκαν εγκλωβισμένοι στον αριστερισμό του Τζέρεμι Κόρμπιν.
Είναι εντυπωσιακό πως στα τέσσερα χρόνια που κύλησαν από την ανάληψη της ηγεσίας των Εργατικών από τον Κόρμπιν, το Ηνωμένο Βασίλειο συνταράχθηκε από δημοψηφίσματα, εκλογικές αναμετρήσεις, διαδηλώσεις, δικαστικές αποφάσεις και πολιτικές αντιπαραθέσεις γύρω από το ζήτημα του Brexit. Το Εργατικό κόμμα, όταν ήρθε η ώρα όλα αυτά να κριθούν από τον βρετανικό λαό, θεώρησε πως είναι υπερεκτιμημένα, πως αρκούν θολές και ασαφείς απαντήσεις περί νέου δημοψηφίσματος με ουδέτερη και επαμφοτερίζουσα στάση του κόμματος απέναντι στην Ευρώπη για να διαφυλαχθεί η «υπερπολύτιμη» αριστερή του ταυτότητα. Εκρινε πως μόνη η στρατηγική της εγγραφής νέων μελών και η εξαγγελία της κρατικοποίησης των πάντων είναι ένας ρεαλιστικός τρόπος άσκησης πολιτικής στον 21ο αιώνα.
Δυστυχώς για τον κ. Κόρμπιν, η κοινωνία και οι εκλογείς δεν υπάρχουν και δρουν χάριν της επιβεβαίωσης των ιδεοληψιών του. Προτιμούν ένα σαφές πρόγραμμα με το οποίο ίσως διαφωνούν παρά ένα αριστερό ευρωσκεπτικιστικό νεφέλωμα που δεν οδηγεί πουθενά και δεν σημαίνει τίποτα. Για τους λόγους αυτούς, η νίκη Τζόνσον σε ένα τέτοιο περιβάλλον δικομματισμού, χωρίς άλλες ρεαλιστικές κομματικές εναλλακτικές, ήταν προδιαγεγραμμένη. Μένει τώρα να ζήσουμε την τελευταία φάση του τέλους των εθνικών ψευδαισθήσεων, με την ψήφιση από τη Βουλή μιας συμφωνίας επαχθέστερης για το Ηνωμένο Βασίλειο από αυτήν της κυρίας May. Και βέβαια με την προσωρινή μόνο αποφυγή του κινδύνου του άτακτου Brexit, αφού η μεταβατική περίοδος των 11 μηνών ως την 31η Δεκεμβρίου του 2020 είναι εξαιρετικά μικρή για να επιτευχθεί μια αμοιβαία επωφελής και βιώσιμη τελική συμφωνία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News