Σε μήνυμά του προς τους Έλληνες εν όψει του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου του 2015 ο γνωστός άγγλος σκηνοθέτης Κεν Λόουτς μας είχε καλέσει να ψηφίσουμε ΟΧΙ, κλείνοντάς το κείμενό του με την παρομοίωση πως αν ψηφιστεί το ΟΧΙ θα είναι σαν οι Έλληνες «να έχουμε κερδίσει το Παγκόσμιο Κύπελλο (ποδοσφαίρου)». Και μπορεί μεν η υποδοχή της ελληνικής αντιπροσωπείας με επικεφαλής τον Πρωθυπουργό στις Βρυξέλλες, μετά τη νίκη του ΟΧΙ, να μην ήταν ακριβώς μια υποδοχή νικητών παγκοσμίου κυπέλλου, νομίζω όμως ότι η σύνδεση του δημοψηφίσματος με το ποδόσφαιρο ήταν κάτι παραπάνω από επιτυχής, για διαφορετικούς βέβαια λόγους, που ανάγονται στα χαρακτηριστικά που πήρε η διαμάχη. Εδώ αναφέρομαι κυρίως στην πλευρά των υποστηρικτών του ΟΧΙ, καθώς πρωταγωνιστικό ρόλο είχε η ίδια η κυβέρνηση και ήταν από τις (σπάνιες) φορές που (έπρεπε να) φέρει το βάρος της επιχειρηματολογίας.
Και εστιάζω στα επιχειρήματα υπέρ του ΟΧΙ καθώς αυτά για το ΝΑΙ ήταν απλά και καθαρά – καλύτερα μια κακή συμφωνία παρά καμία συμφωνία, τα προεόρτια της οποίας -μη συμφωνίας- φάνηκαν ήδη από τη Δευτέρα του δημοψηφίσματος – ουρές στα ΑΤΜ, ακυρώσεις των ξένων τουριστικών γραφείων και αδυναμία των εξαγωγικών επιχειρήσεων να λειτουργήσουν με τεράστια ζημιά τόσο για τις ίδιες όσο και για την εθνική οικονομία που τόσο τις είχε ανάγκη.
Όμως, ενώ το ζήτημα ήταν κρίσιμο για την πορεία της χώρας, σοβαρά επιχειρήματα υπέρ του ΟΧΙ δεν ακούστηκαν ποτέ. Το κύριο επιχείρημα ήταν ότι «ψηφίζοντας ΟΧΙ θα πάμε στις Βρυξέλλες από καλύτερη θέση» και «θα έχουμε συμφωνία σε 48 ώρες» με το πρόσθετο επιχείρημα του Φλαμπουράρη, τρεις ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, ότι «μόλις είπαμε για δημοψήφισμα πήρανε πίσω ένα μέτρο, τώρα αν βγει το ΌΧΙ, δεν θα πάρουν πίσω κι άλλα δύο τρία;»
Έτσι, αντί επιχειρημάτων, η ένταξη στο στρατόπεδο του ΟΧΙ πήρε τα χαρακτηριστικά της ένταξης των οπαδών στις μεγάλες ποδοσφαιρικές ομάδες. Το γιατί κάποιος που είναι οπαδός π.χ. του ΠΑΟ, του Ολυμπιακού ή του ΠΑΟΚ δεν μπορεί συνήθως να το εξηγήσει με λογική ανάλυση, αυτό όμως δεν τον εμποδίζει να είναι φανατικός οπαδός της ομάδας του και να έχει ιδιαιτέρως επιθετική συμπεριφορά προς τους οπαδούς των άλλων ομάδων, οι οποίοι τον εκνευρίζουν απλώς επειδή υπάρχουν. Επίσης, ο οπαδός θέλει να νικήσει η ομάδα του με οποιοδήποτε μέσο, ακόμα και με ψεύτικο πέναλτι. Μάλιστα θέλει τόσο πολύ να νικήσει, που καταφέρνει να πείσει τον εαυτό του ότι νίκησε, ακόμα κι όταν χάνει.
Κείμενα που δεν υπήρξαν
Με ανάλογο τρόπο ο ελληνικός λαός κλήθηκε να ψηφίσει (και με μεγάλη πλειοψηφία ψήφισε) ΟΧΙ σε κείμενα που δεν υπήρξαν (πράγμα που παρατήρησε ο Γιούνκερ την Δευτέρα του δημοψηφίσματος), χωρίς επαρκή χρόνο για να συζητηθούν οι πιθανές επιπτώσεις της όποιας απόφασης, όπως έγραψε και ο Χρήστος Μιχαηλίδης στο Protagon. Και, με την απουσία του ορθού λόγου, το ΟΧΙ παρουσιάσθηκε ως μία πράξη αντίστασης στην ευρωπαϊκή πολιτική της λιτότητας και στα βάρη στο λαό, προστέθηκαν ανακρίβειες όπως ότι «η Ευρώπη μας έκλεισε τις τράπεζες» και επενδύθηκε με υποσχέσεις (σε 48 ώρες συμφωνία). Ελάχιστη σημασία δόθηκε στο ότι αφορούσε ένα ζωτικό θέμα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής, στο οποίο παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες εντός και εκτός της χώρας. Έτσι, από την πλευρά των υποστηρικτών του ΟΧΙ αγνοήθηκε συστηματικά η στάση και τα μηνύματα που έστελναν οι ευρωπαίοι ηγέτες, οι καταστροφικές συνέπειες που είχε η επιλογή του δημοψηφίσματος στην ελληνική οικονομία και τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης στην ευρωζώνη, ενώ η συνεχής αναφορά στους νομπελίστες οικονομολόγους που υποστήριξαν το ΟΧΙ παρέλειπε ως λεπτομέρεια ότι την υποστήριξη αυτή τη συνέδεαν με την επιστροφή στη δραχμή.
Ενώ λοιπόν για όλ’ αυτά δεν καταβλήθηκε καν προσπάθεια απάντησης (ακριβώς όπως ένας οπαδός δεν νοιώθει την παραμικρή ανάγκη να δικαιολογήσει την αγάπη στην ομάδα του) τα επιχειρήματα υπέρ του ΝΑΙ, που τόνιζαν τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε για τη χώρα η μη συμφωνία με τους Θεσμούς, παρουσιάσθηκαν ως κινδυνολογία(!) και οι υποστηρικτές του ΝΑΙ λοιδορήθηκαν περίπου ως εχθροί του λαού, όργανα των ξένων, έως και γερμανοτσολιάδες, όπως ακριβώς ένας φανατικός οπαδός του ΠΑΟ δεν έχει κανένα πρόβλημα να βρίσει χωρίς λόγο έναν οπαδό του Ολυμπιακού ή αντίστροφα (τυχαίο παράδειγμα). Η συμπεριφορά αυτή ήταν ιδιαίτερα αισθητή στα μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης, όπου το βρίσιμο της αντίπαλης άποψης με οτιδήποτε μοιάζει με επιχείρημα, χωρίς έλεγχο ορθότητας, θεωρείται απόλυτο ορθό.
Ενίσχυσε τη θέση του Σόιμπλε
Ακόμα δε και όταν, αμέσως μετά τη νίκη του ΟΧΙ, φάνηκε το άσχημο κλίμα που επικράτησε για την Ελλάδα στα άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα, αντί να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας, ενίσχυσε τη θέση του Σόιμπλε υπέρ του Grexit, οι υποστηρικτές του ΟΧΙ, με συμπεριφορά ίδια με αυτή των οπαδών όταν χάνει η ομάδα τους, προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με ρήσεις του είδους «η ελευθερία είναι πάνω από τους αριθμούς» και ότι οι άλλοι «είναι υποχρεωμένοι να σεβαστούν τη δημοκρατία».
Και τελικά, όταν η κυβέρνηση Τσίπρα αποδέχθηκε μία πολύ βαρύτερη συμφωνία από αυτήν που με δική της προτροπή απέρριψε το 62% του λαού, (βαρύτερη ακριβώς λόγω των κυβερνητικών χειρισμών, που επιδείνωσαν δραματικά την ήδη κακή οικονομική κατάσταση της χώρας), ουσιαστικά στήριξε την θέση των υποστηρικτών του ΝΑΙ (καλύτερα μια κακή συμφωνία, παρά η καταστροφή της εξόδου από την Ευρώπη). Και τότε όμως, όπως οι φανατικοί οπαδοί που κάνουν την ήττα της ομάδας τους να φαίνεται ως νίκη, προσπάθησε να παρουσιάσει την ολοκληρωτική ήττα της πολιτικής της ως περίπου νίκη: «το τρίτο μνημόνιο είναι τώρα σωστή επιλογή, επειδή τώρα προέκυψαν οι κατάλληλες συνθήκες». Ακριβώς όπως σατίριζε κάποτε ο Φρέντυ Γερμανός τα ποδοσφαιρικά αποτελέσματα, με τη μετάδοση μιας ήττας με 8-0: «Μετά το 8-0 τα παιδιά μας έπαιξαν σαν λιοντάρια και δεν έφαγαν ούτε ένα γκολ παραπάνω».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News