Καιρό το παίδευα το «άρθρο» αυτό, το σκεφτόμουν και το ξανασκεφτόμουν, αφενός διότι (ανοήτως) πίστευα ότι κανείς άλλος δεν κάνει αυτές τις σκέψεις περί του συγκεκριμένου θέματος, αφετέρου επειδή ποιος νοιάζεται για την άποψη ακόμη ενός ανθυποσελέμπριτι; (αυτό το τελευταίο το ξεπέρασα γρήγορα φέρνοντας στο νου μου την πληθώρα απόψεων που κυκλοφορεί δίκην της αθάνατης ρήσης του Κλιντ Ιστγουντ).
Ο κυριότερος λόγος που δεν το έγραφα ήταν ο φόβος των αντιδράσεων. Βλέπετε, όταν εκφέρεις άποψη για το μείζον θέμα του καιρού μας, το Προσφυγικό, πρέπει να κινείσαι σαν να περπατάς πάνω σε αβγά: η πόλωση που τόσο εύκολα μετατρέπεται σε έχθρα, ύβρεις και σκατοψυχιά είναι έτοιμη να επικρατήσει.
Παρόλα αυτά. Ο κύβος ερρίφθη όταν διάβασα το εξαίρετο βιβλίο «The Strange Death of Europe» του συντηρητικού βρετανού δημοσιογράφου και συγγραφέα Ντάγκλας Μάρεϊ (Douglas Murray) και διαπίστωσα ότι και άλλοι άνθρωποι έχουν τους ίδιους προβληματισμούς.
Σε καμία περίπτωση δεν συμφωνώ με όλα τα επιχειρήματα του Μάρεϊ, αλλά με έκανε να αναθεωρήσω πολλά πράγματα που θεωρούσα δεδομένα και σωστά. Οπως, για παράδειγμα, την περίφημη διακήρυξη της Ανγκελα Μέρκελ το 2015 με την οποίαν άνοιξε τις πύλες της Ευρώπης σε όλους τους πρόσφυγες/ μετανάστες/ αιτούντες άσυλο αδιακρίτως.
Η επικρατούσα άποψη στους λεγόμενους «προοδευτικούς» κύκλους είναι πως έχουμε καθήκον, ως Ευρώπη, να καλοδεχτούμε όλους όσοι θέλουν να ζήσουν στην ήπειρό μας, ανεξαρτήτως αιτίας, προελεύσεως και κινήτρων. Ειδικά εμείς οι Ελληνες, που έχουμε ζήσει την προσφυγιά στο πετσί μας και οφείλουμε να δείξουμε ενσυναίσθηση.
Η άποψη αυτή έγινε (και συνεχίζει ακόμη και σήμερα ως ένα σημείο να γίνεται) πράξη, με φιλοξενία, δωρεές, συμπαράσταση, ΜΚΟ, εράνους, εθελοντική προσφορά.
Οποιαδήποτε παρέκκλιση από την άποψη αυτή στιγματίζει τον παρεκκλίνοντα ως φασίστα, ρατσιστή, αντιδραστικό, σκατόψυχο. Ακριβώς όπως όποιος δεν συμμετέχει στα συλλαλητήρια για την ελληνικότητα της Μακεδονίας είναι εχθρός, πουλημένος κλπ. (Αλήθεια, πότε είναι το επόμενο συλλαλητήριο; Α, ξέχασα, τώρα που επανήλθαμε στην κανονικότητα δεν μας ενοχλεί τόσο η Συμφωνία των Πρεσπών…)
Λυπάμαι, αλλά είμαι υποχρεωμένος να διαφωνήσω, έστω και μερικώς.
Η Ευρώπη τους τελευταίους δύο αιώνες και ειδικά μετά τα δεινά των δύο Παγκοσμίων Πολέμων σημείωσε τεράστια πρόοδο σε επίπεδο πολιτισμού, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κοινωνικής πρόνοιας και αληθινής δημοκρατίας. Ας αναφέρουμε ενδεικτικά το διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους (με τη συνεπακόλουθη προοδευτικά εντεινόμενη εγκατάλειψη των οργανωμένων θρησκειών), το δικαίωμα ψήφου των γυναικών και τα ίσα εργασιακά δικαιώματα, την αποτέφρωση των νεκρών, τη φροντίδα υγείας για όλους, το δικαίωμα στον ελεύθερο, ανεξαρτήτως φύλου σεξουαλικό προσανατολισμό, την κατάργηση των συνόρων, την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και ανθρώπων. Ολα αυτά όχι σε πλήρη ανάπτυξη αλλά εν πάση περιπτώσει πολύ προχωρημένα, έστω σε σύγκριση με άλλες ηπείρους.
Οφείλω να δεχτώ πως πολλές από αυτές τις κατακτήσεις πηγάζουν από τη χριστιανική παράδοση της Ευρώπης – με όλα του τα εγγενή ελαττώματα, ο Χριστιανισμός διδάσκει (και εφαρμόζει) πολλές ανθρωπιστικές αρχές και αξίες οι οποίες σε άλλες θρησκείες θεωρούνται αδιανόητες και διώκονται.
Το αποτέλεσμα είναι ένα: ότι η Γηραιά Ηπειρος είναι ένα (συγκριτικά πάντα!) ιδανικό μέρος για να ζήσει κανείς χωρίς φόβο, με αρκετές ελπίδες να «προκόψει», ανεξαρτήτως καταγωγής, φύλου, προτιμήσεων. Μια ήπειρος που εξασφαλίζει βιοτικό επίπεδο τουλάχιστον αξιοπρεπές.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι απολύτως κατανοητό ότι προσπαθούν να έρθουν και να εγκατασταθούν στην Ευρώπη όλοι όσοι διώκονται, κινδυνεύουν από πολέμους, γενοκτονία, λιμούς, ασθένειες και άλλα δεινά.
Και η ήπειρός μας είναι υποχρεωμένη, σύμφωνα με το δόγμα Μέρκελ και τις ανθρωπιστικές της αξίες να τους υποδεχτεί, να τους περιθάλψει, να τους εξασφαλίσει ασφαλή ζωή, εργασία, ευκαιρίες, τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.
Ελα όμως που οι ανθρωπιστικές της αξίες είναι ταυτόχρονα και η αχίλλειος πτέρνα της.
Βλέπετε δεν είναι όλοι οι πρόσφυγες/ μετανάστες/ αιτούντες άσυλο ίδιοι, και δεν έχουν όλοι τα ίδια κίνητρα να επιδιώκουν την εγκατάστασή τους εδώ.
Από το 2001 και έπειτα, σε πολλές χώρες της Ευρώπης συμβαίνουν (και συχνά αποσιωπούνται) τρομοκρατικές επιθέσεις, δολοφονίες, εγκλήματα μισαλλοδοξίας. Πολλά από αυτά έχει αποδειχτεί τελεσίδικα ότι σχεδιάστηκαν και εκτελέστηκαν από ανθρώπους που εισήλθαν στην Ευρώπη προφασιζόμενοι διωγμούς και αιτούμενοι ασύλου, ψευδώς.
Και για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, οι άνθρωποι αυτοί είναι μουσουλμάνοι και κατ’ ακρίβειαν ριζοσπαστικοί ισλαμιστές.
Των οποίων το κίνητρο είναι ο θρησκευτικός φανατισμός που τους υπαγορεύει την εξόντωση των “απίστων”, είτε ως εκδίκηση για τα όσα έχουν υποστεί στην πραγματικότητα ή στη φαντασία τους, είτε απλώς ως δόγμα.
Ακόμη και αυτοί που δεν κατατάσσονται στις τάξεις των φονταμενταλιστών / φανατικών, διέπονται συχνά από αξίες και απόψεις ριζικά αντίθετες με τις επικρατούσες στην Ευρώπη: κανείς σεβασμός σε στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, καμία ανοχή, ούτε λόγος για ισότητα, δικαιοσύνη, τεκμήριο αθωότητας και λοιπά αυτονόητα για εμάς.
Στην καλύτερη, αθωότερη περίπτωση, η αθρόα εισροή τους στην Ευρώπη αλλάζει ριζικά τον πολιτισμικό και αξιακό χαρακτήρα της κοινωνίας, όπως γίνεται ολοφάνερο τόσο από τις στατιστικές, όσο και από μια απλή βόλτα σε μεγαλουπόλεις όπως το Λονδίνο ή το Βερολίνο.
Το ερώτημα, πολύ απλά διατυπωμένο, είναι το εξής: πώς μπορεί η Ευρώπη να δεχτεί (και ακόμη περισσότερο να ενσωματώσει) ανθρώπους οι οποίοι όχι απλώς είναι ξεκάθαρα αντίθετοι προς τις βασικές της αξίες, αλλά επιδιώκουν να τις καταλύσουν και να τις αντικαταστήσουν με τις σκοταδιστικές δικές τους; Θα ήθελαν να μετατρέψουν την Ευρώπη σε ισλαμική κοινότητα, και αυτό είναι κάτι που εν μέρει μπορεί να εξηγηθεί, αναλογιζόμενος κανείς ότι η αποικιοκρατία είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις, ένα νόμισμα που κάποτε, νομοτελειακά, θα στριφογυρίσει και θα «καθίσει» στην άλλη του όψη, αυτό δείχνει η ιστορία.
Η απάντηση είναι εξίσου απλή: ούτε μπορεί, ούτε πρέπει.
Πώς, όμως, να διαχωρίσεις την ήρα από το στάρι; Εδώ τα πράγματα γίνονται όχι απλώς δύσκολα, αλλά όπως φαίνεται ακατόρθωτα.
Και δεν μιλάμε μόνο για τη χώρα μας, που έχει την ατυχία να αποτελεί μια πόρτα η οποία όμως δεν ανοιγοκλείνει μόνη της, αλλά υπακούει στις εντολές του χειριστή της. Μιλάμε για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν διαθέτει ούτε τη γνώση, ούτε την εμπειρία, ούτε τους μηχανισμούς που απαιτούνται για να διαχειριστεί την κατάσταση. Με αποτέλεσμα να παρακολουθεί ανήμπορη αφενός την προσπάθεια των αναξιοπαθούντων να εξασφαλίσουν το παρόν και το μέλλον τους, αφετέρου τα, ελλείψει καλύτερου χαρακτηρισμού, κακόβουλα στοιχεία που επιδιώκουν τη φθορά της.
Βούτυρο στο ψωμί μιας διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας πολιτών που βρίσκουν ευκαιρία για ξενοφοβικά κηρύγματα μίσους αλλά και άσκηση βίας. Αλλά και μιας άλλης μερίδας, που με την επίφαση του προοδευτισμού και της φιλανθρωπίας αποκομίζουν ίδιο όφελος, οικονομικό και πολιτικό. Ξέρουμε όλοι ποιους, ανθρώπους και οργανισμούς εννοώ, αλλά δε μπορώ να κατονομάσω ελλείψει στοιχείων…
Το ουσιώδες ερώτημα είναι εάν υπάρχει λύση η οποία να μπορεί σε πλαίσια ανθρωπιστικά, που να συμβαδίζουν με τις ευρωπαϊκές αξίες, να δώσει άσυλο, να περιθάλψει, να φιλοξενήσει και να ενσωματώσει, και παράλληλα να αποτρέψει τις ενέργειες που επιδιώκουν την κατάλυση των αξιών αυτών. Εάν υπάρχει τέτοια λύση, ο υπογράφων δεν την γνωρίζει. Και φαντάζομαι πως εάν υπήρχε, θα είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή.
Οσο εντείνονται οι προσφυγικές – μεταναστευτικές ροές προς τη Γηραιά Ηπειρο, τόσο εντονότερο το πρόβλημα, τόσο μεγαλύτερο το αδιέξοδο. Το τι θα γίνει μόνο όποιος μπορεί να μαντέψει το μέλλον το γνωρίζει…
* Ο Στάθης Παναγιωτόπουλος είναι δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός και μέλος της τηλεοπτικής ομάδας του «Ράδιο Αρβύλα»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News