Oταν, πολλά χρόνια πριν μου ζήτησαν να απαντήσω στο ερωτηματολόγιο του Προυστ, στην ερώτηση «τι θεωρείτε περιουσία σας, ποιο είναι το πιο πολύτιμο που έχετε αποκτήσει» απάντησα ακαριαία. «Τα ταξίδια μου. Τα ταξίδια που έχω κάνει είναι η περιουσία μου». Παρακολουθώντας τις εξελίξεις με το αδιανόητο τρομοκρατικό χτύπημα στη Νίκαια τη στιγμή της γιορτής για τη Δημοκρατία, της εθνικής υπερηφάνειας για την κατάκτηση της ελευθερίας του πολίτη, σκέφτηκα το γιο μου. Τα ταξίδια που δεν θα κάνει. Ή αυτά που θα κάνει χωρίς την ηδονική αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας, της αλητείας, της ενηλικίωσης του ως πολίτη του κόσμου. Γιατί ο φόβος δεν θα φύγει ποτέ.
Η απόγνωση που νιώθουμε ακούγοντας να περιγράφουν τα σώματα σαν «κορύνες που πέταξε μακριά το φορτηγό», ο θυμός, σε λίγο θα ξεθωριάσουν. Η απόσταση το προκαλεί αυτό. Κι όμως εμείς οι ίδιοι που φτύνουμε τον κόρφο μας λέγοντας «στην Ελλάδα πάντως δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο» είμαστε ήδη λαβωμένοι. Εσωτερική αιμορραγία, που έχει σχέση με τη θέση μας στον κόσμο και κυρίως με τις δυνατότητες που η γενιά μου είχε, αλλά οι επόμενες δεν θα θεωρήσουν ποτέ αυτονόητες. Ποτέ όμως.
Ναι, τη δυνατότητα των ταξιδιών. Του να διασχίζεις την Ευρώπη με σακίδιο στους ώμους κυνηγώντας τρένα και λεωφορεία, ή με αεροπλάνα, πίνοντας σε πλατείες με ντόπιους και δοκιμάζοντας γεύσεις πρωτόγνωρες, προσκυνώντας μπροστά σε έργα τέχνης της ανθρωπότητας στα μουσεία και στους δημόσιους χώρους. Τα ταξίδια είναι η πιο ενεργή μορφή εκπαίδευσης. Σε μαθαίνουν να είσαι μέρος του κόσμου και όχι της γειτονιάς σου. Να συνυπάρχεις. Να δέχεσαι τη διαφορετικότητα και να επιθυμείς να μάθεις τα πάντα για αυτήν. Να γλεντάς στη γιορτή του αλλόθρησκου, να μαθαίνεις την ιστορία του. Να διυλίζεις αυτό που είσαι μέσα από την Ιστορία του κόσμου και να γίνεσαι μέρος της σύγχρονης ιστορικής συνθήκης.
Αρα να γίνεις βαθιά δημοκράτης, βαθιά ανθρωπιστής, συνειδητοποιημένος πολίτης του κόσμου, απαιτητικός για τα δικαιώματά σου, ρεαλιστής. Tο έχει ιδανικά πει ο Χένρι Μίλερ «Προορισμός δεν είναι ποτέ ένα μέρος. Προορισμός είναι το να αποκτήσεις έναν νέο τρόπο να βλέπεις τα πράγματα». Αυτά σκεφτόμουν βλέποντας το μακελειό της Νίκαιας. Πώς η απώλεια του προνομίου, του δικαιώματος στο ταξίδι χωρίς φόβο και φραγμούς, μπορεί να «ακρωτηριάσει» τη γενιά που τώρα ζει την παιδική ή εφηβική ηλικία. Τη γενιά του γιου μου. Χάνοντας την αίσθηση του πραγματικού κόσμου και της συνύπαρξης. Αναπτύσσοντας ένστικτα εθνικιστικά, αντανακλαστικά περιχαράκωσης, φόβο για το ξένο, για το άλλο, το μη όμοιο. Με το Internet να γίνεται το placebo βίωμα, να γίνεται η ψευδαίσθηση πως γνωρίζεις τον κόσμο ενώ μόνος κάθεσαι αυτιστικά στην καρέκλα.
Και φυσικά θα μου πεις -το λέω η ίδια στον εαυτό μου νιώθω ενοχικά- «τόσος κόσμος πέθανε, σκέφτεσαι τα ταξίδια των επόμενων γενιών;». Το πένθος είναι διαρκές. Δεν μπορείς να το συνηθίσεις. Oμως μετά από τόσα χτυπήματα έχουμε μάθει να μην παραλύουμε από αυτό αλλά να βλέπουμε πια αυτά που έρχονται. Τις επόμενες απώλειες. Αυτές που ως ντόμινο ελπίζουν οι τρομοκράτες να μας χτυπήσουν μετά το αιματοκύλισμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News