Συνηθισμένα πράγματα, θα πει κανείς, στην πολιτική. Ναι, ιδίως -θα συμπληρώσω εγώ- όταν ανοίγει μια νέα ατζέντα που αντικειμενικά αποσταθεροποιεί στερεότυπα και θέτει σε κίνηση νέες ταλαιπωρίες για την κλειδωμένη σκέψη ορισμένων. Ωστόσο, και πάλι η ατμόσφαιρα της δημόσιας συζήτησης δεν απέφυγε τη δυσοσμία που προκάλεσαν οι συκοφαντίες, οι προσβολές ακόμη και η παραποίηση γραπτά διατυπωμένων απόψεων. Δεν ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες αυτές όσα έγραψε ο Μιχάλης Μιχαήλ εδώ στο Protagon με τίτλο «Οι αντιφάσεις του Γιάννη Ραγκούση».
Γι’ αυτό και αποφάσισα να δώσω εδώ τη δική μου απάντηση. Απάντηση χωρίς την οποία με βεβαιότητα κάποιοι, σε δεύτερο στάδιο, ήταν έτοιμοι να πουν «η σιωπή του, απέδειξε την ενοχή του».
Νομίζω πως δεν αυθαιρετώ αν χωρίσω βασικά τις αιτιάσεις-ερωτήματα που εγείρονται στις εξής τέσσερις κατηγορίες:
α) Γιατί τώρα ξαφνικά τέτοιες απόψεις;
Τα περισσότερα σημεία της κυριακάτικης ομιλίας μου, περιέχονται σχεδόν αυτούσια στις απόψεις που γραπτώς κατέθεσα στο συνέδριο του ΚΙΝΑΛ.
Πρόκειται για απόψεις που δεν δίστασα να διατυπώσω συστηματικά κατά τις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου και προφανώς τις πλήρωσα αφού την ώρα που δημιουργούνταν προσδοκίες εξουσίας με τη ΝΔ, εγώ με αυτές τις απόψεις ουσιαστικά υποσχόμουν «προοδευτικά δάκρυα και αντιδεξιό ιδρώτα»
Η ΝΔ είναι το κόμμα που χρεοκόπησε την Ελλάδα. Την πενταετία 2004-2009 διέλυσε τα δημόσια οικονομικά. Τι ακριβώς όμως είπα; Κατά λέξη το ακόλουθο:
«Εχω ακλόνητη προσωπική πίστη ότι το Κίνημα Αλλαγής, αν θέλει να επανασυνδεθεί με τις κοινωνικές δυνάμεις της συντελεσμένης προοδευτικής παράταξης, αν πραγματικά επιθυμεί να βγει από τη μιζέρια της μικρής συμπληρωματικής δύναμης, πρέπει άμεσα να λάβει τέσσερις κορυφαίες αποφάσεις:
»Πρώτον, ότι ανήκει στη συντελεσμένη προοδευτική παράταξη.
»Δεύτερον, ότι είναι αυτόνομο μεν, εντός της προοδευτικής παράταξης δε.
»Τρίτον, ότι στρατηγικός του αντίπαλος είναι η ΝΔ.
»Τέταρτον, ότι αποκλείει στη μεταμνημονιακή περίοδο κάθε ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης με τη ΝΔ».
β) Γιατί σιωπώ για διάφορα θέματα, όπως λόγου χάρη για τον Κλεισθένη;
Δεν σιωπώ. Εχω ήδη δηλώσει ότι:
«Οπως κάνω πάντα, με βάση αρχές και με αποκλειστικό σκοπό το συμφέρον των πολιτών, θα πω καθαρά τη γνώμη μου. (…) Ο Κλεισθένης θα είναι ένα πολύ χρήσιμο πεδίο άσκησης σύγχρονης πολιτικής, τόσο για μια αντιπολίτευση χωρίς κραυγές και υστερίες, αλλά με επιχειρήματα, όσο και για μια κυβέρνηση που θέλει να αποδείξει ότι πιστεύει στην προοδευτική συνεννόηση και συνδιαμόρφωση μεγάλων αποφάσεων».
γ) «Πώς εξηγείται αυτός ο παθιασμένος έρωτας με την Κουμουνδούρου;» ήταν το εύλογο ερώτημα του Μιχάλη Μιχαήλ. Η χυδαία και συνάμα γελοία εκδοχή αυτού του εύλογου ερωτήματος ήταν σε πολλές άλλες περιπτώσεις του τύπου: «Η μεταγραφή στον ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και την υποχρέωση να στήνει εκδηλώσεις; Πηγαίνει για δήμαρχος Αθήνας; Για βουλευτής, για ευρωβουλευτής;».
Απαντώ στη χυδαία εκδοχή:
1. Πρόκειται για κλασική γκεμπελική μέθοδο. Δεν κρύβω βέβαια, και λίγο βαρετή πια για εμένα. Προσπαθούν να αποδώσουν ιδιοτελή κίνητρα σε πολιτικές ή ακαδημαϊκές απόψεις νομίζοντας ότι έτσι θα ξεμπερδέψουν με αυτές. Ομως, δεν είμαστε όλοι στην πολιτική εξαγορασμένοι. Εμένα, δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο και να μου υπαγορεύσει τι θα πω. Ούτε επιχειρηματίας ούτε εκδότης. Σωστές ή λάθος, αποκλειστικά δικές μου απόψεις είναι. Προσωπικά έχω μείνει εκτός Βουλής από το 2012 και μπορώ, αν χρειαστεί, να παραμείνω μέχρι το τέλος της ζωής μου. Απόδειξη γι’ αυτό είναι πως δεν έσπευσα να γίνω υπουργός της κυβέρνησης Σαμαρά. Αλλά ούτε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν, από το 2012 και μετά, η ανερχόμενη πολιτική δύναμη στη χώρα.
Απαντώ στο εύλογο ερώτημα του κ. Μιχαήλ:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν μου ζήτησε να προσχωρήσω στις τάξεις του ή οτιδήποτε άλλο. Προσωπικά ποτέ δεν διανοήθηκα να ζητήσω το παραμικρό από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο,τι λέω, το λέω ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής γιατί το πιστεύω. Με την ευκαιρία, σε όσους μάταια προσπαθούν να τραυματίσουν τον πολιτικό μου χαρακτήρα, απαντώ πως εγώ μέλος μόνο δύο κομμάτων έχω γίνει στη ζωή μου. Πρώτη φορά και για 29 χρόνια του ΠΑΣΟΚ, δεύτερη φορά τώρα του Κινημάτος Αλλαγής. Παράταξη δε, δεν άλλαξα ποτέ. Δεν έγινα ποτέ υπουργός με Πρωθυπουργό τον κ. Σαμαρά, πρόεδρο της ΝΔ και δεδηλωμένη βασικά από τη ΝΔ. Οχι από σύμπτωση. Στις εκλογές του 2012 είχα προεκλογικά και επαναλαμβανόμενα ενημερώσει τους ψηφοφόρους της Β’ Αθήνας ότι δεν επρόκειτο να δεχτώ να γίνω υπουργός του κ. Σαμαρά, αναλαμβάνοντας το εκλογικό κόστος που αυτό συνεπαγόταν για εμένα. Ο Πρωθυπουργός κ. Λουκάς Παπαδήμος, στην κυβέρνηση του οποίου μετείχα, ήταν προηγουμένως σύμβουλος του εκλεγμένου Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, και η δεδηλωμένη στην κυβέρνησή του προερχόταν κατά απόλυτη πλειοψηφία από τους 153 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.
Μήπως όμως τότε πρέπει να ζητήσουμε και εμείς συγγνώμη για όλα εκείνα που μας καταλογίζουν, αρχίζοντας από τα πιο εύκολα και τα πιο πρόσφατα; Λόγου χάρη, από την ατιμωτική καταδίκη του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ κ. Τάσου Μαντέλη;
δ) Τι έλεγα στο παρελθόν για τον ΣΥΡΙΖΑ; Είχα δίκιο τότε ή τώρα; Ιδιας οικογένειας είναι και το ερώτημα: «Διάλογο με αυτούς που σε προπηλάκιζαν τότε, Γιάννη Ραγκούση; Μόνον αφού πρώτα ζητήσουν συγγνώμη».
1. Οι εκατέρωθεν επικρίσεις για τα λάθη του κάθε κόμματος στο παρελθόν προφανώς δεν διαγράφονται. Για όποιον δεν είναι επιρρεπής στον πολιτικό κατινισμό στα social media, ζήτημα τέτοιο δεν υπάρχει. Το ερώτημα που υπάρχει είναι εάν μπορούμε να κοιτάξουμε μπροστά, με δεδομένες τις διαφωνίες για το χθες. Εάν μπορούμε να συζητήσουμε για την επόμενη Ελλάδα, χωρίς τους ΑΝΕΛ και τη ΝΔ.
2. Οσοι δήθεν σκίζουν τα ρούχα τους λέγοντας πως δεν μπορούμε ούτε καν διάλογο να έχουμε εξαιτίας των επικρίσεων που έχουμε ανταλλάξει, τότε ας ψάξουν να βρουν τι έλεγαν αυτοί οι ίδιοι για τη ΝΔ, και αντίστροφα, πριν σχηματίσουν την κυβέρνηση Σαμαρά. Οι εκατέρωθεν επικρίσεις με τη ΝΔ ήταν ίδιες και χειρότερες, όμως η συγκυβέρνηση με τη ΝΔ μια χαρά σχηματίστηκε.
3. Προσωπικά είμαι υπέρ της συγγνώμης και της αυτοκριτικής. Πρόσφατα μάλιστα σε μια συνέντευξη ζήτησα συγγνώμη για το άρθρο 86 του Συντάγματος περί ποινικής ευθύνης υπουργών, μολονότι δεν είχα καμία απολύτως συμμετοχή στην υπερψήφισή του.
4. Εντάξει λοιπόν, να ζητήσουν εκείνοι συγγνώμη για όλα τα λάθη του παρελθόντος. Επιπλέον, ας προσπεράσουμε σαν να μην έχει καμία αξία και το γεγονός ότι με δεδομένο και πασίγνωστο το πρώτο εξάμηνο εκείνου του έτους, ζήτησαν και ανανέωσαν τη λαϊκή εντολή τον Σεπτέμβριο του 2015. Μήπως όμως τότε πρέπει να ζητήσουμε και εμείς συγγνώμη για όλα εκείνα που μας καταλογίζουν, αρχίζοντας από τα πιο εύκολα και τα πιο πρόσφατα; Λόγου χάρη από την ατιμωτική καταδίκη του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ κ. Τάσου Μαντέλη; Αλήθεια, όσοι καταψήφισαν μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο μνημόνιο και σήμερα καλώς συμπορευόμαστε, πόσες φορές ζήτησαν συγγνώμη; Οσοι υπονόμευσαν εκ των έσω την τότε κυβέρνησή μας και σήμερα πάλι συμπορευόμαστε, πόσες φορές έχουν ζητήσει συγνώμη;
5. Μας αρέσει-δεν μας αρέσει, υπάρχουν νέα δεδομένα σε στρατηγικής σημασίας ανοιχτά θέματα για το μέλλον της πατρίδας και της ελληνικής κοινωνίας. Σκοπιανό, συνταγματική αναθεώρηση, ολοκλήρωση αξιολογήσεων χωρίς καθυστερήσεις, τέλος μνημονίων, νέα ελάφρυνση χρέους και πάνω από όλα οι υγιείς και πλεονασματικοί κανόνες της μεταμνημονιακής εποχής. Οσοι θέλουν να τα αρνούνται και να επιμένουν σε μια άλλων εποχών αντιπολίτευση δεν μπορούν να έχουν την απαίτηση να πάμε όλοι μαζί στον γκρεμό της αναξιοπιστίας.
Αντίφαση για εμένα θα ήταν να αρνηθώ ότι υπάρχουν αυτά τα νέα δεδομένα.
Αντίφαση, για εμένα που πήρα στην πλάτη μου ευθύνες που δεν μου ανήκαν και υλοποίησα τις εθνικά υποχρεωτικές πολιτικές του 1ου και το 2ου μνημονίου –όχι από τις στήλες εφημερίδων ή από το fb– θα ήταν υποκριτικά να πετροβολώ την υλοποίηση των εθνικά υποχρεωτικών πολιτικών του 3ου μνημονίου.
Αντίφαση για εμένα θα ήταν να διατύπωνα τις συγκεκριμένες απόψεις στην ομιλία μου χωρίς να υπάρχουν αυτά τα –τόσο σοβαρά για τον τόπο– νέα δεδομένα.
Τελειώνοντας. Αυτονόητες θα θεωρούνταν οι απόψεις υπέρ του διαλόγου μεταξύ των κομμάτων της συντελεσμένης προοδευτικής παράταξης καθώς και η συνεργασία στις αυτοδιοικητικές εκλογές, αν δεν επικρατούσε γενικευμένη αμνημοσύνη. Τι εννοώ;
Η χώρα βάδιζε προς τις δημοτικές εκλογές του 1990 σε συνθήκες ακραίας κομματικής πόλωσης και φανατισμού. Πολιτικές συνθήκες πολύ χειρότερες από τις σημερινές. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ήδη παραπεμφθει στο Ειδικό Δικαστήριο με τις ψήφους και του τότε ενιαίου Συνασπισμού. Ωστόσο η Μελίνα Μερκούρη στην Αθήνα, ο Μίμης Φατούρος στη Θεσσαλονίκη και ο Στέλιος Λογοθέτης στον Πειραιά αναγορεύτηκαν ως κοινοί υποψήφιοι δήμαρχοι του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού. Η απόφαση από πλευράς ΠΑΣΟΚ ήταν του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου. Ενός μεγάλου ηγέτη, ο οποίος ποτέ δεν πρόδωσε τη συντελεσμένη προοδευτική παράταξη γιατί αντιλαμβανόταν το ιστορικό, ιδεολογικό και πολιτικής ηθικής φορτίο της.
* Ο Γιάννης Ραγκούσης διατέλεσε κατά σειράν υπουργός Εσωτερικών (2009 – 2011), Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (2011), καθώς και αν. υπουργός Αμυνας (2011-2012)
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News