Αν δεν υπήρχε η ελληνοτουρκική κρίση, ένα θέμα θα βρισκόταν στην κορυφή της επικαιρότητας. Οι διάφορες «ρυθμίσεις», στις οποίες καταφεύγει καθημερινά η κυβέρνηση και ενισχύουν τη βεβαιότητα ότι η προεκλογική περίοδος πλησιάζει.
Οι «ρυθμίσεις» αυτές συνεχίζουν μια φαύλη πρακτική δεκαετιών. Εν προκειμένω έχουν διπλή στόχευση. Και προεκλογική και μετεκλογική. Ας δούμε πώς και γιατί.
Πρώτη –και κλασική– ρύθμιση είναι η τακτοποίηση εκκρεμοτήτων στη δημόσια διοίκηση. Το έχουν κάνει όλες οι κυβερνήσεις προεκλογικά, η σημερινή κάνει το ίδιο, χωρίς να έχει ακόμα καταλήξει στην απόφαση πότε θα γίνουν οι εκλογές. Από την άποψη αυτή φροντίζει γι’ αυτό που λέει η παροιμία «πριν πεινάσουν μαγειρεύουν». Τέτοια είναι η ρύθμιση που αφορά την μονιμοποίηση των συμβασιούχων στην καθαριότητα. Και παρόμοιες, μικρότερης ή μεγαλύτερης εμβέλειας, είναι στην ημερήσια διάταξη και θα υλοποιούνται σταδιακά τους επόμενους μήνες.
Δεύτερον, καλύπτονται θέσεις του κρατικού μηχανισμού με ιδιαίτερη βαρύτητα ή συμβολισμό, εννοείται με την παλαιά μέθοδο των «δικών μας παιδιών». Τέτοια ήταν η απόφαση του Προέδρου της Βουλής για τον νέο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής. Φυσικά, σε τέτοιες θέσεις σχεδόν πάντα (δι)ορίζονται είτε κομματικά πρόσωπα είτε φίλα προσκείμενα στο κυβερνών κόμμα. Και ο προηγούμενος επικεφαλής Παναγιώτης Λιαργκόβας δεν ήταν κάποιος «ουδέτερος». Υποψήφιος βουλευτής με την ΝΔ ήταν το 2009 και θα δούμε αν θα είναι ξανά. Ομως, η σημερινή κυβέρνηση, επιλέγοντας τον Φραγκίσκο Κουτεντάκη, το τερμάτισε σε φαυλότητα. Για δύο λόγους. Πρώτον, διότι ο νέος επικεφαλής είναι πατεντάτο κομματικό στέλεχος. Και, δεύτερον, διότι το βιογραφικό του δεν δικαιολογεί τη θέση, είναι απλώς χειρότερο από του προκατόχου του. Η επιλογή του προκάλεσε αλγεινή εντύπωση ακόμα και μεταξύ των αρκετών καθηγητών που κινούνται πολιτικά στον ευρύτερο πολιτικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια αξιοκρατική –και περισσότερη συναινετική– επιλογή.
Ομως, σημασία έχει και το σκεπτικό για όλα αυτά. Με τις «φιλολαϊκές» ρυθμίσεις και την πλήρωση κρίσιμων θέσεων του κρατικού μηχανισμού, ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ αποβλέπουν στην επόμενη μέρα των εκλογών. Γνωρίζουν ότι πιθανότατα θα ηττηθούν, αλλά είναι πεπεισμένοι ότι μπορούν να παραμείνουν ισχυρή αντιπολιτευτική δύναμη, που θα είναι σε θέση να ρυθμίζει τις εξελίξεις. Αυτό θα συμβεί αν στην επόμενη Βουλή δεν θα υπάρχει αυτοδυναμία ούτε πλειοψηφία για να εκλέξει τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας το 2020. Ετσι, θα παραμείνει ανοιχτός ο δρόμος για νέες εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν με απλή αναλογική, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Αυτός είναι ο σχεδιασμός. Ο οποίος, όπως είναι φανερό, στηρίζεται στην προσδοκία της «δεξιάς παρένθεσης». Μόνο που οι σχεδιασμοί συχνά μένουν στα χαρτιά, όπως έδειξε το πρόσφατο παρελθόν. Το επιτελείο Σαμαρά το 2014 σχεδίαζε (για την ακρίβεια προσδοκούσε) την «αριστερή παρένθεση». Και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται ήδη στον τέταρτο χρόνο εξουσίας.
Κάτι ανάλογο σχεδιάζουν σήμερα οι σημερινοί κυβερνητικοί εγκέφαλοι. Προφανώς αγνοούν την προειδοποίηση που εμπεριέχεται σ’ αυτόν τον στίχο της Γραφής: «Οστις σκάπτει λάκκον θέλει πέσει εις αυτόν…».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News