696
|

Βέρντι: Ο συνθέτης της ανεξαρτησίας

Γιώτα Παναγιώτου Γιώτα Παναγιώτου 10 Οκτωβρίου 2015, 00:06

Βέρντι: Ο συνθέτης της ανεξαρτησίας

Γιώτα Παναγιώτου Γιώτα Παναγιώτου 10 Οκτωβρίου 2015, 00:06

«Τράβα, μυαλό μου, πάνω στα χρυσωμένα φτερά. Πέτα πάνω από τις πλαγιές και τους λόφους. Εκεί που η γλυκιά, απαλή αύρα χαϊδεύει την πατρική μας γη». Αυτοί είναι οι πρώτοι στίχοι του φημισμένου χορωδιακού Va, pensiero, από το αριστούργημα του Βέρντι, την όπερα Ναμπούκο. Είναι οι λέξεις του λιμπρέτου, στο οποίο οι Ιταλοί διέκριναν τις δικές τους προσδοκίες απαλλαγής από τον αυστριακό αυτοκρατορικό ζυγό και το ταύτισαν με την ελπίδα για ελευθερία. Αγάπησαν, μάλιστα, τόσο πολύ αυτό το κομμάτι που το έκαναν σύμβολο της ιταλικής ενότητας και της δίψας για ανεξαρτησία τοποθετώντας, με αυτό τον τρόπο, τον μεγάλο Ιταλό μουσουργό στο ψηλότερο σκαλοπάτι της καρδιάς τους.

Ο Τζουζέπε Φορτουνίνο Φραντσέσκο Βέρντι, γεννημένος στις 10 Οκτωβρίου 1813 στο άσημο Ρόνκολε του Δουκάτου της Πάρμας από φτωχούς γονείς, κατόρθωσε με την ανέλπιστη βοήθεια ενός πλούσιου εμπόρου, να καλλιεργήσει το αναμφισβήτητο μουσικό ταλέντο του, με σπουδές στο Μιλάνο. Αλλά η τύχη, αφού του έσκασε αυτό το πρώτο χαμόγελο, στη συνέχεια του γύρισε την πλάτη, αποφασίζοντας (ερήμην του) ότι σχεδόν σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, θα παίζει με εκείνον το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι. Θρησκευτικοί κύκλοι συνωμότησαν εναντίον του (ενισχύοντας τον ισχυρό αντικληρισμό του συνθέτη) ώστε να τον αποτρέψουν από το να γίνει ο οργανίστας και διευθυντής της χορωδίας της εκκλησίας της πόλης Μπουσέτο, ιδιότητα που θα εξασφάλιζε τον βιοπορισμό του. Χρειάστηκαν οι αγώνες δέκα ετών, ώσπου να καταφέρει να πάρει την πολυπόθητη θέση. Την ίδια περίοδο, σε μια νέα κρίση απίστευτης γενναιοδωρίας, η μοίρα αποφασίζει να τον αγκαλιάσει ξανά και έτσι στη ζωή του Βέρντι μπαίνει η πολυαγαπημένη του σύζυγος Μαργαρίτα Μπαρέτσι, κόρη του πάτρωνά του. Ο ευτυχισμένος Τζιουζέπε συνθέτει, μάλιστα, τότε την πρώτη του όπερα, η οποία γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό από το κοινό, στη Σκάλα του Μιλάνου. Δυστυχώς όμως για εκείνον η τύχη αρχίζει πάλι τα ειρωνικά και σκληρά παιχνίδια της. Ο Βέρντι όχι μόνο χάνει την επιδοκιμασία των θαυμαστών του στην επόμενη οπερατική προσπάθειά του (παταγώδης αποτυχία), αλλά διαλύεται ψυχολογικά, καθώς η μικρή κόρη του, στη συνέχεια η γυναίκα του και τέλος ο μικρός γιος του διαδοχικά πεθαίνουν. Ο κόσμος μαυρίζει για τον Βέρντι. Χάνει τη θέληση για δημιουργία και αποφασίζει να μη συνθέσει ξανά. Ούτε νότα.

Φυσικά, η ζωή για μια ακόμη φορά είχε αποφασίσει άλλα. Στα χέρια του έρχεται, κάποια στιγμή, το λιμπρέτο του Ναβοχοδονόσορα. Ο Βέρντι, ενώ το διαβάζει αδιάφορα αρχικά, φτάνοντας στο σημείο της προσευχής των Εβραίων για ανεξαρτησία, συγκινείται βαθύτατα. Δεν ήταν μόνο το ταλέντο του που επαναστατούσε ενάντια στη χρόνια απραξία και στο σκοτεινό πένθος. Ο ταλαντούχος συνθέτης, πέρα από τη θεϊκή του προίκα, διέθετε και ένα εξαιρετικά ευαίσθητο πολιτικό ένστικτο. Η μουσική του ευφυία σε συνδυασμό με τη γρήγορη αντίληψή του, τον οδήγησαν να καταλάβει την τεράστια σημασία αυτού που είχε μπροστά του και να συνθέσει τον μεγαλειώδη Ναμπούκο.

Ο άνθρωπος, ο οποίος γεννήθηκε σε μια διαμελισμένη Ιταλία, ανέβασε τη συγκεκριμένη όπερα στην καρδιά του Μιλάνου, στην πόλη που τελούσε υπό αυστριακή κατοχή. Η προσευχή των Εβραίων στο Ναμπούκο, η κραυγή τους για ελευθερία, ταυτίστηκε απόλυτα με τον ασίγαστο πόθο ενός ολόκληρου λαού, να απαλλαγεί από τον κατακτητή. Θρίαμβος!

Φυσικά, υπήρχαν και αυτοί που διαφωνούσαν με την οπτική αυτή. Πιθανόν και λόγω του φθόνου απέναντι στην τεράστια επιτυχία τού Ναμπούκο. "Oργή, βρισιές, αιματοχυσία και φόνος". Να, τι ήταν για παράδειγμα, για τον Ότο Νικολάι -έναν Γερμανό συνθέτη- το συγκεκριμένο έργο. (Ο εν λόγω, μάλιστα, προφανώς σε μια κρίση απέραντης ζήλειας, δεν δίστασε να δηλώσει ότι ο Βέρντι ήταν αξιολύπητος και είχε καρδιά γαϊδάρου).

Ο Ιταλός μουσουργός είχε όμως πια καθιερωθεί στη συνείδηση του λαού ως κάτι ιερό. Διότι, υπήρξε ένας προικισμένος συνθέτης με ηγετικές αρετές, αλλά και με γνήσια άδολη αγάπη στην καρδιά. Όπως αυτή ενός τρυφερού δασκάλου. Ικανού να μιλά για τις αγωνίες, τα πάθη και τις ευχές των ανθρώπων, μέσα από τη μουσική του. Όχι κρίνοντας, μα εξυψώνοντάς τα. Ο ίδιος φέρεται να έχει δηλώσει: «Οι πολιτικές ιδέες δε με φοβίζουν. Τρέμω τη μισαλλοδοξία και τη βία. Πιστεύω ακράδαντα πως οι μεγαλοφυΐες αλλάζουν τη μορφή του κόσμου. Ζητώ από εκείνους που κρατούν στα χέρια τους τις υποθέσεις του λαού, να είναι πολίτες με ζήλο, με συναίσθηση καθήκοντος και με άψογη τιμιότητα».
Ναι, ξέρω τι σκέφτεστε. Δεν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι σήμερα.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News