744
|

Το δέρμα

Αλκης Γαλδαδάς Αλκης Γαλδαδάς 20 Οκτωβρίου 2011, 07:28

Το δέρμα

Αλκης Γαλδαδάς Αλκης Γαλδαδάς 20 Οκτωβρίου 2011, 07:28

Η υπόθεση του έργου: Ένας σκληρός και πάμπλουτος γιατρός-αστέρας της πλαστικής χειρουργικής, καταφέρνει να δημιουργήσει από το δέρμα γουρουνιών ένα νέο τύπο δέρματος. Αυτό το δέρμα  μπορεί να μεταμοσχευθεί σε ανθρώπους και να είναι καλύτερο από το ανθρώπινο. Πιο απαλό αλλά και απρόσβλητο από τα τσιμπήματα διαφόρων εντόμων, άφθονο και εύχρηστο. Τις διάφορες επεμβάσεις τις κάνει σε μια πολυτελέστατη απομονωμένη βίλα στο Τολέδο, νότια της Μαδρίτης, και ο θεατής γρήγορα διαπιστώνει ότι σε αυτή τη βίλα υπάρχει έγκλειστη, με απαγόρευση εξόδου και μια περίεργη θηλυκή ύπαρξη. Με κατάλληλα επιλεγμένες  αναδρομές στο χρόνο παρουσιάζονται στα μάτια του έκπληκτου θεατή διάφορα γεγονότα που φέρνουν συνεχείς ανατροπές στην εξέλιξη και κάνουν το έργο ένα συναρπαστικό θρίλερ. Όμως ο,τιδήποτε περισσότερο πούμε κινδυνεύει να αφαιρέσει αρκετά από την απόλαυση του θεατή.

Ο Ισπανός σκηνοθέτης Πέδρο Αλμοδόβαρ 62 ετών σήμερα μας παραδίδει με «Το δέρμα που κατοικώ», μιαν αξιοπρόσεκτη δημιουργία που παρακολουθείται με μεγάλο ενδιαφέρον από το θεατή και δεν τον αφήνει να πλήξει έστω και για λίγο, αν και η διάρκειά της είναι κοντά στις δυο ώρες.

Από τον περασμένο Μάιο έχουν γραφτεί πολλά για το έργο και στον ξένο Τύπο και εδώ. Ύμνοι πιο πολύ ενώ γίνεται λόγος και για επιστημονική φαντασία, κατάδυση στα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής, έρευνα σε βάθος της σεξουαλικότητας. Κατά τη δική μου γνώμη το έργο δεν είναι και δεν συντρέχει και λόγος να χαρακτηριστεί science fiction,  αυτό το παραδέχτηκε και ο ίδιος ο Αλμοδόβαρ. Επίσης ο προβληματισμός πίσω από την ίντριγκα, που είναι αλήθεια ότι προσφέρεται άφθονη από το σενάριο, δεν διεκδικεί Όσκαρ πρωτοτυπίας. Έχουμε έναν επιστήμονα με ικανότητες αλλά και με εγκληματική ψυχοσύνθεση, που έχει κάνει μια μεγάλη ανακάλυψη. Τις ικανότητές του όμως και την ανακάλυψη τα χρησιμοποιεί με τρόπο που κάνει άλλους ανθρώπους γύρω του να υποφέρουν. Από μικρός Θεός καταντάει ένας μεγάλος Διάβολος. Αυτά όμως τα ξέρουμε από τον καιρό ακόμη του Ιουλίου Βερν, αλλά και της Μαίρη Σέλεϊ με το Φρανκενστάιν της. Ο αναμφισβήτητα μεγάλος Ισπανός σκηνοθέτης έχει «τσιμπολογήσει» υλικό από ουκ ολίγους άλλους συναδέλφους του και από διάφορους συγγραφείς. Το έχει κάνει όμως, πρέπει να παραδεχτούμε με δημιουργικό τρόπο και μας δίνει ένα έργο σε άψογη συσκευασία, εξαιρετικά καλά δομημένο σενάριο και με ηθοποιούς που παίζουν πολύ καλά τους ρόλους τους, αφού άλλωστε είναι γνωστό πως μέχρι να φθάσουν στα γυρίσματα ο Αλμοδόβαρ τους επιβάλει να κάνουν πρόβες σαν να ήταν να παίξουν το έργο στο θέατρο.

Ο θεατής λοιπόν, αν δεν είναι φοβερά δύσκολος θα απολαύσει πολλά και στο εικαστικό κομμάτι. Η σκηνοθεσία είναι εξαιρετική. Κάθε πλάνο  και ένας μοντέρνος πίνακας. Τα ρούχα έχουν γίνει με τη συνεργασία ενδυματολόγου και του Ζαν Πολ Γκοτιέ! Η μουσική συνοδεύει προσεκτικά σχεδόν κάθε πλάνο, ο χρόνος έχει κοπεί σε κομμάτια που μετά συναρμολογήθηκαν ξανά με αριστοτεχνικό τρόπο ώστε ο θεατής να  ανακαλύπτει το τι έχει συμβεί αργά και μέσα από ανατροπές. Και όταν καταλαβαίνει εντελώς το τι έχει συμβεί, παγώνει.

Πέρα από αυτά στη διάρκεια του έργου ακούει για «transgenic», τη γνωστή διαγονιδιακή τεχνολογία δηλαδή, που δεν είναι κάτι καινούριο στη Βιολογία, αφού πρόκειται για μέθοδο γνωστή εδώ και σαράντα χρόνια περίπου και έχει να κάνει με τη μεταφορά γενετικού υλικού, με φυσικό ή τεχνητό τρόπο, από ένα ζωντανό οργανισμό σε έναν άλλο. Επίσης γίνεται λόγος για το πώς επενεργεί η γιόγκα στον οργανισμό, μαθαίνει, αν δεν το ξέρει ήδη, για την ύπαρξη της διάσημης για τις σύντομες αλά-Τσέχοφ ιστορίες της  Καναδής Άλις Μάνρο, γεννημένης το 1931, που έχει κερδίσει το Βραβείο Μπούκερ το 2009 για το σύνολο του έργου της, για τις σεξουαλικά φορτισμένες κούκλες της ακόμη πιο διάσημης γλύπτριας, Λουίζ Μπουρζουά, γεννημένης το 1901 που πέθανε μόλις πέρυσι και έκθεση των έργων της είχε γίνει στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, με βασικό στοιχείο της δημιουργίας της τις τραυματικές σχέσεις με τον πατέρα της, και γενικά μπροστά στα μάτια του θεατή του, ο Αλμοδόβαρ απλώνει ένα σωρό από τα όσα τον έχουν συγκινήσει κατά καιρούς. Σαν να έχουμε πάει επίσκεψη σπίτι του και μας έχει φέρει στο τραπέζι τα περιοδικά, τα βιβλία και τους πίνακες που τον έχουν εντυπωσιάσει. Έχεις την αίσθηση στη διάρκεια του έργου ότι ξεφυλλίζεις το Wallpaper, χωρίς όμως αυτό να σου φέρνει δυσφορία, κάθε άλλο. Και στον τομέα της μουσικής γνωρίζεις μια εξαιρετική τραγουδίστρια της τζαζ με καταγωγή από τη Νέα Γουινέα, τραγούδι που παραπέμπει και στους Ισπανούς Ρομά, συνεργάτιδα και του Τσικ Κορία, την Κόντσα Μπουίκα, Τι άλλο δηλαδή για να περάσεις γεμάτα δυο ώρες στην κινηματογραφική αίθουσα. Απλά δεν πρέπει να περιμένεις ότι θα σε βάλει σε κάποιο τρομερό και νεωτεριστικό προβληματισμό όπως έγραψαν μερικοί εκστασιασμένοι κινηματογραφικοί κριτικοί.

 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News