Θέλω κι άλλο
Θέλω κι άλλο
H Λίνα Φανουράκη δεν γνωρίζει βέβαια ότι η επιρροή της πάνω μου υπερτερεί και της πιο αποτελεσματικής ψυχοθεραπείας: χάρη στα δαχτυλίδια της, μετά από πολλές δεκαετίες αποφάσισα ότι τα λευκά μου δάχτυλα δεν μπορούν να μοιάζουν με σκωροφαγωμένα άκρα αυτοβασανιζόμενου δεκάχρονου παιδιού και έτσι σταμάτησα να τρώω τα νύχια μου. Τα κοσμήματά της δεν μου ομορφαίνουν μόνο τη ζωή, δεν είναι ένα ωραίο στολίδι, είναι μια ψηφίδα και επιτομή στυλ, που έχει το μέγιστο προνόμιο του αναντικατάστατου.
Τα θέλω όλα, ό,τι κι αν, με κλειστά μάτια διάλεγα από τις συλλογές της θα πρόσθετε έκπληξη και χαρά στην ευτυχία μου. Τα νούφαρα, τις παπαρούνες, τις λιμπελούλες, τα πλισέ, τους κακούς λύκους, τις ανεμώνες, τα μυγάκια, τα κοχύλια. Με μαγεύει το δάσος της, με καθηλώνουν τα χρώματά του, με μεθάνε οι υφές του.
Στο Μουσείο Μπενάκη της Κουμπάρη ως τα τέλη Νοεμβρίου εκτίθεται μια επιλογή από τα αντικείμενα του πόθου, έργα της έμπνευσης, της καλλιέργειας και των χεριών μιας γυναίκας που εκτίναξε έναν, μέχρι τα τέλη του 80, παλιό «κλασικό» οίκο. Ο κατάλογος από την Άγρα αποτυπώνει. Τα έργα στη βιτρίνα της Πατριάρχου Ιωακείμ σου ψιθυρίζουν λάγνα «απόκτησέ με».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News